… «Η πρώτη συγκλονιστική μου εμπειρία με τον Αγιο Ιάκωβο ήταν την 1η Νοεμβρίου του 1973, ημέρα της εορτής του Οσίου Δαυίδ.
Είχα χειροτονηθεί ήδη διάκονος και είχα εγκατασταθεί στο Μαντούδι του
νομού Ευβοίας. Εκείνη την ημέρα, καθώς πήγαινα στο Μοναστήρι του Οσίου
Δαυίδ, ο οδηγός του ταξί μου διηγήθηκε με δέος μια μοναδική μαρτυρία.
Κάποτε πήγαινε στο μοναστήρι με μια γυναίκα που είχε τα ρούχα του
άρρωστου παιδιού της. Ξαφνικά, λίγο πριν από το μοναστήρι, το αυτοκίνητο
χάλασε και αναγκάστηκαν να προχωρήσουν με τα πόδια, ώσπου συνάντησαν
τον πατέρα Ιάκωβο πάνω σε ένα μουλάρι, και δεν τους άφησε να τον
καθυστερήσουν, διότι, όπως τους είπε, έπρεπε να πάει εν τάχει στα
Δαμνιά, περίπου μία ώρα δρόμο, για να κοινωνήσει έναν ετοιμοθάνατο.
Σε
λίγα λεπτά όμως, όταν έφτασαν στο μοναστήρι και μπήκαν να προσκυνήσουν,
βρέθηκαν αντιμέτωποι με κάτι πραγματικά αξιοθαύμαστο. Ο γέροντας
έβγαινε από το Ιερό. Δεν πίστευαν στα μάτια τους. Αμέσως τον ρώτησαν αν
όντως τον συνάντησαν πριν από λίγο και αν είχε πραγματικά πάει μέχρι τα
Δαμνιά.
Στην καταφατική του απάντηση εξέφρασαν την απορία τους πώς είναι δυνατόν να επέστρεψε τόσο γρήγορα, και εκείνος τους είπε:
“Αυτά, παιδιά μου, είναι του Θεού πράγματα”» αναφέρει ο σεβασμιότατος και συνεχίζει τη διήγησή του:
«Οταν έφτασα στο μοναστήρι, είχα έναν μικρό διαπληκτισμό μαζί του, διότι εγώ επέμενα να φιλήσω το χέρι του και εκείνος το δικό μου, και μάλιστα δικαιολογήθηκε λέγοντας: “Εγώ, παιδί μου, έμαθα από τους γονείς μου να σέβομαι τους ιερείς”, αλλά ευθύς του απάντησα:
“Μα, γέροντα, εσείς είστε ιερέας και εγώ διάκονος”.
Ωστόσο μου φίλησε το χέρι, φίλησα και εγώ το δικό του, και μου είπε:
“Τώρα είσαι καλός μοναχός, που έκανες υπακοή”.
Κάπως έτσι άρχισε μια εικοσαετής σχέση, με τακτικές επικοινωνίες εβδομαδιαίως, και μου δόθηκε η ευκαιρία μετά την κοίμησή του να συνειδητοποιήσω κάποια πράγματα που τότε έβλεπα, αλλά δεν τα καταλάβαινα».
Ο Μητροπολίτης Σισανίου επισημαίνει: «Ο Αγιος Ιάκωβος ζούσε στο μοναστήρι, αλλά ένιωθες ότι είναι αλλού. Ζούσε μαζί με τους Αγίους. Ζούσε όντως τη Βασιλεία του Θεού επί της γης, αυτή που πραγματοποιείται στη θεία λειτουργία». Και προσθέτει: «Ο γέροντας είχε πολλές φορές εμπειρίες θεοφάνειας, αγγελοφάνειας και αγιοφάνειας. Ολα αυτά για τον ίδιο ήταν φυσικά».
Επιπλέον, υπογραμμίζει στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» ότι βίωσε θαυμαστές εμπειρίες με τον Αγιο και τώρα μπορεί να τις εκτιμήσει περισσότερο. «Πλέον καταλαβαίνω ότι ο άνθρωπος αυτός, ενώ περπατούσε στη γη, είχε το φρόνημα του ουρανού» τονίζει ο Μητροπολίτης και συμπληρώνει: «Το σήμα κατατεθέν του Αγίου Ιακώβου ήταν η μεγάλη και ειλικρινής ταπείνωση που τον έκανε να αγαπά τον Θεό και να αγαπά και να φροντίζει τους ανθρώπους ως εικόνα Θεού, και γι’ αυτό το βιβλίο μου φέρει τον τίτλο “Ανθρωπος που δεν είναι ταπεινός δεν μπορεί να αγαπήσει”. Πρόκειται για έναν τίτλο εμπνευσμένο από τη ζωή του γέροντα».
Αναφορικά με την ταπεινότητα και την απλότητα του γέροντα, ο Μητροπολίτης Σισανίου σημειώνει: «Σε όποιον πήγαινε στο μοναστήρι του, είτε τον γνώριζε είτε όχι, ο γέροντας προσέφερε κέρασμα και τον ρωτούσε εάν έχει φάει και ήταν διατεθειμένος, αν δεν είχε κάτι έτοιμο, να μαγειρέψει εκείνη τη στιγμή».
Στην καταφατική του απάντηση εξέφρασαν την απορία τους πώς είναι δυνατόν να επέστρεψε τόσο γρήγορα, και εκείνος τους είπε:
“Αυτά, παιδιά μου, είναι του Θεού πράγματα”» αναφέρει ο σεβασμιότατος και συνεχίζει τη διήγησή του:
«Οταν έφτασα στο μοναστήρι, είχα έναν μικρό διαπληκτισμό μαζί του, διότι εγώ επέμενα να φιλήσω το χέρι του και εκείνος το δικό μου, και μάλιστα δικαιολογήθηκε λέγοντας: “Εγώ, παιδί μου, έμαθα από τους γονείς μου να σέβομαι τους ιερείς”, αλλά ευθύς του απάντησα:
“Μα, γέροντα, εσείς είστε ιερέας και εγώ διάκονος”.
Ωστόσο μου φίλησε το χέρι, φίλησα και εγώ το δικό του, και μου είπε:
“Τώρα είσαι καλός μοναχός, που έκανες υπακοή”.
Κάπως έτσι άρχισε μια εικοσαετής σχέση, με τακτικές επικοινωνίες εβδομαδιαίως, και μου δόθηκε η ευκαιρία μετά την κοίμησή του να συνειδητοποιήσω κάποια πράγματα που τότε έβλεπα, αλλά δεν τα καταλάβαινα».
Ο Μητροπολίτης Σισανίου επισημαίνει: «Ο Αγιος Ιάκωβος ζούσε στο μοναστήρι, αλλά ένιωθες ότι είναι αλλού. Ζούσε μαζί με τους Αγίους. Ζούσε όντως τη Βασιλεία του Θεού επί της γης, αυτή που πραγματοποιείται στη θεία λειτουργία». Και προσθέτει: «Ο γέροντας είχε πολλές φορές εμπειρίες θεοφάνειας, αγγελοφάνειας και αγιοφάνειας. Ολα αυτά για τον ίδιο ήταν φυσικά».
Επιπλέον, υπογραμμίζει στην «Ορθόδοξη Αλήθεια» ότι βίωσε θαυμαστές εμπειρίες με τον Αγιο και τώρα μπορεί να τις εκτιμήσει περισσότερο. «Πλέον καταλαβαίνω ότι ο άνθρωπος αυτός, ενώ περπατούσε στη γη, είχε το φρόνημα του ουρανού» τονίζει ο Μητροπολίτης και συμπληρώνει: «Το σήμα κατατεθέν του Αγίου Ιακώβου ήταν η μεγάλη και ειλικρινής ταπείνωση που τον έκανε να αγαπά τον Θεό και να αγαπά και να φροντίζει τους ανθρώπους ως εικόνα Θεού, και γι’ αυτό το βιβλίο μου φέρει τον τίτλο “Ανθρωπος που δεν είναι ταπεινός δεν μπορεί να αγαπήσει”. Πρόκειται για έναν τίτλο εμπνευσμένο από τη ζωή του γέροντα».
Αναφορικά με την ταπεινότητα και την απλότητα του γέροντα, ο Μητροπολίτης Σισανίου σημειώνει: «Σε όποιον πήγαινε στο μοναστήρι του, είτε τον γνώριζε είτε όχι, ο γέροντας προσέφερε κέρασμα και τον ρωτούσε εάν έχει φάει και ήταν διατεθειμένος, αν δεν είχε κάτι έτοιμο, να μαγειρέψει εκείνη τη στιγμή».
*****
Ο Μητροπολίτης Σισανίου κ. Παύλος μάς εξομολογείται τα εξής: «Μετά την κοίμηση του γέροντα ο Αγιος Παΐσιος είχε πει: “Σήμερα εκοιμήθη ένας μεγάλος Αγιος της Εκκλησίας μας, ο οποίος είχε πολύ ισχυρό προορατικό χάρισμα”, ενώ ο Αγιος Πορφύριος είχε τονίσει: “Εκοιμήθη ο πιο ταπεινός άνθρωπος της Ελλάδος”. Αυτές οι απόψεις εκφράζουν την κοινή εμπειρία πολλών πιστών που γνώρισαν άμεσα αλλά και πνευματικώ τω τρόπω τον Αγιο».
Πηγή: Εκδόσεις Χρυσοπηγή
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου