Του Πέτρου Τζιά, Δρος Χημικού Μηχανικού
Όλοι μιλάμε για το χρόνο, ακούμε για το χρόνο, συναισθανόμαστε το χρόνο, αλλά όταν μας ζητηθεί να ορίσουμε τί είναι ο χρόνος δυσκολευόμαστε να απαντήσουμε, δεν μπορούμε να δώσουμε ένα σαφή και συγκεκριμένο ορισμό.
Πολλοί συνήθως λένε, ο χρόνος είναι κάτι που ρέει, που τρέχει, κάτι στο οποίο συμβαίνουν διάφορες αλλαγές. Αυτή η απλοϊκή απάντηση δεν διαφέρει πολύ από την πραγματικότητα.
Η έννοια του χρόνου συνδέεται άμεσα με τον χώρο που μας περιβάλλει, τα αντικείμενα που υπάρχουν μέσα σ` αυτό το χώρο και τις μεταβολές τους ως προς την κατάστασή τους και την θέση τους.
Εάν υποθέσουμε ότι δεν γινόταν καμμία μεταβολή, ότι όλα ήταν ακίνητα, ότι όλα ήταν αμετάβλητα ως προς την κατάστασή τους και την θέση τους. Και ότι πάγωναν ακόμη και οι σκέψεις μας. Τότε δεν θα υπήρχε χρόνος. Οι μεταβολές λοιπόν που συμβαίνουν γύρω μας και η αλληλουχία των γεγονότων, μας δημιουργούν μία αίσθηση που ονομάζουμε χρόνο, ροή του χρόνου.
Εάν υποθέσουμε ότι δεν γινόταν καμμία μεταβολή, ότι όλα ήταν ακίνητα, ότι όλα ήταν αμετάβλητα ως προς την κατάστασή τους και την θέση τους. Και ότι πάγωναν ακόμη και οι σκέψεις μας. Τότε δεν θα υπήρχε χρόνος. Οι μεταβολές λοιπόν που συμβαίνουν γύρω μας και η αλληλουχία των γεγονότων, μας δημιουργούν μία αίσθηση που ονομάζουμε χρόνο, ροή του χρόνου.
Η έννοια του χρόνου απασχόλησε από την αρχαιότητα τους σοφούς, όπως τον Πλάτωνα, τον Αναξίμανδρο, τον Αριστοτέλη κλπ. Ο Πλάτωνας έλεγε πχ. ότι ο χρόνος μεταβάλλεται κατά κυκλικό τρόπο, ότι δηλαδή πολλά πράγματα και γεγονότα επαναλαμβάνονται, ενώ ο Αριστοτέλης υποστήριζε ότι ο χρόνος μεταβάλλεται γραμμικά, ότι δηλαδή τα γεγονότα που ακολουθούν δεν είναι ποτέ ακριβώς ίδια με αυτά που έχουν προηγηθεί και αυτό φαίνεται να είναι σωστότερο σύμφωνα με τις σημερινές αντιλήψεις. Μπορεί να παρατηρούμε δηλαδή στη φύση κάποια περιοδικότητα μεταξύ κάποιων γεγονότων, όπως η συνεχής εναλλαγή της μέρας με τη νύχτα ή των διαφόρων εποχών από έτος σε έτος, όμως ποτέ αυτά που συνέβησαν την χθεσινή μέρα δεν είναι τα ίδια με της σημερινής ή της επόμενης.
Ο άνθρωπος για να διευκολύνεται στην ζωή του χρειάζεται να μετράει το χρόνο, και γι` αυτό χρησιμοποιεί ως μέτρο του χρόνου την διάρκεια διαφόρων περιοδικών φαινομένων, όπως την περιστροφή της γης γύρω από τον ήλιο, την περιστροφή της γής γύρω από τον εαυτό της κλπ. και έτσι ορίζει και μονάδες μέτρησης του χρόνου όπως οι ώρες, τα λεπτά κλπ. και έτσι μπορεί και μετράει το χρόνο διαφόρων γεγονότων στην φύση, αντιλαμβάνεται, έχει την αίσθηση της διάρκειας των διαφόρων γεγονότων που λαμβάνουν χώρα γύρω του. Η επιστήμη της Φυσικής ασχολείται με τις έννοιες του χρόνου και του χώρου, εμείς όμως στη σημερινή μας ομιλία δεν θα ασχοληθούμε με το χρόνο από αυτή τη άποψη, από επιστημονικής δηλαδή σκοπιάς, αλλά θα ασχοληθούμε με την σχέση του ανθρώπου με το χρόνο και μάλιστα από πνευματικής απόψεως.
ΧΡΟΝΟΣ ΚΑΙ ΦΘΟΡΑ
Παρατηρώντας τις μεταβολές που συμβαίνουν μέσα στο χώρο με την πάροδο του χρόνου διαπιστώνουμε ότι υπάρχει μία συνεχής ροή γεγονότων, δεν υπάρχει στασιμότης, τα πάντα μεταβάλλονται συνεχώς. Κάποιες από αυτές τις μεταβολλές, οι περισσότερες, φαίνεται ότι ακολουθούν μία προδιαγεγραμμένη πορεία, ακολουθούν κάποιους νόμους που τους ονομάζουμε νόμους της φύσεως. Σ` αυτούς τους νόμους υπακούει όλη η κτίση και η άψυχη φύση και τα φυτά και τα έμβια όντα. Υπάρχουν όμως και κάποιες μεταβολές που έχουν κάποιους βαθμούς ελευθερίας και αυτό συμβαίνει στα ζώα, αλλά κυρίως στον άνθρωπο. Τα ζώα ενώ υπόκεινται και αυτά στους νόμους της φύσεως φαίνεται ότι επιλέγουν κάποιες από τις ενέργειές τους, πχ. την τροφή τους, το μέρος που θα φτιάξουν την φωλιά τους κλπ. Όμως και σ` αυτές τους τις ενέργειες δεν υπάρχει απόλυτη ελευθερία, αφού υπακούουν στα ένστικτά τους, δεν σκέφτονται και να αποφασίσουν τελείως ελεύθερα. Μόνο ο άνθρωπος είναι προικισμένος με την ελευθερία της βουλήσεώς του και μπορεί ελεύθερα να επιλέγει κατά περίσταση και να αποφασίζει και να καθορίζει τις πράξεις του, βέβαια υποκείμενος πάντοτε ως προς την υλική του υπόσταση στους φυσικούς νόμους.
Μελετώντας τους νόμους που υπάρχουν στην υλική φύση διαπιστώνουμε την ύπαρξη ενός καθολικού νόμου που έχει άμεση σχέση με το χρόνο, με την ροή του χρόνου. Διαπιστώνουμε την ύπαρξη μίας γενικής αρχής που διέπει τα πάντα. Τον νόμο της φθοράς. Όλες οι μεταβολές που συμβαίνουν γύρω μας καθώς ο χρόνος περνάει φαίνεται ότι ακολουθούν μία πορεία φθοράς. Τα φυτά πχ. φυτρώνουν, αναπτύσσονται και μετά μαραίνονται, γερνάναι και εξαφανίζονται. Το ίδιο συμβαίνει και με τα ζώα. Και αυτά γεννιούνται, μεγαλώνουν και μετά αρχίζουν και γερνάνε και στο τέλος πεθαίνουν και αφανίζονται. Αυτή η φθορά παρατηρείται επίσης και στην ανόργανη, την άψυχη ύλη. Ένα κομμάτι εδάφους για παράδειγμα που ήταν εύφορο μετά από κάποια χρόνια γερνάει και δεν μπορεί πλέον να δώσει βλάστηση, δεν αποδίδει τίποτα. Οι επιστήμονες λένε ότι και η γή αλλά και ο ήλιος και άλλα αστέρια βαδίζουν σε μία πορεία φθοράς και μετά από πάρα πολλά χρόνια τελικά θα καταστραφούν. Αυτό έχει ήδη συμβεί και συμβαίνει στο σύμπαν σε αστέρια, ακόμη και σε γαλαξίες όπως λένε οι αστρονόμοι. Οι διάτοντες αστέρες που βλέπουμε τις καλοκαιρινές νύχτες να πέφτουν από τον ουρανό, όταν ο ουρανός είναι καθαρός, δεν είναι παρά υπολείματα κατεστραμμένων αστεριών που όπως πέφτουν προς την γη και έρχονται σε επεφή με την ατμόσφαιρά της από την τριβή καίγονται και διαλύονται.
Από το νόμο αυτό της φθοράς δεν είναι άμοιρος και ο άνθρωπος. Γεννιέται σε μία δεδομένη χρονική στιγμή, για κάποιο χρόνο φαίνεται ότι αναπτύσσεται, μετά όμως αρχίζει η πτωτική του πορεία, αρχίζει να γερνάει και στο τέλος πεθαίνει. Στην πραγματικότητα από την στιγμή που θα γεννηθεί είναι προδιαγεγραμμένο ότι θα πεθάνει και αυτό δεν το λέει μόνο η εμπειρία της ανθρώπινης ιστορίας αλλά και η επιστήμη της βιολογίας. Παρά τις φιλότιμες προσπάθειες της επιστήμης, της ιατρικής και της βιολογίας η πορεία αυτή δεν είναι δυνατόν να αναστραφεί. Το μόνο που έχει επιτευχθεί είναι μία μικρή παράταση του χρόνου της ζωής.
ΘΑΝΑΤΟΣ, ΤΟ ΦΡΑΓΜΑ ΜΕΤΑΞΥ ΧΡΟΝΟΥ ΚΑΙ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑΣ
Από όλα αυτά λοιπόν φαίνεται ότι ο χρόνος είναι άρρηκτα συνδεδεμένος με την φθορά και τον θάνατο. Θα πρέπει όμως να επισημάνουμε ότι η άψυχη ύλη, τα φυτά και τα ζώα υφίστανται μεν τη φθορά και τον θάνατο δεν συναισθάνονται όμως τη μοίρα τους. Ακόμη και τα ζώα, τα οποία καθώς γερνάνε, αισθάνονται πόνο και υποφέρουν σωματικά δεν συναισθάνονται τι τους περιμένει. Δεν είναι όμως το ίδιο με τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος έχει κάτι μέσα του που τον κάνει να έχει επίγνωση της υπάρξεώς του σαν ξεχωριστής οντότητας και προσωπικότητας καθώς επίσης της κατάστασής του. Αυτό είναι η συνείδηση, η αυτοσυνειδησία και αυτό το ιδίωμα από όλα τα έμβια όντα στην υλική κτίση το έχει μόνο ο άνθρωπος. Επίσης από όλα τα όντα στην υλική φύση ο άνθρωπος και μόνο ο άνθρωπος διαθέτει την σκέψη. Σκέφτεται και μπορεί να καταλαβαίνει την κατάστασή του, πού οδηγείται και τί τον περιμένει. Υπάρχει όμως και κάτι άλλο που βρίσκεται βαθειά μέσα του, το οποίο παράλληλα με την αυτοσυνειδησία, την σκέψη και την συναίσθηση της μοίρας του καθιστά τον άνθρωπο ένα πραγματικά τραγικό ον. Και αυτό είναι η έντονη επιθυμία του για τη ζωή και μάλιστα για μία ζωή που διαρκεί αιώνια και δεν διακόπτεται από τον θάνατο μετά από κάποιο πεπερασμένο διάστημα χρόνου. Ο άνθρωπος λοιπόν σύρεται στο άρμα του χρόνου ακούσια, χωρίς να μπορεί να αντιδράσει προς καταστάσεις ανεπιθύμητες, όπως το γήρας και η φθορά και προς ένα τέλος που το απεχθάνεται, το μισεί και το οποίο τον τρομάζει. Αυτό γεμίζει τον άνθρωπο με θλίψη, καθιστά την ζωή του δυστυχισμένη και όταν συλλογίζεται και το αβέβαιο της διάρκειας της ζωής του και το άδηλο του τέλους του, ζει και περνάει το χρόνο της ζωής του με άγχος και αγωνία.
Υπάρχουν βέβαια ωραία πράγματα στη ζωή που καθιστούν τον άνθρωπο ευτυχισμένο, όπως οι διάφορες υλικές απολαύσεις, τα ταξίδια αναψυχής, η φύση με τα μαγευτικά της τοπία, οι διασκεδάσεις, οι εορτές, η συναναστροφή με αγαπημένα πρόσωπα, η δημιουργία οικογένειας, η απόκτηση τέκνων, η δημιουργία στον επαγγελματικό, τον επιστημονικό ή καλλιτεχνικό χώρο κλπ. Εκεί όμως που ο άνθρωπος είναι απορροφημένος απ` αυτές τις καταστάσεις τις ευχάριστες και ζει χαρούμενος και ευτυχισμένος συμβαίνουν, χωρίς να το θέλει, γεγονότα που του θυμίζουν την μοίρα του, ότι νομοτελειακά χωρίς να το θέλει και να μπορεί να το εμποδίσει οδηγείται σιδηροδέσμιος με το πέρασμα του χρόνου στη φθορά και το θάνατο. Εκεί που προσωρινά ζει αμέριμνος και ο χρόνος περνά ήρεμα ο θάνατος ενός προσφιλούς προσώπου είτε πρόωρα είτε από γεράματα τον γεμίζει θλίψη και παράλληλα του υπενθυμίζει ότι και αυτός και τα αγαπημένα του πρόσωπα, αργά ή γρήγορα, θα έχουν την ίδια τύχη. Η πληροφορία ότι ένα κοντινό του πρόσωπο έχει προσβληθεί από μία ανίατη ασθένεια και είναι καταδικασμένο ή το άκουσμα ενός θανατηφόρου ατυχήματος του δημιουργεί ανάλογα συναισθήματα. Αλλά και καθώς γερνάμε εμείς και οι προσφιλείς μας άνθρωποι και βλέπουμε το σώμα μας να φθείρεται και να χάνει τις δυνάμεις του, πάλι σαν απρόσκλητος επισκέπτης έρχεται στο μυαλό μας η πεπερασμένη χρονική διάρκεια της ζωής μας και ότι το τέλος και ο θάνατος αργά ή γρήγορα θα έλθει και για μας και τότε κόβονται τα πόδια μας και θλίψη γεμίζει την ψυχή μας. Επίσης και οι νέοι που κάνουν σχέδια για το μέλλον και προς στιγμήν είναι χαρούμενοι και αισιόδοξοι πόσο προβληματίζονται, σοκάρονται και συστέλλονται και χάνουν το θάρρος τους από παρόμοιες καταστάσεις και γεγονότα.
Τελικά ο χρόνος είναι αδυσώπητος, σκληρός και ανελέητος και ο άνθρωπος άρρηκτα συνδεδεμένος μαζί του στέκεται μπροστά του με δέος και αδύναμος να τον νικήσει. Όταν με το πέρασμά του αφήνει πίσω δυσάρεστες καταστάσεις προξενεί στην ψυχή μας πόνο και θλίψη που δύσκολα σβήνουν και όταν αφήνει πίσω ευχάριστα γεγονότα μαζί με την γλυκειά τους ανάμνηση φέρει και μία μελαγχολία για τον παροδικό τους χαρακτήρα και την ματαιότητά τους στο σύντομο χρόνο της ζωής μας.
Μερικοί έχουν την γνώμη ότι είναι καλλίτερα να μην σκεφτόμαστε την φθορά και το τέλος, να τα βγάζουμε από το μυαλό μας και να ζούμε το παρόν. Αυτό όμως ούτε σωστή λύση είναι αλλά ούτε και είναι δυνατό. Το να μην σκέφτεσαι κάτι κακό που έρχεται δεν συνεπάγεται ότι μπορείς να το αποφύγεις. Είναι στρουθοκαμηλισμός. Η στρουθοκάμηλος όταν βλέπει κάποιο κίνδυνο να πλησιάζει βάζει το κεφάλι της μέσα στο χώμα και νομίζει ότι, επειδή δεν βλέπει τον κίνδυνο, θα τον αποφύγει. Δεν είναι όμως έτσι.Τα δυσάρεστα θα έλθουν έτσι κι` αλλοιώς είτε τα βγάζουμε από το μυαλό μας είτε όχι. Όμως και το να πει κανείς ότι θα σταματήσει να σκέπτεται πράγματα που τον αφορούν τόσο άμεσα είναι αδύνατον. Οι σκέψεις έρχονται στο μυαλό χωρίς να το καταλάβουμε, χωρίς να μπορούμε να τις εμποδίσουμε και η αίσθηση και η συνείδηση της μοίρας μας δεν είναι δυνατόν να αποφευχθεί.
Κάποιοι άλλοι προσπαθούν με άλλο τρόπο να μην σκέπτονται την μοίρα που τους επιφυλάσσει ο χρόνος επιδιδόμενοι αλόγιστα σε υλικές απολαύσεις προσπαθώντας να ζούν το παρόν όσο το δυνατόν πιο ευχάριστα ή γίνονται εγωϊστές και ενδιαφέρονται μόνο για τον εαυτό τους αδιαφορώντες για όλους τους άλλους. Όσο όμως και να προσπαθούν να καταπνίξουν την φωνή της συνείδησής τους, αυτή τους ελέγχει εσωτερικά και τους παιδεύει. Υπάρχουν πολλά παραδείγματα ανθρώπων αυτού του είδους που ενώ έχουν μεγάλη οικονομική άνεση και ζουν μία πολυδάπανη και τρυφηλή ζωή αντιμετωπίζουν πολλά ψυχολογικά προβλήματα, είναι εν τέλει δυστυχισμένοι και πολλές φορές μη μπορώντας να βρουν κάποια διέξοδο καταλήγουν στο αλκοόλ και τα ναρκωτικά. Αυτούς όμως τους περιμένει και μία δυσάρεστη έκπληξη όταν ο χρόνος της ζωής τους φθάσει στο τέλος του και βρίσκονται μπροστά στο θάνατο. Ξαφνιάζονται από το τέλος που έρχεται, είναι τελείως απροετοίμαστοι, αισθάνονται χαμένοι και είναι γεμάτοι απορία βλέποντας να έρχεται κάτι ξένο, κάτι που πάντοτε προσπαθούσαν να βγάζουν από το μυαλό τους και έχουν τρομερή αγωνία φόβο και τρόμο για το άγνωστο που θα επακολουθήσει. Εκείνες τις τελευταίες ώρες είναι πολύ δυστυχισμένοι, εκτός βέβαια από τα πολύ χειρότερα που τους περιμένουν και για τα οποία θα μιλήσουμε αργότερα.
Την ίδια τύχη έχουν και αυτοί που αναλώνουν την ζωή τους σε μάταιες φροντίδες και ασχολίες. Αυτοί πχ. που απορροφώνται τελείως από τις υποθέσεις της εργασίας τους, τις προσπάθειες για την αύξηση της περιουσίας τους, την κοινωνική τους καταξίωση ή επιδίδονται σε διάφορες κοσμικές συνήθειες και εκδηλώσεις, όχι κατ` ανάγκην αμαρτωλές. Όλα αυτά όμως εις βάρος της πνευματικής τους ζωής, όταν δεν αφήνουν καθόλου περιθώριο για πνευματική ενασχόληση και για την ψυχική τους καλλιέργεια. Και αυτοί, όταν ξαφνικά έλθει το τέλος, τους κυριεύει φόβος και αγωνία, βρίσκονται σε αμηχανία και αισθάνονται θλίψη από το γεγονός ότι όλα τα υλικά αγαθά που έχουν ετοιμάσει, όλες οι κοσμικές εκδηλώσεις και επιδιώξεις που γέμιζαν την ζωή τους και που της έδιναν νόημα θα πάψουν να υπάρχουν πλέον γι` αυτούς, δεν θα είναι πλέον δυνατόν να τους εξυπηρετήσουν και να τους ευχαριστήσουν. Τότε καταλαβαίνουν την ματαιότητα όλων αυτών, αλλά πλέον είναι αργά. Ο Μέγας Βασίλειος λέει ότι η αμετανόητη και αμαρτωλή ψυχή καθώς αποχωρίζεται από το σώμα γυρίζει το βλέμα της πίσω στη γή και αναζητεί το σώμα και όλα τα υλικά μέσα για να ικανοποιήσει τα πάθη με τα οποία είναι γεμάτη και μακριά από το σώμα μη μπορώντας να βρεί ικανοποίηση αισθάνεται πόνο και θλίψη. Στη χρόνο της επίγειας ζωής του ο άνθρωπος έχει την δυνατότητα να καθαρίσει την ψυχή του από την αρρώστια των παθών με την μετάνοια. Μετά τον θάνατο αυτό είναι αδ
Απ` όλα όσα είπαμε πόσο τραγικό και δυστυχισμένο ον φαίνεται ότι είναι ο άνθρωπος. Σηκώνει βαρύ το φορτίο του πεπερασμένου χρόνου της ζωής του με πόνο, άγχος και αγωνία και οι χαρές της ζωής του είναι αναμεμιγμένες με θλίψεις. Γεννιέται και με το που έρχεται στον κόσμο ενατενίζει την φθορά και τον θάνατο. Έχει βαθειά ριζωμένο μέσα του τον πόθο για αιώνια ζωή, αισθάνεται ότι είναι φτιαγμένος για την αιωνιότητα, όμως διαπιστώνει ότι νομοτελειακά και ακούσια οδηγείται προς το θάνατο. Πόσο άδικη και παράλογη φαίνεται η ζωή όταν την βλέπουμε έτσι και εύλογα και αυθόρμητα έρχεται στα χείλη όλων ένα ̏γιατί;˝ , γιατί να είναι έτσι τα πράγματα;
Πολλοί φιλόσοφοι από τα αρχαία χρόνια ασχολήθηκαν με τα ανωτέρω προβλήματα του ανθρώπου. Διατυπώθηκαν διάφορες φιλοσοφικές θεωρίες που προσπάθησαν να δώσουν κάποιες απαντήσεις στα αγωνιώδη ερωτήματα του ανθρώπου σχετικά με το χρόνο και τον θάνατο. Κανείς δεν μπόρεσε να ικανοποιήσει τον άνθρωπο, κανείς δεν κατόρθωσε να απαλύνει τον πόνο του, να αφαιρέσει τη θλίψη από την ψυχή του και να σφουγγίσει τα δάκρυα από τα μάτια του. Ο άνθρωπος δια μέσου των αιώνων περιπλανόμενος μακριά από τον Θεό, δέσμιος της αμαρτίας και της φθοράς, ερχόταν και έφευγε από την ζωή έχοντας στα χείλη της ψυχής του το αγωνιώδες ερώτημα σαν τον Απόστολο Παύλο: ˝Ταλαίπωρος εγώ ο άνθρωπος, τις με ρύσεται εκ του σώματος του θανάτου τούτου; (Ρωμ. 7,24)˝.
(Καταλαβαίνω ότι με όσα ειπώθηκαν έχει δημιουργηθεί ένα συναίσθημα κατάθλιψης στην καρδιά σας, έχει γίνει μαύρη η ψυχή σας θα λέγαμε. Ελπίζω όμως ότι θα σας αποζημιώσω. Με όσα θα πούμε στην συνέχεια θα αλλάξει τελείως η ατμόσφαιρα και η διάθεσή σας).
Κανείς λοιπόν δεν μπόρεσε να λύσει το πρόβλημα αυτό του ανθρώπου και να του δώσει πραγματική ελπίδα, κανείς εκτός από τον Θεάνθρωπο Ιησού. Ο Κύριός μας ήλθε στον κόσμο και έβγαλε το ανθρώπινο γένος από την απελπισία και το αδίέξοδο. Μας συμφιλίωσε πάλι με τον Θεό και δια της αναστάσεώς του κατέλυσε το κράτος του θανάτου. Ο Υιός του Θεού, το δεύτερο πορόσωπο της Αγίας Τριάδος αναλαμβάνων την ανθρώπινη φύση, δια του σταυρικού του θανάτου και της ζωηφόρου αναστάσεώς του ενίκησε τον θάνατο και έδωσε και σε όλο το ανθρώπινο γένος την δυνατότητα της ανάστασης, της αθανασίας και της αιώνιας ζωής. Αφαίρεσε τη λύπη και το άγχος από την ψυχή μας και μας χάρισε χαρά, ειρήνη και αισιοδοξία. Έδωσε νόημα και περιεχόμενο στον χρόνο της ζωής του ανθρώπου και στον προορισμό του. Το πως επιτυγχάνεται αυτό θα προσπαθήσουμε να το περιγράψουμε εν συντομία στη συνέχεια.
Ο ΘΕΑΝΘΡΩΠΟΣ ΙΗΣΟΥΣ ΚΑΤΑΡΓΕΙ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ, ΕΝΩΝΕΙ ΤΟΝ ΧΡΟΝΟ ΜΕ ΤΗΝ ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ
Για να γίνει κατανοητό το σωτηριολογικό έργο του ανθρώπου από τον Κύριό μας θα πρέπει να υπενθυμίσουμε ορισμένα πράγματα από την πίστη μας σαν ορθόδοξοι χριστιανοί. Τονίζουμε δε ότι αυτό που πιστεύουμε δεν είναι εφεύρεση της ανθρώπινης σκέψης, δεν είναι αποτέλεσμα της φιλοσοφικής διανόησης αλλά αποκάλυψη από τον ίδιο τον Θεό προς τους ανθρώπους.
Σύμφωνα λοιπόν με την πίστη μας ο Θεός, ο οποίος είναι τριαδικός προυπήρχε προ πάντων των αιώνων και είναι πέραν του χρόνου. Την ουσία του κανείς εκτός από τα πρόσωπα της Αγίας Τριάδος δεν την γνωρίζει, ούτε ακόμη και αυτές οι ανώτερες αγγελικές δυνάμεις. Ο Θεός είναι άπειρος και παντοδύναμος και δημιούργησε τα πάντα εκ του μηδενός. Πριν την δημιουργία ο χρόνος δεν υπήρχε, παρά μόνο η έννοιά του στην βούληση και στο σχέδιο του Θεού. Με την έναρξη της δημιουργίας αρχίζει να υπάρχει και ο χρόνος. Ο Θεός λοιπόν κατ` αρχήν εδημιούργησε τον αγγελικό, τον πνευματικό κόσμο, μετά την υλική φύση και τέλος το τελειότερο των δημιουργημάτων του, τον άνθρωπο. Ο άνθρωπος μετέχει και της πνευματικής φύσεως με την ψυχή του και της υλικής φύσεως με το σώμα του. Ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο κατ` εικόνα και καθ` ομοίωσή του, δηλαδή του δόθηκε μεν η εικόνα του Θεού εξ αρχής αλλά την ομοίωσή του με τον Θεό θα έπρεπε να την επιτύχει με την δική του την προσπάθεια, και την βοήθεια βέβαια του Θεού και σιγά-σιγά να γίνει κατά χάριν Θεός. Ένα άλλο ιδίωμα του Θεού είναι η αγάπη. Ο άγιος Ιωάννης ο θεολόγος μας λέει ότι ̏ο Θεός αγάπη εστίν˝. Ο Θεός από αγάπη εδημιούργησε τον άνθρωπο και γι ` αυτό του επιφύλαξε έναν υψηλό προορισμό, να τελειοποιηθεί και να μπορεί να ζει ο αιώνια μαζί με τον Θεό που είναι η πηγή της μακαριότητας και κάθε ευτυχίας. Έτσι ο Θεός τοποθέτησε τον άνθρωπο μέσα στον Παράδεισο όπου επικοινωνώντας με τον Θεό διαρκώς θα κατώρθωνε την τελειοποίησή του. Η ζωή του εκεί ήταν εύκολη και ευτυχισμένη χωρίς καθόλου κόπο, μόχθο ή θλίψεις. Θάνατος δεν υπήρχε. Ο άνθρωπος εάν ακολουθούσε το θέλημα του Θεού δεν θα πέθαινε. Δεν θα διακόπτονταν ο χρόνος της ζωής του από τον θάνατο. Σαν εικόνα του Θεού όμως ο άνθρωπος είχε και το προσόν, το ιδίωμα του αυτεξουσίου, την ελευθερία δηλαδή της βουλήσεώς του και στη ζωή του θα έπρεπε να επιλέγει το θέλημα του Θεού ελεύθερα και όχι αναγκαστικά.
Έκανε όμως κακή χρήση αυτού του του προνομίου, αυτού του σπουδαίου δώρου του Θεού, της ελευθερίας του. Παρήκουσε την εντολή του Θεού, εξαπατηθείς από τον Διάβολο με αποτέλεσμα να χάσει την επικοινωνία του με τον Θεό και να εκδιωχθεί από τον Παράδεισο. Μακριά από τον Θεό αιχμαλωτίστηκε στα δίχτυα της αμαρτίας και του Σατανά. Ο νους του και η κρίση του θόλωσε. Πλασμένος για την ευτυχία την αναζητεί σε λάθος δρόμους, όπως στην ηδονή που προσφέρει η αμαρτία με αποτέλεσμα να απομακρύνεται συνεχώς από τον Θεό και να κερδίσει τελικά αντί της αθανασίας και της αιωνιότητας την φθορά και τον θάνατο. Πλασμένος να ζεί ευτυχισμένος κερδίζει την δυστυχία, αντί για την αιωνιότητα ζεί ένα πεπερασμένο χρόνο γεμάτο θλίψεις και ταλαιπωρίες. Και μέσα στην καταστροφική του πορεία παρασύρει και την φύση, η οποία συστενάζει και συνοδίνει μαζί του, οπως μας λέει ο Απόστολος Παύλος.
Ο πολυεύσπλαχνος Θεός όμως δεν ήταν δυνατόν να αφήσει αβοήθητο το πλάσμα του, ούτε θα επέτρεπε να ματαιωθεί από τον Σατανά το σχέδιό του για τον άνθρωπο για αγιασμό, θέωση και αθανασία. Προ της δημιουργίας του κόσμου, ο Θεός σαν παντογνώστης προγνώριζε την πιθανότητα πτώσης του ανθρώπου γι` αυτό και είχε έτοιμο το σχέδιό του. Όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου έστειλε στον κόσμο τον μονογενή του Υιό για να σώσει τον κόσμο. Το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος, ο Υιός του Θεού έρχεται στον κόσμο και γεννιέται από την Παρθένο Μαρία και το Πανάγιο Πνεύμα. Γίνεται άνθρωπος καθ` όλα όμοιος με εμάς εκτός της αμαρτίας. Στο πρόσωπο του Υιού του Θεού είναι ενωμένες ασυγχύτως και αδιαιρέτως και η ανθρωπίνη και η θεϊκή φύση. Ο Κυριός μας ήταν τέλειος Θεός αλλά και τέλειος άνθρωπος. Διήλθε την ζωή του στη γη διδάσκων και ευεργετών τους ανθρώπους και κάνοντας πλήρη υπακοή στο Θεό, υπακοή δε μέχρι θανάτου. Στο πρόσωπο του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού πραγματοποιείται σε τέλειο βαθμό το σχέδιο του Θεού για τον άνθρωπο, αυτό που οι πρωτόπλαστοι στον Παράδεισο ήταν προορισμένοι να επιτύχουν ασκούμενοι στην αρετή, την κατά χάριν ομοίωσή τους με τον Θεό. Εκείνοι θα γινόντουσαν κατά χάριν Θεοί, ο Κύριος όμως ήταν μεν τέλειος άνθρωπος αλλά ως Θεός είχε αφ` εαυτού το καθ` ομοίωσιν, δεν ήταν ανάγκη να ασκηθεί για να το αποκτήσει, απλώς με την αγία του ζωή μας το απέδειξε. Στο πρόσωπο του Κυρίου μας η ανθρώπινη φύση βρίσκει την τελείωσή της, τον προορισμό για τον οποίο δημιουργήθηκε από τον Θεό. Δικαιούται επομένως την αθανασία και την αιώνια ζωή. Γι` αυτό και ο θάνατος δεν μπορεί να κρατήσει τον Θεάνθρωπο και έτσι ανασταίνεται και με την ανάστασή του χαρίζει στην ανθρώπινη φύση την δυνατότητα της ανάστασης και της αιώνιας ζωής. Ο Αδάμ με την παρακοή του κερδίζει τον θάνατο και τον κληροδοτεί σ` όλους τους ανθρώπους. Ο Κύριός μας με την υπακοή του κερδίζει την ανάσταση και την αιώνια ζωή και την χαρίζει σ` όλη την ανθρωπότητα. Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός ανακεφαλαιώνει το έργο του προορισμού του ανθρώπου που ματαίωσε ο Σατανάς, χαρίζει δηλαδή στον άνθρωπο τον αγιασμό, την θέωση και την αιώνια ζωή.
(Συνεχίζεται)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου