Δανάη Γεωργιάδου, Φιλόλογος
Για
όσους είχαμε την ευλογία να περάσουμε τα εφηβικά μας χρόνια στα μαθητικά
έδρανα του Παγκυπρίου Γυμνασίου και να μυηθούμε στον κόσμο των
ελληνικών γραμμάτων μέσα στις αίθουσές του, η μέρα αυτή είναι ξεχωριστή.
Το αρχαιότερο και ιστορικότερο σχολείο της Κύπρου, που όλο και
αναβιώνει στις καρδιές μας, από σήμερα έχουμε ελπίδες ότι θα αναβιώσει
αληθινά, θα γίνει και πάλι ο «φάρος της ελληνικής παιδείας» και θα
επανακτήσει τη θέση που του αρμόζει στην κοινωνία μας.
Η Ιδρυτική πράξη της Ελληνικής Σχολής Λευκωσίας, όπως αρχικά ονομάστηκε, υπογράφηκε την 1η
Ιανουαρίου 1812 από τον Αρχιεπίσκοπο, και μετέπειτα Εθνομάρτυρα,
Κυπριανό, που καθόρισε την προσήλωση στα ιδεώδη της ελληνοχριστιανικής
παράδοσης.
Εξαιτίας της έλλειψης παιδείας, και «..δια να ωφελήσωμεν και
ημείς τους συμπατριώτας ημών», διακήρυττε ο Αρχιεπίσκοπος, ιδρύεται
Ελληνική Σχολή, όπου θα διδάσκονται «ελληνικά μαθήματα» –«το μόνον μέσον
όπου στολίζουσι τον ανθρώπινον νουν»– και η «πάτριος πίστις», ώστε να
γίνονται οι άνθρωποι «άνδρες θεοσεβείς, φρόνιμοι, πολιτικοί, δίκαιοι και
φιλοπάτριδες». Η σχολή αφιερώθηκε στην Αγία Τριάδα, και στην υπόγεια
κρύπτη της ο Κυπριανός λίγα χρόνια αργότερα έδωσε τον όρκο των Φιλικών,
προδικάζοντας έτσι και το τέλος του την 9η Ιουλίου 1821, αλλά
συνδέοντας και το σχολείο με τους αγώνες που αυτό επέπρωτο να δώσει για
την Ελευθερία. Μετά τους διωγμούς που εξαπέλυσαν οι Τούρκοι, η Σχολή
διαλύθηκε, αλλά ιδρύθηκε ξανά το 1830 από τον Αρχιεπίσκοπο Πανάρετο.
Το
1878, με την έναρξη της βρετανικής αποικιοκρατίας, προέβαλλε επιτακτική η
ανάγκη να αναβαθμιστεί η Σχολή και να καταστεί ισότιμη προς τα σχολεία
της Ελλάδας, προκειμένου να ενισχύεται περαιτέρω το εθνικό φρόνημα και
οι νέοι μας να μπορούν να συνεχίζουν τη μόρφωσή τους στο Πανεπιστήμιο
της Αθήνας. Με τη συμβολή της αδελφότητας των Κυπρίων της Αιγύπτου, και
υπό τον Αρχιεπίσκοπο Σωφρόνιο, αποφασίστηκε η ίδρυση του Παγκυπρίου
Γυμνασίου, που πρωτολειτούργησε το 1893 με 170 μαθητές, 11 καθηγητές
και με πρώτο διευθυντή τον Ιωάννη Δέλλιο από τις Σέρρες. Τον Δεκέμβριο
του ίδιου χρόνου έφτασε και η πολυπόθητη είδηση της επίσημης αναγνώρισης
του σχολείου από το Υπουργείο Παιδείας της Ελλάδας.
Από τα
πρώτα χρόνια λειτουργίας του η φήμη του σχολείου, ως «φυτωρίου της
υγιούς διαπλάσεως της νεότητος» και «μικρού πανεπιστημίου του Ελληνισμού
της Ανατολής», διαδόθηκε παντού. Με σκοπό την εξάπλωση της μόρφωσης σε
όλο τον πληθυσμό, το 1894 ιδρύθηκε Διδασκαλείο προσαρτημένο στο
Γυμνάσιο, απ’ όπου, τα 40 και πλέον χρόνια της λειτουργίας του,
αποφοίτησαν 813 δάσκαλοι, κήρυκες της εθνικής ιδέας και της ορθοδοξίας.
Παρά την αφελληνιστική πολιτική των Βρετανών και τα σκληρά μέτρα κατά
της παιδείας, το σχολείο επιβίωσε και προόδευσε χάρη στην Εκκλησία, που
ανάμεσα στ’ άλλα προσέφερε τη γη για την ανέγερσή του, και στις χορηγίες
και τις ευεργεσίες του λαού προς αυτό.
Με το
ξέσπασμα του Ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897, είκοσι μαθητές του
Παγκυπρίου Γυμνασίου, σύμφωνα με τον τότε γυμνασιάρχη Μιχαήλ Βολονάκη,
«ακάθεκτοι κατέλιπον τα μαθητικά εδώλια.. ίνα αγωνίσωνται τον αγώνα της
γιγαντομάχου πατρίδος». Έκτοτε, μαθητές του έλαβαν μέρος σε όλους τους
εθνικούς αγώνες –Βαλκανικούς Πολέμους, Μικρασιατική Εκστρατεία,
Ελληνοϊταλικό Πόλεμο– ενώ πρωτοστάτησαν στον Απελευθερωτικό Αγώνα της
ΕΟΚΑ, με αποκορύφωμα τη μάχη της Σεβερείου, και σε όλες τις κρίσιμες
στιγμές της ιστορίας μας. Στον κατάλογο των αποφοίτων του Παγκυπρίου
περιλαμβάνονται προσωπικότητες που σημάδεψαν την πολιτική, πολιτιστική,
πνευματική και επιστημονική ζωή –όπως οι Αρχιεπίσκοπος Μακάριος Γ΄,
Γεώργιος Γρίβας, Χρυσόστομος Α’, Γλαύκος Κληρίδης, Τάσσος Παπαδόπουλος,
Βάσος Λυσσαρίδης, Κώστας Μόντης, Χριστόφορος Πισσαρίδης– ενώ δίδαξαν σε
αυτό μεγάλοι δάσκαλοι –ο επί δεκαετίες Γυμνασιάρχης Κωνσταντίνος
Σπυριδάκις, οι Φρίξος Πετρίδης, Αδαμάντιος Διαμαντής, Τηλέμαχος Κάνθος,
Κύπρος Χρυσάνθης και άλλοι– προσωπικότητες πανελλήνιας, και όχι μόνο,
εμβέλειας.
Η
ανοδική και καρποφόρα όμως πορεία του Παγκυπρίου Γυμνασίου ανακόπηκε
πριν 40 περίπου χρόνια, αφενός ως αποτέλεσμα των μεγάλων αλλαγών που
επέφερε η Τουρκική Εισβολή, αλλά και αφετέρου μέσα σε ένα γενικότερο
κλίμα απόρριψης του παρελθόντος και των εθνικών μας δεσμών. Στο όνομα
μιας κακώς νοούμενης «ισότητας» των σχολείων και μιας πολιτικής για
«εκδημοκρατικοποίηση» της παιδείας, το Παγκύπριο Γυμνάσιο υποβιβάστηκε
και οδηγήθηκε σε παρακμή. Εγκαταλείφθηκε κτηριακά στη φθορά του χρόνου,
αφέθηκε χωρίς εκπαιδευτική περιφέρεια και αποψιλώθηκε πληθυσμιακά,
στερήθηκε των αθλητικών του εγκαταστάσεων στην τάφρο Λευκωσίας, είδε
μέρος των κληροδοτημάτων και των βραβείων του να δίνονται σε άλλα
σχολεία, έμεινε χωρίς βιβλιογραφική ενημέρωση η Σεβέρειος Βιβλιοθήκη. Η
αυτονομία και η υπόστασή του ως σχολείου δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης
παραβιάστηκε με την εγκατάσταση σε αυτό επί διετία σχολής ανώτερης
βαθμίδας, ενώ παράλληλα γίνονταν σκέψεις για μετατροπή του σε Μουσείο ή
υπαγωγή του στο Πανεπιστήμιο Κύπρου και στέγαση σε αυτό κάποιας Σχολής ή
Γραφείων Διοίκησης. Παρά τις μεμονωμένες κατά καιρούς προσπάθειες, ποτέ
μέχρι τώρα δεν έγινε συντονισμένη προσπάθεια για ανάκαμψη του σχολείου,
με αποτέλεσμα σήμερα το Παγκύπριο Γυμνάσιο να αντιμετωπίζει σοβαρά
κτηριακά και λειτουργικά προβλήματα.
Το
Παγκύπριο Γυμνάσιο είναι συνυφασμένο με τη σύγχρονη ιστορία της Κύπρου. Η
αποκατάσταση της αίγλης και της προσφοράς του στα ελληνικά γράμματα και
στην παιδεία, είναι σήμερα περισσότερο από ποτέ επιβεβλημένη. Η
επιτυχία μας στον τομέα αυτό θα κρίνει την ικανότητά μας να
ανταποκριθούμε επάξια στο όραμα των ιδρυτών, των ευεργετών και των
μεγάλων του δασκάλων, και θα αποτελέσει μέρος της δικής μας συνδρομής
στο μέλλον της πατρίδας μας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου