Πρωτ. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Οι
άνθρωποι στη σχέση μας με το Θεό και με τη θρησκεία ζητούμε κάτι το
οποίο πιστεύαμε ότι λείπει από τη ζωή μας.
Είναι η δικαιοσύνη. Είναι η
επιθυμία μας να ανταμειφθούμε για τα έργα μας, για τους κόπους, τα
χαρίσματά μας, αλλά και να δούμε να θεραπεύεται κάθε αδικία στη ζωή.
Να
δούμε δηλαδή όλους εκείνους οι οποίοι δεν προόδευσαν με τρόπο που να
αρμόζει στις πραγματικές τους δυνατότητες, ενίοτε μάλιστα κατάφεραν να
πάνε μπροστά ερχόμενοι σε αντίθεση με τις εντολές του Θεού, να πληρώνουν
για τις ανομίες τους. Να δούμε όλους εκείνους οι οποίοι είτε μας
αδικούν άμεσα, κάνοντάς μας κακό, είτε έμμεσα, λαμβάνοντας αυτό που θα
έπρεπε ή θα θέλαμε να λάβουμε εμείς, να πληρώσουν τα χρέη τους.
Λησμονούμε βεβαίως ότι έναντι του Θεού είμαστε όλοι οφειλέτες κατά
κάποιον τρόπο. Είτε είμαστε καλύτεροι από τους άλλους, είτε έχουμε
αξιοποιήσει με δίκαιο τρόπο τα χαρίσματά μας (δηλαδή με κόπο και
τιμιότητα), εντούτοις τίποτε από όσα διεκδικούμε δεν μπορεί να άρει τις
δικές μας αμαρτίες, τις δικές μας οφειλές έναντι του Θεού.
Κανείς από
εμάς δεν είναι αναμάρτητος. Και όντως θα έρθει η στιγμή που θα δώσουμε
όλοι λόγο για τις πράξεις μας, όπως επίσης και τις παραλείψεις μας. Κι
αυτή η ώρα θα είναι πρώτα κατά τη στιγμή του θανάτου μας και οριστικά
κατά τη Δευτέρα Παρουσία του Κυρίου μας, οπότε το κριτήριο της
δικαιοσύνης το οποίο απαιτούμε για τους άλλους θα ισχύσει πρωτίστως και
για εμάς.
Μία
τέτοια λογοδοσία περιγράφει ο Κύριός μας απαντώντας στο ερώτημα του
αποστόλου Πέτρου πόσες φορές οφείλει να συγχωρέσει τον αδελφό του. Ο
Χριστός απαντά στον Πέτρο ότι η συγχώρεση δεν έχει όριο και τον καλεί
εβδομηκοντάκις επτά να συγχωρήσει αυτόν που σφάλλει έναντί του,
ξεπερνώντας το όριο του νόμου, που ήταν επτά φορές. Και για να βοηθήσει
τόσο εκείνον, όσο και όλους μας να κατανοήσουμε την αξία αυτού που η
πίστη μας αποκαλεί «μακροθυμία», διηγείται την παραβολή της βασιλείας
των ουρανών με έναν βασιλιά, ο οποίος έρχεται «συνάραι λόγον», ζητά να
κάνει λογαριασμό με τους δούλους του, για να δει τις οφειλές τους. Και
του παρουσιάζουν τον οφειλέτη ενός τεράστιου χρηματικού ποσού. Η απόφαση
είναι αναπόφευκτη. Ζητά, σύμφωνα με το δίκαιο, να πουληθεί ο ίδιος ως
δούλος, η γυναίκα, τα παιδιά και τα υπάρχοντά του, για να ξωφλήσει το
χρέος του. Ό,τι νομίζει πως του ανήκει, την οικογένειά του, τα αγαθά
του, την ίδια του την ελευθερία θα στερηθεί αυτός που διαπιστώνει ότι
έναντι του κυρίου του οφείλει. Θα απογυμνωθεί δηλαδή και από τα
προσωπικά του χαρίσματα και από ό,τι θεωρεί σπουδαίο στη ζωή του, διότι
το χρέος είναι δυσβάσταχτο. Ο δούλος όμως παρακαλεί τον βασιλιά να
επιδείξει έλεος και μακροθυμία. Η μακροθυμία είναι ενδεικτικό στοιχείο
του ισχυρού, αυτού που έχει τη δύναμη να χαρίσει, να συγχωρήσει ή να
καταδικάσει. Η καταδίκη και η δικαιοσύνη δια της τηρήσεως του νόμου
είναι το εύκολο, το λογικό, το αποδεκτό. Η μακροθυμία είναι υπέρβαση και
απόδειξη αγάπης. Θέλει μεγαλύτερη εσωτερική δύναμη, γενναιοδωρία
καρδιάς για να δειχθεί.
Ο
βασιλιάς τον λυπάται. Διατάζει να του χαρίσουν το χρέος και να τον
αφήσουν ελεύθερο. Τότε ο ευεργετηθείς δούλος βρίσκει έναν σύνδουλό του, ο
οποίος του οφείλει ένα μικρό χρηματικό ποσό. Στην αδυναμία του να το
εξοφλήσει, ο ευεργετηθείς δούλος αποπειράται να τον πνίξει και τον
ρίχνει στη φυλακή, προκειμένου να πάρει πίσω τα χρήματα τα οποία του
οφείλονται. Το χρέος του ευεργετηθέντος έναντι του Ισχυρού ήταν
τεράστιο. Το χρέος του συνδούλου του έναντί του τώρα ήταν ασήμαντο. Και
όμως ο εκζητήσας την μακροθυμία γίνεται στυγνός, δυνάστης, απάνθρωπος.
Έχει τη δυνατότητα να δείξει με τη σειρά του μακροθυμία. Και όμως
γίνεται σκληρός και απαιτητικός. Και ασκεί σ’ αυτόν που είναι στην ίδια
κατάσταση, σύνδουλος δηλαδή, τη δικαιοσύνη που δεν άσκησε ο πραγματικά
Ισχυρός.
Οι
άλλοι δούλοι ενημερώνουν τον βασιλιά για την συμπεριφορά του
ευεργετηθέντος και εκείνος, με τη σειρά του, τον καλεί και του λέει
ξεκάθαρα: «Δούλε πονηρέ, πάσαν την οφειλήν εκείνην αφήκα σοι, επεί
παρεκάλεσάς με . ουκ έδει και σε ελεήσαι τον σύνδουλόν σου,
ώς και εγώ σε ελέησα;» (Ματθ. 18, 32-33). Κακέ δούλε, σου χάρισα όλο
εκείνο το χρέος επειδή με παρεκάλεσες . δεν έπρεπε κι εσύ να
σπλαχνιστείς το σύνδουλό σου, όπως κι εγώ σπλαχνίστηκα εσένα; Ο Ισχυρός
υποδεικνύει πλέον με αυστηρότητα και σαφήνεια τι έχει προσφέρει στον
ευεργετηθέντα, μακροθυμία δηλαδή και όχι δικαιοσύνη, και του δείχνει
ποιο θα ήταν τώρα το νέο χρέος εκείνου, εντελώς διαφορετικό σε σχέση με
το προηγούμενο. Δεν είναι υλικό, ηθικό, νομικό έναντι του Ισχυρού, αλλά
χρέος μακροθυμίας προς τον εξίσου αδύνατο. Και επειδή ο ευεργετηθείς δεν
θέλει να κατανοήσει τι του συνέβη, αλλά οικειοποιείται το ρόλο του
ισχυρού και εφαρμοστή της δικαιοσύνης που δεν του ανήκει, ο πραγματικά
Ισχυρός αυτή τη φορά αποδίδει πλήρη δικαιοσύνη. Τον παραδίδει στα
βασανιστήρια, όχι πλέον στη δουλεία, αλλά στην σωματική τιμωρία,
προκειμένου να αποδώσει το χρέος του.
Μέσα
από αυτή τη διδακτική παραβολή, διαπιστώνουμε ότι ο αληθινά δίκαιος
είναι Θεός. Μόνο που η δικαιοσύνη του έχει δύο όψεις. Η μία είναι η
μακροθυμία. Η άλλη είναι η ακρίβεια στην τήρηση των νόμων και των
εντολών Του και η πληρωμή με βάση αυτή για τα έργα μας. Επαφίεται στον
καθέναν μας τι θα διαλέξει. Επαφίεται στον καθέναν μας σε Ποιον Θεό
πιστεύει: αυτόν της μακροθυμίας ή αυτόν της δικαιοσύνης. Ο Θεός της
δικαιοσύνης βλέπει τα πάντα με ακρίβεια και εφαρμόζει τους νόμους και
τις εντολές χωρίς περιθώρια παρέκκλισης. Ο Θεός της μακροθυμίας δείχνει
ευσπλαχνία και αγάπη. Η επιλογή διαφαίνεται από τον τρόπο με τον οποίο
φερόμαστε στους σύνδουλούς μας. Από την συγχωρητικότητα την οποία
επιδεικνύουμε στη ζωή μας.
Για
να συγχωρήσουμε, οφείλουμε να νικήσουμε το αίσθημα του κατέχειν. Ότι
έχουμε εξουσία, διότι έχουμε χαρίσματα, αγαθά, θέση, αποδοχή, ανθρώπους
που μας ακούνε και μας υπακούνε, ότι είμαστε σπουδαίοι και ξεχωριστοί
επειδή έχουμε εξουσία. Απέναντι στο Θεό όμως όλοι οφείλουμε. Τίποτε δεν
μας ανήκει και καμία εντολή του Θεού δεν μπορούμε να ισχυριστούμε ότι
την τηρήσαμε, ούτε καν κατά προσέγγιση. Την ίδια στιγμή χρειάζεται να
συνειδητοποιήσουμε ότι για να ζητήσουμε την μακροθυμία, τη συγχώρεση από
τον Θεό για ό,τι Του οφείλουμε, δεν δικαιούμαστε να κρατήσουμε κάτι
έναντι όσων μας οφείλουν. Η δική μας γενναιοδωρία είναι η αφετηρία για
να μπορέσουμε να ζητήσουμε την γενναιοδωρία της μακροθυμίας του Θεού.
Είμαστε ισχυροί τελικά όταν συγχωρούμε και όχι όταν επιβάλλουμε το
θέλημά μας, όταν απαιτούμε και επιβάλλουμε το όποιο δίκιο μας. Εκεί
βρίσκεται η αληθινή υπέρβαση. Να αναγνωρίσουμε ότι ο Θεός μας συγχωρεί
κάθε οφειλή και να μιμηθούμε αυτή την κίνηση έναντι των άλλων.
Ο
πολιτισμός μας είναι ο πολιτισμός της δικαιολογίας για τις αμαρτίες
μας, όχι όμως της συγχώρησης των αμαρτιών των άλλων. Είναι ο πολιτισμός
που αναλύει τα ανθρώπινα σφάλματα, δεν έχει όμως εύκολα την δύναμη να
τα συγχωρέσει. Απαιτεί δικαιοσύνη γι’ αυτά, δεν μπορεί όμως να τα
υπερβεί. Αυτό ζητούμε και από τον Θεό. Να συγχωρέσει τα δικά μας
αμαρτήματα, χωρίς όμως να είμαστε πρόθυμοι να μακροθυμήσουμε έναντι των
άλλων. Ας αγωνιστούμε να δείξουμε μακροθυμία. Να συγχωρήσουμε για να
συγχωρηθούμε. Και να μπορέσουμε έτσι να εκζητήσουμε το έλεος του Θεού
και όχι τη δικαιοσύνη. Η μακροθυμία λυτρώνει, ακόμη κι αν πονά. Αυτός
είναι ο δρόμος της βασιλείας των ουρανών, ο δρόμος της Εκκλησίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου