«Όλο το σπίτι μοσχοβολούσε ζυμάρι… Ακόμα νομίζω πως νιώθω αυτή τη
μυρωδιά καθώς τα μάτια μου ήταν καρφωμένα στην κυρά-Σαρακοστή που
ψηνόταν»
– Μα γιαγιά εμείς στο σχολείο τη ζωγραφίζουμε στο χαρτί…
– Εγώ, Μανωλάκη μου, είχα τη χαρά να την τρώω σαν ψωμάκι, ένα ποδαράκι της κάθε φορά, για επτά βδομάδες… Και ξέρεις βλέπαμε όλη την κυρά-Σαρακοστή στο σπίτι και ξέραμε όταν άρχιζε η μεγάλη Σαρακοστή με την καθαρή Δευτέρα πως μετά από επτά βδομάδες θα έρθει το Πάσχα, η Ανάσταση του Χριστού μας… Ήταν το ημερολόγιό μας.
– Δηλαδή τη ζυμώνατε σαν το ψωμί;
– Η γιαγιά μου την έπλαθε με αλεύρι και νερό, όπως θα κάνουμε και μεις τώρα…
Τα μάτια του Μανωλάκη άστραψαν… Μετά από λίγο τα χέρια του τσαλαβουτούσαν στο ζυμάρι της γιαγιάς. Τι ζυμάρι, τι πλαστελίνη! Ήξερε πολύ καλά την τέχνη…
– Λοιπόν, το κεφαλάκι χωρίς αυτιά και στόμα…
Η γιαγιά μ΄ ένα μαχαιράκι χάραξε στο ζυμαρένιο σώμα της ψωμένιας κούκλας τα χέρια της τα σταυρωμένα και μετά ένα-ένα φτιάχνανε με τον Μανόλη τα μικρά επτά ποδαράκια, που τα κολλούσαν στο κάτω μέρος του σώματος της κυρα-Σαρακοστής.
Για να δούμε, Μανόλη, τα καταφέραμε καλά;
– Μα γιαγιά εμείς στο σχολείο τη ζωγραφίζουμε στο χαρτί…
– Εγώ, Μανωλάκη μου, είχα τη χαρά να την τρώω σαν ψωμάκι, ένα ποδαράκι της κάθε φορά, για επτά βδομάδες… Και ξέρεις βλέπαμε όλη την κυρά-Σαρακοστή στο σπίτι και ξέραμε όταν άρχιζε η μεγάλη Σαρακοστή με την καθαρή Δευτέρα πως μετά από επτά βδομάδες θα έρθει το Πάσχα, η Ανάσταση του Χριστού μας… Ήταν το ημερολόγιό μας.
– Δηλαδή τη ζυμώνατε σαν το ψωμί;
– Η γιαγιά μου την έπλαθε με αλεύρι και νερό, όπως θα κάνουμε και μεις τώρα…
Τα μάτια του Μανωλάκη άστραψαν… Μετά από λίγο τα χέρια του τσαλαβουτούσαν στο ζυμάρι της γιαγιάς. Τι ζυμάρι, τι πλαστελίνη! Ήξερε πολύ καλά την τέχνη…
– Λοιπόν, το κεφαλάκι χωρίς αυτιά και στόμα…
Η γιαγιά μ΄ ένα μαχαιράκι χάραξε στο ζυμαρένιο σώμα της ψωμένιας κούκλας τα χέρια της τα σταυρωμένα και μετά ένα-ένα φτιάχνανε με τον Μανόλη τα μικρά επτά ποδαράκια, που τα κολλούσαν στο κάτω μέρος του σώματος της κυρα-Σαρακοστής.
Για να δούμε, Μανόλη, τα καταφέραμε καλά;
Εκείνη την ώρα μπήκε η μαμά στην κουζίνα κι ο Μανόλης την τράβηξε μ΄ ενθουσιασμό πετυχημένου καλλιτέχνη…
– Μαμά η κυρά-Σαρακοστή δε μιλάει, γιατί δεν έχει στόμα, αφού νηστεύει
και προσεύχεται… Δεν ακούει, γιατί δεν έχει αυτιά, αφού δε θέλει ν΄
ακούει παρά μόνο την προσευχή της.
– Γι΄ αυτό κρατάει και σταυρό; τόλμησε να ρωτήσει η μαμά.
– Μα είναι η κυρά-Σαρακοστή με τα επτά πόδια, τις βδομάδες της…
Κόβουμε ένα κάθε βδομάδα και όταν τελειώσουν θα έρθει το Πάσχα… Βλέπεις
και τα χέρια της που είναι σταυρωμένα;O Μανόλης λαχάνιαζε από ενθουσιασμό και τα ζυμαριασμένα χέρια του «στόλιζαν» ό,τι ακουμπούσαν.
Πηγή: pemptousia.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου