Ζωντανή Αναμετάδοση Ιερών Ακολουθιών

Δευτέρα 14 Αυγούστου 2017

Η μεγαλοσύνη της Θεοτόκου..

Οι πιο ένδοξοι και πιο πλούσιοι βασιλείς της γης όταν πρόκειται να κατασκευάσουν τον θρόνο τους και γενικά το βασιλικό παλάτι τους, δεν θα αφήσουν ούτε ένα κομμάτι της γης ανεξερεύνητο, ώστε να βρουν ό, τι πολυτιμότερο φυσικό υλικό αγαθό υπάρχει, που το έχει προσφέρει η φύσις για τον άνθρωπο, έτσι ώστε το παλάτι τους να μην έχει καμία έλλειψη από πλευράς πολυτίμων αγαθών.

Και αν μπορούσαν να κατασκευάσουν οι ίδιοι υλικά αγαθά πολυτιμότερα από αυτά που μας προσφέρει η φύσις, θα το έπρατταν ευχαρίστως χωρίς καν να υπολογίσουν χρήματα, κόπους κλπ. Όμως αυτό δεν μπορούν να το πετύχουν, διότι οι δυνάμεις του ανθρώπου είναι περιορισμένες και ελέγχονται από τον Πλάστη και δημιουργό του, άγιο Τριαδικό Θεό.
Έτσι λοιπόν οι βασιλείς αρκούνται σε ό,τι πολυτιμότερο τους προσφέρει η φύσις για να οικοδομήσουν το βασιλικό τους παλάτι. Όμως για τον άγιο Τριαδικό Θεό μας, τα πράγματα δεν είναι καθόλου παρόμοια σαν των επίγειων βασιλέων, διότι όταν ήρθε το πλήρωμα του χρόνου και επρόκειτο ο Ίδιος ο Θεός να κατασκευάσει θρόνο για τον Εαυτό του στην γη, δε συνάντησε περιορισμούς, αλλά ο Ίδιος έπλασε τον θρόνο Του, όπως ακριβώς επεθύμησε το άγιό Του Πνεύμα.
Και τόσο πολύ στόλισε αυτόν τον θρόνο Του ο Θεός, που εξηγέρθη όλη η κτίσις να επευφημεί και να δοξάζει τον Θεό. Και όλοι οι Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης αυτόν τον ένδοξο θρόνο του Θεού διαλαλούσαν και δοξολογούσαν. Φυσικά αυτός ο ενδοξότατος θρόνος του Χριστού δεν είναι άλλος από την Αειπάρθενο, Θεοτόκο και Μητέρα του Θεού. Όμως τι είναι αυτό που υπερέχει αφάνταστα ο θρόνος του Χριστού από τους θρόνους των βασιλέων; Γιατί η Παναγία μας υπερέχει πάσης της κτίσεως και αυτών των επουρανίων δυνάμεων;
Το ανεκτίμητο αγαθό που έχει μέσα της η Παναγία μας περισσότερο απ’ όλα τα πλάσματα είναι η στολή της θεότητος, κατά τον αββά Ισαάκ τον Σύρο η ταπεινοφροσύνη του Χριστού μας. Αυτήν την μακαρία στολή της θεότητος έλαβε η Θεοτόκος προ κτίσεως κόσμου, και για χάρη αυτής ο Θεός έπλασε τον άνθρωπο. Αν παρατηρήσουμε καλά, θα εννοήσουμε πως κατά την εξαήμερο της δημιουργίας ο Θεός την Θεοτόκο μυστικώς εκήρυττε.
Έτσι λοιπόν πουθενά σε κανένα πλάσμα στην γη και στον ουρανό δεν βλέπουμε να έχει πάνω του ολόκληρη την στολή της θεότητος, όπως την έχει η Παναγία μας και αυτή είναι η μεγαλειώδης διαφορά. Αυτή η μακαρία στολή της θεότητος, η ταπεινοφροσύνη του Χριστού μας, είναι ανερμήνευτος και ποτέ κανείς άγιος δεν μπόρεσε να την ερμηνεύσει. Άλλωστε και οι άγιοι της εκκλησίας μας μόλις και μετά βίας αξιώνονται να έχουν μέσα τους λίγο από αυτήν την μακαρία στολή.
Και εφόσον όντως έτσι είναι, τότες με ποιον τρόπο θα μπορούσαν να ερμηνεύσουν την ταπεινοφροσύνη του Χριστού μας; Και αν κατά τον ευαγγελιστή Ιωάννη « Θεόν οὐδείς πώποτε τεθέαται» (Α Ιωάννου), πώς θα μπορούσαν έστω και οι άγιοι να έχουν ολόκληρη την στολή της θεότητος μέσα τους; Και αν η θέα του Θεού στον άνθρωπο προξενεί θάνατο σωματικό, διότι δεν αντέχει ο άνθρωπος, τότε πώς θα αντέξει την στολή Του ολόκληρη;
Γι’ αυτό, αγαπητοί μου, η Θεοτόκος υπερυμνείται από όλους μας, διότι είναι η μόνη που άντεξε ολόκληρη την στολή της θεότητος, την ταπεινοφροσύνη του Χριστού μας. Να λοιπόν που ο άγιος Τριαδικός Θεός μας προ κτίσεως κόσμου είχε κατασκευάσει τον επίγειο θρόνο Του, την Παναγία μας. Και όταν γεννήθηκε η Παναγία μας από τους αγιότερους και δικαιότερους ανθρώπους της γης, τον Ιωακείμ και την Άννα, δεν συγχώρεσε ο Θεός μας να παραμείνει περισσότερο από 3 χρόνια στα άγια χέρια αυτών των δικαίων, αλλά οδηγήθηκε στο Ναό του Θεού μέσα στα άγια των αγίων. Και ήταν απόλυτα δίκαιο διότι πώς θα μπορούσε να μείνει ο θρόνος του Θεού έξω από το Ιερό; Πώς θα συγχωρούσε ο Θεός την καθέδρα Του να είναι μακριά Του;
Όταν εισήλθε η Παναγία μας στο ναό του Θεού στα άγια των αγίων ήταν μόλις 3 χρόνων και έζησε εκεί χρόνους 12. Εδώ αγαπητοί μου σταματάει πλέον η λογική του ανθρωπίνου νου, διότι εγείρονται απορίες και ερωτήματα φοβερά και δεν μπορεί κανείς να μας απαντήσει. Εδώ ο βίος της Θεοτόκου είναι πέρα για πέρα ανερμήνευτος, διότι ποτέ δεν συνέβη σε άλλον άνθρωπο τέτοιο φοβερό. Και γιατί δεν συνέβη, τι έλειπε; Έλειπε η ταπεινοφροσύνη του Χριστού μας, αυτή η στολή της θεότητος. Όχι ότι δεν υπάρχει η ταπεινοφροσύνη στους αγίους μας, μη γένοιτο να πούμε κάτι τέτοιο, αλλά οι Άγιοί μας την ταπεινοφροσύνη του Χριστού μας την έχει ο καθένας του εν μέρει και όχι ολόκληρη, ενώ η Παναγία μας έχει ολόκληρη τη στολή του Χριστού και την έχει ολόκληρη και ως ποιότητα και ως ποσότητα.
Διότι πολλοί άγιοι της Εκκλησίας μας την ταπεινοφροσύνη την απόκτησαν δια μέσου πολλών πτώσεων εκ του προηγουμένου τους αμαρτωλού βίου, ώστε δια μέσου της ειλικρινής μετανοίας να αξιωθούν εν μέρει της ταπεινοφροσύνης του Χριστού μας. Ενώ για την Παναγία μας δεν είναι έτσι τα πράγματα. Η στολή της θεότητος της εδόθη πριν ακόμη γεννηθεί και σε καμία περίπτωση δεν χρειάστηκε για την Θεοτόκο η μετάνοια, όπως χρειάστηκε για όλους τους αγίους μας. Ώστε λοιπόν άλλο είναι η ταπείνωση που έρχεται ως φυσικό επακόλουθο όταν αμαρτάνουμε και μάλιστα με θανάσιμες αμαρτίες, και άλλο είναι η ταπεινοφροσύνη του Χριστού μας.
Η ταπείνωση για τον αμαρτωλό άνθρωπο είναι άμεσα αναγκαίο για να κρατηθεί στη ζωή για να μην τον καταπιεί ο διάβολος, ενώ η ταπεινοφροσύνη του Χριστού μας είναι στολή θεϊκή, είναι μεγαλοπρέπεια, είναι δύναμις. Αυτήν λοιπόν την στολή της θεότητος την έχει ολόκληρη η Παναγία μας, γι αυτό και υποκλίνεται ενώπιόν της ολόκληρη η κτίσις, ακόμη και αυτή των επουρανίων. Ακόμη και ο Τίμιος Πρόδρομος, που είναι ο ισχυρότερος των Αγίων μετά την Παναγία μας, όταν πήγε ο Κύριός μας στον Ιορδάνη να βαπτισθεί από αυτόν, μας λέει ο ευαγγελιστής Ματθαίος πως: «Ὁ δέ Ἰωάννης διεκώλυεν αὐτόν λέγων· ἐγω χρείαν ἔχω ὑπό σοῦ βαπτισθῆναι καί σύ ἔρχη πρός με;». Εδώ βλέπουμε έναν ευλογημένο δισταγμό από τον βαπτιστή Ιωάννη, διότι δεν είχε λάβει ολόκληρη τη στολή της θεότητος όπως η Θεοτόκος, και θα ήταν απρέπεια αν δεν έλεγε αυτά τα λόγια. Όμως στην Παναγία μας δεν έγιναν έτσι τα πράγματα, διότι όταν την επισκέφθηκε ο αρχάγγελος Γαβριήλ και έγινε ο Ευαγγελισμός της, είπε πως: « Καί ἰδού συλλήψῃ ἐν γαστρί καί τέξῃ υἱόν, καί καλέσης τό ὄνομα αὐτοῦ Ἰησοῦν.»
Δεν ένιωσε κανέναν απολύτως δισταγμό η Θεοτόκος, διότι η στολή της θεότητος που είχε μέσα της εξ ολοκλήρου, της έδινε μία θεϊκή σιγουριά, κάτι που δεν είχε ο βαπτιστής Ιωάννης, που ως επακόλουθο ένιωσε ένα δισταγμό και ζήτησε περαιτέρω εξηγήσεις και έλεγε στον Κύριο: «πώς θα μπορέσει ο δούλος να βαπτίσει τον Δεσπότη; ». Όμως η Παναγία μας τέτοιον δισταγμό δεν είχε, ούτε ένιωσε ανάξια, όπως θα γινόταν, αν δεν είχε αυτήν την μακαρία στολή μέσα της. Αλλά είπε στον αρχάγγελο μόνο μια φυσική απορία: «Πῶς ἔσται μοι τοῦτο, ἐπεί ἄνδρα οὐ γινώσκω;» Και ο αρχάγγελος έδωσε στην Θεοτόκο τις απαραίτητες εξηγήσεις που όλοι μας γνωρίζουμε.
Η απορία που είχε η Παναγία μας δεν είχε καθόλου ολιγοπιστία ή αμφιβολία, όπως συνέβη με τον προφήτη Ζαχαρία τον πατέρα του Τιμίου Προδρόμου, που ο αρχάγγελος Γαβριήλ του ανήγγειλε την σύλληψη του Τιμίου Προδρόμου. Όμως ο προφήτης Ζαχαρίας αμφέβαλλε και ολιγοπίστησε λέγοντας στον αρχάγγελο πως: «Κατά τι γνώσομαι τοῦτο; Ἐγώ γάρ εἰμί πρεσβύτης καί ἡ γυνή μου προβεβηκυῖα έν ταῖς ἡμεραις αὐτῆς.». Φυσικά όλοι μας γνωρίζουμε το επιτίμιο που έδωσε ο αρχάγγελος στον προφήτη Ζαχαρία. Και το γεγονός αυτό που συνέβη στον προφήτη Ζαχαρία οφείλεται στο ότι υστερούσε κατά πολύ στην ταπεινοφροσύνη που έχει η Θεοτόκος. Όμως για την Παναγία μας τα γεγονότα έγιναν με απόλυτη θεϊκή ακρίβεια, και ο αρχάγγελος Γαβριήλ ως φυσικό επακόλουθο δουλικά φέρθηκε προς την Παναγία μας, δηλαδή ο αρχάγγελος κατά την διάρκεια του ευαγγελισμού με την Θεοτόκο αισθανότανε την Παναγία μας ως προϊσταμένη του.
Το ίδιο αισθανόταν και η Θεοτόκος, δηλαδή ως ανωτέρα του, διότι τέτοια είναι τα αισθήματα και τα φερσίματα που αναβλύζουν από ψυχή που έχει ολόκληρη την μακαρία στολή της θεότητος. Έτσι λοιπόν η απορία του προφήτου Ζαχαρίου εξέφραζε απιστία στη δύναμη του Θεού, ώστε να μην μπορεί ο Θεός να μείνει έγκυος η προχωρημένη σε ηλικία Ελισάβετ. Ενώ τα λόγια της Θεοτόκου ήταν και μια ομολογία, διότι ο μνήστωρ Ιωσήφ ήταν απλά φύλακας και προστάτης της Θεοτόκου, και όχι σύζυγος όπως συμβαίνει στα άλλα ζευγάρια. Γι’ αυτό είπε στον αρχάγγελο αυτά τα λόγια. Και ήταν απαραίτητο να πάρει η Θεοτόκος τις ανάλογες εξηγήσεις από τον αρχάγγελο, έτσι ώστε ουρανόθεν να θεμελιώνεται το δόγμα της ορθοδόξου πίστεώς μας.
Η ερώτησις που έκανε στον αρχάγγελο η Παναγία μας δεν φέρει μέσα της κανένα ίχνος αμφιβολίας και ολιγοπιστίας, όπως συνέβη με τον προφήτη Ζαχαρία, αλλά ως ανωτέρα που ήταν από τον αρχάγγελο ζητούσε το είδος που θα ανατρέψει τους νόμους της φύσεως, και αυτήν την ανατροπή μπορούσε να την κάνει μόνο ο ανώτερος της Θεοτόκου, ο Χριστός. Και όταν έπεσε άπλετο φως στην όλη ιερή υπόθεση, η Θεοτόκος έδωσε την απάντηση στον αρχάγγελο και είπε: «Ἰδού ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατά το ῥῆμα σου.»
Προσέξτε αγαπητοί μου, δεν είπε η Παναγία μας στον αρχάγγελο ιδού η δούλη σου, διότι ήταν ανώτερη από τον αρχάγγελο όπως προείπαμε, αλλά του είπε «ἰδού ἡ δούλη Κυρίου» που αυτό δηλώνει πως μόνο ο Κύριος ήταν ανώτερος από την Θεοτόκο. Έτσι λοιπόν η μεγαλειώδης μεγαλοπρέπεια της Θεοτόκου είναι η μακαρία στολή της θεότητος, η ταπεινοφροσύνη του Χριστού μας. Αν βλέπουμε μερικούς αγίους να έχουν μεγαλύτερη δόξα από άλλους αγίους, αυτό οφείλεται στο ότι έχουν έστω και λίγο περισσότερο την ταπεινοφροσύνη του Χριστού μας μέσα τους και τίποτες άλλο.
Υπάρχουν άγιοι που έχουν μεγάλα ασκητικά ανδραγαθήματα στο ενεργητικό τους, αλλά όμως έχουν λιγότερη δόξα από άλλους αγίους που έχουν λίγα ασκητικά κατορθώματα, και αυτό οφείλεται στην ποσότητα της μακαρίας στολής της θεότητας. Όμως να με συγχωρέσετε αδελφοί μου, διότι όσο προχωράω στον γραπτό μου λόγο για την μακαρία στολή της θεότητος που την έχει εξ ολοκλήρου η Θεοτόκος, φόβος με κυριεύει, διότι η αναξιότητά μου μου παραλύει το χέρι μου, και υπάρχει το ενδεχόμενο-ίσως να είναι και το πιο σίγουρο- πως με κίνητρο την υπερηφάνειά μου τόλμησα να γράψω για την ταπεινοφροσύνη του Χριστού μας. Να εύχεσθε λοιπόν, αδελφοί μου, να μη συμβεί σε μένα τον φτωχό αυτός ο φοβερός όλεθρος. Αλλά ούτε μου το συγχωρεί η συνείδησίς μου να σταματήσω αυτό που ήδη άρχισα, αλλά μάλλον πρέπει να ολοκληρώσω αυτό, και ο Κύριός μας ας με λυπηθεί να μου το βγάλει σε καλό μου.
Και αν Θεού θέλοντος συμβεί το αναπάντεχο καλό, ώστε να ωφεληθεί έστω και μια ψυχή από τον φτωχό μου γραπτό λόγο, αυτό για μένα θα είναι μεγάλη αγαλλίαση. Πρέπει, αγαπητοί μου, να κάνουμε μια διευκρίνιση και να πούμε γιατί αυτή η μακαρία στολή της θεότητος δεν βρίσκεται σε άλλον άνθρωπο όπως βρίσκεται στην Θεοτόκο. Η απάντησις είναι απλή και εύκολη, η ταπεινοφροσύνη του Χριστού μας εμποδίζεται μόνο από ένα πράγμα και αυτό είναι πως έστω και για λίγο, ακόμη και οι μεγάλοι άγιοί μας πήγανε αντίθετα από το θέλημα του Θεού, είτε με πράξεις είτε με λόγια είτε με σκέψεις. Ας φέρουμε λίγα παραδείγματα περί αυτού. Ποιος είναι μεγαλύτερος από τον ευαγγελιστή Ιωάννη τον Ηγαπημένο και Παρθένο; Κι όμως, όταν του έπεσε ο κλήρος να πάει να κηρύξει τον Χριστό στην Ασία, ολιγοπίστησε με αποτέλεσμα για να το ξεπληρώσει αυτό χρειάστηκε να πέσει σε ναυάγιο για 40 περίπου ημέρες και άλλα πολλά έπαθε από άσπλαχνους ανθρώπους.
Ποιος δεν υποκλίνεται μπροστά στην αγιότητα του Μ. Βασιλείου που θα μπορούσαμε να πούμε πως μόνος του είναι η Εκκλησία; Αυτός ο μεγάλος είπε πως: «Και γυναίκα δεν γνώρισα, και παρθένος δεν είμαι». Θα αρκεστούμε μόνο σ’ αυτά τα δύο παραδείγματα, διότι βρίθει η εκκλησιαστική μας ιστορία από τέτοια παρόμοια γεγονότα που μας δείχνουν την μεγάλη απόσταση που έχουν οι άγιοί μας από την κορυφή της αγιότητος, την Θεοτόκο. Να πούμε πως όπως για τον Κύριό μας υπήρξε πρόδρομός Του ο βαπτιστής Ιωάννης, έτσι και για την Παναγία μας όλες οι δίκαιες γυναίκες της Παλαιάς Διαθήκης υπήρξαν πρόδρομοι, αλλά ιδιαιτέρως η Ιουδήθ, διότι με την αρετή και με τη σοφία της κατάφερε και αποκεφάλισε μόνη της το απαίσιο κεφάλι του ειδωλολάτρου Ολοφέρνη, και έτσι ελευθέρωσε τον Ισραήλ από τον βέβαιο αφανισμό.
Έτσι λοιπόν, όπως η Ιουδήθ σε καιρό που ο λαός του Θεού ήταν σε μεγάλη ανάγκη, του έδωσε και πάλι την προοπτική της ζωής και της ευτυχίας, με το να αποκεφαλίσει τον αιμοχαρή Ολοφέρνη, ώστε στη συνέχεια να πανικοβληθεί όλος ο στρατός του και να εξολοθρευτεί από τον στρατό του λαού του Θεού. Έτσι και η Παναγία μας αφού έδωσε την βεβαίωση στον αρχάγγελο Γαβριήλ, έγιναν τα μεγαλειώδη γεγονότα που όλοι γνωρίζουμε, και το γεγονός της γεννήσεως του Χριστού αποκεφάλισε τον άρχοντα του κόσμου τούτου, τον διάβολο. Και όπως επαναλαμβάνουμε στην περίπτωση του αποκεφαλισμού του Ολοφέρνη από την δικαία Ιουδήθ αναζωογονήθηκε όλος ο Ισραήλ, έτσι και με την γέννηση του Χριστού από την Θεοτόκο, αποκεφαλίστηκε ο διάβολος και αναζωογονήθηκε όχι μόνο ο Ισραήλ αλλά πάντα τα έθνη.
Ποιος λοιπόν όμοιος στην αγιότητα με την Θεοτόκο; Ώστε καλά έχει πει ένας θεοτοκόφιλος πως αν ο Θεός μας δεν έβλεπε να βγαίνει από το ανθρώπινο γένος η Παναγία μας, δεν θα είχε πλάσει τον άνθρωπο, και όσες φορές πάλι σκεφτότανε ο Θεός μας να αφανίσει το ανθρώπινο γένος σε φοβερές εποχές μεγάλης αποστασίας στον καιρό της Παλαιάς Διαθήκης, ο ερχομός της Θεοτόκου Του άλλαζε την απόφαση, και χάρη αυτής διατηρήθηκε το ανθρώπινο γένος. Έτσι λοιπόν η Παναγία μας ήτανε τρόπον τινά η πυξίδα για τον Θεό! Ήταν το καταπραϋντικό της δικαίας οργής του Θεού προς το ανθρώπινο γένος. Άλλωστε και με τον κατακλυσμό επί της εποχής του Νώε θα μπορούσε κάλλιστα ο Θεός μας να μην είχε αφήσει ίχνος ανθρώπινης ζωής στην γη. Δεν διατήρησε το ανθρώπινο γένος ο Θεός για χάρη του Νώε, αλλά για χάρη του μελλοντικού ερχομού της Θεοτόκου!
Αυτό και μόνον το γεγονός έφερνε αγαλλίαση στον Θεό και έτσι διατήρησε το ανθρώπινο γένος .Και μετά από όλα αυτά δίκαια υποστηρίζει ένας πρόσφατος άγιος της εκκλησίας μας, πως οι χαιρετισμοί ανήκουν μόνο στην Παναγία μας και στον Τίμιο Σταυρό. Στους δε άλλους αγίους ίσως να είναι κάποια υπερβολή όταν διαβάζουμε τους χαιρετισμούς. Στους αγίους μας είναι πρέπον και αρμόζουν καλύτερα τα τροπάρια και οι παρακλητικοί κανόνες, ώστε να πρεσβεύουν για εμάς. Ενώ οι χαιρετισμοί αρμόζουν μόνον στην Θεοτόκο, που είναι δεύτερη μετά την αγία Τριάδα, διότι αυτό που πρόσφερε στο ανθρώπινο γένος η Θεοτόκος είναι πέρα από κάθε ανθρώπινη λογική και είναι φυσικό ο ιερός υμνογράφος να λέει προς στην Θεοτόκο συνεχώς το χαίρε. Ενώ στους αγίους μας που ο καθένας αγίασε με πολλούς κόπους ασκητικούς και με συνεχή μετάνοια για τα αμαρτήματα που έπραξε ο καθένας τους, νομίζω πως ο υμνογράφος πρέπει να αρκείται στα εορταστικά τροπάρια, τους κανόνες και τους παρακλητικούς κανόνες.
Έτσι λοιπόν ας προσέχουν οι σημερινοί υμνογράφοι και ας μην τους παρασέρνει ο άκρατος ενθουσιασμός από το χάρισμα που τους εδόθη από τον Θεό, ώστε μόλις γίνεται η ανακήρυξη ενός αγίου, αρχίζουν αμέσως και γράφουν για τον άγιο χαιρετισμούς. Ας προσέξουν λοιπόν διότι είναι μια υπερβολή εκ μέρους τους που δεν αρμόζει. Οι άγιοι της εκκλησίας μας στα μάτια των ανθρώπων είναι τέλειοι, όμως στα μάτια του Θεού είναι κατά χάριν τέλειοι. Ο Θεός τους έδωσε την κατά χάριν τελειότητα για τα ανδραγαθήματά τους και για το εν μετανοία μαρτυρικό τέλος τους και για άλλα πολλά. Ενώ για την Θεοτόκο δεν έχουν έτσι τα πράγματα, διότι ούτε τα δάκρυα της μετανοίας χρειάστηκαν, ούτε οι κόποι οι ασκητικοί , ούτε το μαρτύριο του αίματος χρειάστηκε. Αλλά ένα μόνο χρειάστηκε να κάνει η Παναγία μας και το έκανε· και ποιο ήταν αυτό; Ήταν αυτά τα σωτηριώδη λόγια που είπε για το ανθρώπινο γένος: « Ἰδού ἡ δούλη Κυρίου· γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου».
Εάν η Παναγία μας δεν έλεγε αυτά τα σωτηριώδη λόγια, σωτηρία για τον άνθρωπο δεν θα υπήρχε από πουθενά πλέον. Διότι ό,τι αγιότερο και καθαρότερο υπήρξε επί της γης ήταν η Θεοτόκος. Ώστε λοιπόν μόνο γι’ αυτό το παμπόθητο πρόσωπο της Θεοτόκου αρμόζουν οι Χαιρετισμοί, διότι η γλώσσα του ανθρώπου δεν βρίσκει ευχαριστίες και εγκώμια για τα φοβερά που επιτέλεσε η Παναγία μας που δια του Υιού της Ιησού Χριστού έβγαλε το ανθρώπινο γένος από την κοιλία του άδου, κι έτσι ο άνθρωπος μη βρίσκοντας άλλη λέξη λέει συνεχώς το χαίρε. Όπως ένας άνθρωπος που βρίσκεται στο χείλος ενός γκρεμού και περιμένει πως σε λίγα λεπτά της ώρας θα τον εγκαταλείψουν οι δυνάμεις του που κρατιέται ακόμη και ξαφνικά τον πιάνει κάποιος από τα χέρια του και τον ανασύρει από το χείλος του γκρεμού. Αυτός λοιπόν ο άνθρωπος δύο λέξεις θα λέει στο σωτήρα του, σε ευχαριστώ, σε ευχαριστώ και θα τα λέει συνεχώς.
Έτσι λοιπόν και στην Παναγία μας λέγοντας τους χαιρετισμούς Της είναι ένα παραλήρημα ευχαριστίας για τη λύτρωση που μας πρόσφερε, διότι πριν γεννηθεί η Θεοτόκος για να γίνουν τα υπερκόσμια και φοβερά γεγονότα με τον Υιό Της, ο άνθρωπος όταν πέθαινε πήγαινε χωρίς δεύτερη κουβέντα στην κοιλιά του παμμόχθηρου άδου. Ενώ μετά την γέννησή Της ο άδης πικράθηκε και η κοιλιά του εξερράγη και έσπασε με αποτέλεσμα να βγούνε όλοι οι άνθρωποι στο φως. Στα τροπάρια του όρθρου του Μ. Σαββάτου όποιος θέλει μπορεί να διαβάσει και να δει τον θρήνο και τις σπαρακτικές κραυγές του άδου που κατηγορεί την Παναγία μας που του πρόσφερε τέτοιον απρόβλεπτο μεγάλο επισκέπτη και τον εξολόθρευσε.
Ποιος λοιπόν άγιος της εκκλησίας μας θα μπορούσε να κάνει αυτά τα φοβερά που έκανε η Παναγία μας; Να λοιπόν που οι χαιρετισμοί αρμόζουν μόνο στην Θεοτόκο, διότι δεν υπάρχει και δεν μπορούμε να συγκρίνουμε τους αγίους μας με την Παναγία μας, η διαφορά είναι τεράστια, άλλωστε δεν θα υπήρχαν οι άγιοι, αν δεν είχε έρθει η Θεοτόκος πρώτα στον κόσμο. Ούτε η φανέρωσις της Αγίας Τριάδος θα είχε γίνει στον άνθρωπο, αλλά όλα έγιναν χάριν της Θεοτόκου γι’ αυτό και δεν βρίσκει λόγια ο ανθρώπινος νους να εγκωμιάσει την Παναγία μας. Όταν ζούσε ο άγιος Παΐσιος ο αγιορείτης και Κουτλουμουσιανός και τον επισκέπτονταν αμέτρητος κόσμος , μέσα σε αυτούς έρχονταν και μερικοί παπικοί, προτεστάντες κλπ από την αιρετική Δύση που υποτιμούν σε μεγάλο βαθμό το πανάγιο πρόσωπο της Θεοτόκου.
Ο άγιος όταν τους έβλεπε τους αποκαλούσε ορφανούς από την μεγάλη μητέρα την Παναγία μας. Και όπως έλεγε ο ίδιος ο όσιος σε δικά του πρόσωπα θρηνούσε και έχυνε πολλά δάκρυα για τους εκουσίως ορφανούς της αιρετικής Δύσεως, δεν μπορούσε να το πιστέψει ο άγιος πως οι άνθρωποι αυτοί στερούνται εκουσίως την μητρική θαλπωρή και αγάπη της Θεοτόκου. Και επειδή αναφερθήκαμε στον άγιο Παΐσιο αξίζει να πούμε πως η αγάπη και η ευλάβειά του προς την Θεοτόκο ήταν παροιμιώδης! Τις εικόνες της Παναγίας που είχε στο δωμάτιό του από τον συνεχή και αμέτρητο ασπασμό του νύχτα και μέρα είχαν αλλοιωθεί τα χρώματα και τα σχήμα τους! Και όταν διάβαζε κάποιο κείμενο και συναντούσε την λέξη Παναγία και Θεοτόκος έβρεχε το κείμενο με τα δάκρυα του, διότι δεν άντεχε να τα συγκρατήσει από την πολλή ευλάβειά του προς την Θεοτόκο.
Όπως και ο μεγάλος ησυχαστής των εσχάτων χρόνων άγιος γέροντας Ιωσήφ ο Σπηλαιώτης, που είναι θέμα χρόνου η ανακήρυξή του σε άγιο από την μητέρα μας Εκκλησία. Αυτός ο άγιος γέροντας από την υπερβολική αγάπη και λατρεία προς την Θεοτόκο εκοιμήθη την ημέρα της μεγάλης της εορτής, 15 Αυγούστου. Μέχρι και ασπασμό αξιώθηκε από την Θεοτόκο αυτός ο μεγάλος όσιος γέροντας και όχι φανταστικώς αλλά αισθητώς, πραγματικώς!! Και σε πολλούς άλλους αγίους αγιορείτες βλέπουμε στον βίο τους μία ακατάπαυστη λατρεία προς την Θεοτόκο, που αν δεν είναι λίγο διακριτικός αυτός που διαβάζει αυτά, ίσως να παρεξηγήσει αυτούς τους αγίους ως δήθεν υπερβολικούς. Όταν όμως ο αγωνιζόμενος ασκητής μοναχός του Αγίου Όρους και όχι μόνο αξιωθεί της χάριτος της Θεοτόκου, τότε έχουν τελειώσει όλα!
Τότε το στόμα του και όλο το είναι του βγαίνουν εκτός εαυτού του και «δίκαια» όσοι είναι αμύητοι σ’ αυτά και βλέπουν τα φερσίματά του ίσως να τον παρεξηγήσουν, όμως σε καμία περίπτωση ο μοναχός δεν νοιάζεται γι’ αυτές τις παρεξηγήσεις, αλλά το μόνο που τον νοιάζει είναι να μην στενοχωρήσει την Θεοτόκο, με τις τυχόν αστοχίες του και στερηθεί έστω και για λίγο χρόνο την ανεκτίμητη, πανηγυρική χαρά της Παναγίας μας. Υπήρξαν άγιοι του Αγίου Όρους που μόνο με το όνομα της Θεοτόκου εκτελούσαν τις καθημερινές προσευχές, εκτός βέβαια όταν τελούσαν την Θεία Λειτουργία στον ναό τους τότε ακολουθούσαν το τυπικό της εκκλησίας μας. Τους γέμιζε και το θεωρούσαν αρκετό το όνομα της Θεοτόκου, και δεν μπορούσαν ούτε για λίγο να αφήσουν αυτό το όνομα από το στόμα τους, μάλλον από την καρδιά τους. Να πούμε πως, όπως σώζει το όνομα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, το ίδιο σώζει και το όνομα της Παναγίας μας.
Ο Κύριός μας είναι παντοδύναμος, αλλά μόνο σε ένα φέρει «αδυναμία», αν μπορούμε να το πούμε έτσι, και αυτό είναι η ικεσία της Μητέρας Του. Εκεί δεν μπορεί να αρνηθεί και να μην υπακούσει στο θέλημά της, παρόλο που ο Ίδιος ως Θεός ενδεχομένως να έχει άλλου είδους απόφαση για ένα θέμα που τον παρακαλεί η Μητέρα του. Μερικοί λένε γιατί ο Χριστός δεν κάμφθηκε από τις ικεσίες της Μητέρας Του, ώστε να σώσει την Κωνσταντινούπολη από τους Οθωμανούς; Σ’ αυτήν την περίπτωση η Παναγία μας με πολλά δάκρυα συμφώνησε με την απόφαση του Υιού της, διότι δεν μπορούσε να γίνει διαφορετικά και έπρεπε η Πόλη να πέσει στα χέρια των Τούρκων. Οποιαδήποτε άλλη λύση να έδινε ο Χριστός ίσως να μη συνέφερε καθόλου για την Πόλη. Έτσι λοιπόν ας μην βιάζονται μερικοί και λένε πως ο Χριστός δεν λαμβάνει πάντα τις ικεσίες της Μητέρας Του, διότι αυτό είναι μεγάλο λάθος και άμα πιστεύουν έτσι έχουν μεγάλη πλάνη μέσα τους και πρέπει το συντομότερον να φροντίσουν να θεραπευτούν από αυτήν.
Όσα περιστατικά έχουμε διαβάσει που δείχνουν επιφανειακά πως διαφέρει η απόφαση της Παναγίας από τον Υιό της Χριστό αυτό δεν σημαίνει πως υπάρχει διαφωνία μεταξύ τους, αλλά το παραχωρεί αυτό ο Χριστός για να φανεί η μεγάλη Του αγάπη προς την Μητέρα Του Θεοτόκο. Ούτε φυσικά θα εννοήσουμε πως έχει η Παναγία μας περισσότερη αγάπη από τον Υιό της, ο μη γένοιτο να πούμε κάτι τέτοιο. Άλλωστε η αγάπη που έχει μέσα της η Θεοτόκος είναι χορηγία από την ίδια την αγάπη, τον Χριστό, μάλλον είναι μέσα της όλη η αγάπη, αφού Τον κυοφόρησε εννέα μήνες ολόκληρους και Τον έχει κάνει παντοτινό κτήμα της, πράγμα εντελώς ακατανόητο και παραδοξότατο για τον χοϊκό άνθρωπο.
Έτσι λοιπόν ο μόνος που μπορεί να αλλάξει μια δίκαιη απόφαση από μία δικαία οργή του Χριστού, είναι μόνο η Θεοτόκος! Και γι αυτό χαίρεται πολύ ο Χριστός όταν επεμβαίνει η Μητέρα Του Θεοτόκος και Του αλλάζει τη δικαία Του απόφαση όπως προείπαμε. Αλλά αγαπητοί μου ήδη προχώρησα πολύ στα βαθιά κρίματα του Κυρίου και της Θεοτόκου, και υπάρχει ο κίνδυνος να προσκρούσω σε κάποιον κρυφό ύφαλο και τότε το ρήγμα θα είναι μεγάλο, γι’ αυτό αναγκαστικά θα προσπαθήσω να τελειώσω τον πάμφτωχό μου λόγο προς την Θεοτόκο. Αλλά πριν γίνει αυτό πρέπει να σας ομολογήσω για ποιο λόγο και αιτία αποφάσισα να γράψω, μάλλον να ριψοκινδυνεύσω γράφοντας, διότι δεν είναι καθόλου κατάλληλο για όλους να γράφουν για το θεϊκό κάλλος της Θεοτόκου.
Αυτό ανήκει μόνον σε όσους έχουν θεραπεύσει την καρδιά της Παναγίας μας με τον θεάρεστο βίο τους. Ο λόγος λοιπόν που με έκανε να πιάσω την πένα και να γράψω είναι όταν άκουσα έναν ιεροκήρυκα αρχιμανδρίτη να κηρύττει από άμβωνος πως η Παναγία μας «έχει τις αμαρτίες που έχουμε εμείς»!!! Όταν το άκουσα αυτό δεν μπορούσα με τίποτα να το πιστέψω, φυσικά ο εν λόγω ιεροκήρυκας είχε ως θέμα να στηλιτεύσει τους παπικούς που βλασφημούν την Παναγία μας με το να την έχουν εντάξει μέσα την άκτιστη θεότητα της Αγίας Τριάδας. Όμως δυστυχώς ο ιεροκήρυκας έπιασε το άλλο άκρο της ασέβειας με το να λέει αυτά τα βλάσφημα που προανάφερα.
Δυστυχώς τέτοιοι ιεροκήρυκες φαίνεται δεν έχουν καμιά σχέση με τους μεγάλους αγίους που έχουν γράψει για την Θεοτόκο, όπως είναι ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, ο άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς, ο άγιος Νικόλαος ο Καβάσιλας και άλλοι πολλοί. Ω! πόσο εξέπεσε από της χάριτος της Θεοτόκου αυτός ο φτωχός ιεροκήρυκας, αλίμονο στην πάμπτωχή του διάνοια που σκέφτηκε κάτι τέτοιο φοβερό. Και δεν είναι μόνο πως έχει γίνει πάμφτωχη η ψυχή του από αυτά τα ανίερα λόγια που ξεστόμισε, αλλά όσοι τον άκουσαν και θα τον ακούσουν στην συνέχεια να λέει αυτά τα βλάσφημα για την Θεοτόκο, θα τους παίρνει στο λαιμό του διότι αν πιστέψουν στα λόγια του θα καταντήσουν φτωχοί και πάμπτωχοι πνευματικώς.
Έτσι λοιπόν παίρνοντας αφορμή από αυτό το δυσάρεστο γεγονός πήρα την τόλμη να γράψω αυτά τα ψελλίσματά μου για την Παναγία μας, που έχουν χαρακτήρα διαμαρτυρίας προς τον εν λόγω ιεροκήρυκα, αλλά και μια ομολογία ταπεινή όσο γίνεται για το ιερό Πρόσωπο της Θεοτόκου που ως ανάξιος αγιορείτης που λέγομαι έχω υποχρέωση να υπερασπιστώ το όνομα της Θεοτόκου, μια και είναι η Γερόντισσα και γενικά το αφεντικό του Αγίου Όρους.
Και μια που ήδη έφτασα στο τέλος του πενιχρού μου λόγου, θα σας παρουσιάσω για επίλογο και για πνευματική ωφέλεια τα θεόπνευστα λόγια που είπε ο μέγας απόστολος Παύλος όταν έφτασε στον τόπο που επρόκειτο η Παναγία μας να αφήσει τα επίγεια: «Φθάνει καί Παῦλος ὁ θεσπέσιος, τό σκεῦος τῆς ἐκλογῆς· ὅς καί πεσών πρός τούς πόδας τῆς Θεομήτορος, προσεκύνησε· και ανοίξας αὐτοῦ τό στόμα, διά πολλῶν ἐγκωμιάζει αὐτήν· χαῖρε, λέγων, Μῆτερ τῆς ζωῆς και τοῦ ἐμοῦ κηρύγματος ἡ ὑπόθεσις. Ἤ γάρ καί τόν Χριστόν μή τεθέαμαι, ἀλλά σέ βλέπων, ἐκεῖνον ἐδόκουν θεωρεῖν.!». Φοβερά λόγια!
Λόγια θεόπνευστα που αποκαλύπτουν το θεϊκό κάλλος της Θεοτόκου. Έτσι λοιπόν όταν κάποιος γράφει για την Παναγία μας είναι δύσκολο μετά να θέλει να σταματήσει την πένα, όσο ανάξιος κι αν είναι διότι τον θέλγει η μεγαλοσύνη της Θεοτόκου και θέλει συνεχώς να γράφει! Αλλά εγώ όμως παίρνοντας υπόψιν την αναξιότητά μου δεν θα αφήσω τον εαυτό μου να κυριαρχείται από αυτό το ωραίο αίσθημα, διότι αυτό το αίσθημα αρμόζει να παραμένει για πολύ μόνον στους αληθινούς θεράποντας της Θεοτόκου. Η χάρις λοιπόν της Μητέρας του Θεού και Βασιλίσσης των Ουρανών και της γης Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας, ας παραμείνει για πάντα σε όσους την τιμούνε ειλικρινώς και ορθοδόξως. Αμήν.

Αρσένιος Μονάχος
Σκήτη Κουτλουμουσίου
Άγιον Όρος

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου