Στα παλιά χρόνια, τότε που ,υπήρχαν πολλοί ληστές, ένας αρχιληστής έβαλε μερικούς από το ασκέρι του, να στήσουν το καρτέρι τους σε ένα σταυροδρόμι, που ήταν αναγκαστικό πέρασμα για τους περαστικούς από μια πόλη στην άλλη.
Όποιοι και αν περνούσαν από εκεί τους λήστευαν και μετά
τους άφηναν να φύγουν χωρίς να τους κάνουν κακό. Κάποτε πέρασε απ’ αυτό
το σταυροδρόμι και ένας καλόγερος. Αγιασμένη ψυχή. Τον σταμάτησαν
λοιπόν να τον ληστέψουν, τι να πάρουν όμως από αυτόν, δεν είχε τίποτα.
Τον
οδήγησαν λοιπόν στο λημέρι τους και ο καλόγερος ζήτησε να δει τον
αρχηγό τους. Απόρησαν , τι τον θέλεις, τον ρώτησαν. Κάντε υπομονή και θα
δειτε, απάντησε ο καλόγερος.
Τον πήγαν λοιπόν μπροστά στον
αρχιληστή. Τί θες καλόγερε, τον ρωτά αυτός. Άρχοντα μου, του λέει, σε
παρακαλώ να καλέσεις όλο σου το ασκέρι εδώ ,για να σας πω. Έτσι κι
έγινε λοιπόν. Όταν μαζεύτηκαν ρωτά ο καλόγερος , ήρθαν όλοι ή κάποιος
λείπει; Λείπει μόνο ο μάγειρας που ετοιμάζει για το μεσημέρι. Α! Είπαμε
να έρθετε όλοι, να πάτε να τον φέρετε. Πάνε λοιπόν, μα εκείνος με
τίποτα δεν ήθελε να πάει. Τον αρπάζουν λοιπόν με το ζόρι και τον
φέρνουν μπροστά στον καλόγερο και τους υπόλοιπους ληστές που περίμεναν
με αγωνία να δουν τί τους ήθελε όλους μαζί.
Μόλις ο μάγειρας βρέθηκε μπροστά στον καλόγερο άρχισε να τρέμει, να τρέμει τόσο που δεν μπορούσαν να τον κάνουν καλά.
Γιατί
τρέμεις μάγειρα, τον ρωτά αυτός. Ο μάγειρας προσπαθούσε απεγνωσμένα να
τους ξεφύγει αλλά μάταια. Από τα πολλά λοιπόν και αφού δεν κατάφερε να
τους ξεγλιστρήσει αναγκάστηκε και ομολόγησε, πως ήταν διάβολος που
είχε πάρει ανθρώπινη μορφή για να έχει από κοντά τον αρχιληστή και να
βρεί την κατάλληλη στιγμή για να τον σκοτώσει και να πάρει την ψυχή του
στην κόλαση.
Προσευχόταν στην Παναγία καθημερινά κάνοντας κάθε μέρα τους Χαιρετισμούς Της! Πρωί και μεσημέρι και βράδυ, τους έλεγε συνέχεια. Την συνήθεια αυτή, την είχε πάρει απ’ τη μάνα του. Έλεγε τους Χαιρετισμούς, μικρό παιδί μαζί της και έτσι τους ήξερε απέξω, τους έλεγε, χωρίς να τους διαβάζει. Αργότερα όταν έγινε ληστής, τους Χαιρετισμούς δεν τους είχε αφήσει ούτε μια μέρα. Έτσι η Παναγία βρισκόταν κοντά του και τον φύλαγε.Και τον φύλαγε, επειδή περίμενε μια ευκαιρία η Παναγία για να τον σώσει, να τον φέρει σε μετάνοια, ν’ αλλάξει ζωή, να σωθεί. Δεν μπορούσε λοιπόν ο μάγειρας να ολοκληρώσει την αποστολή του γιατί τον εμπόδιζαν οι Χαιρετισμοί της Παναγίας.
Περίμενε λοιπόν μια ευκαιρία. Ποιά ήταν αυτή; Το πότε θα ξεχνούσε έστω και μία φορά, έστω και μια μέρα, να πεί τους ΧαιρετισμούςΤης ο αρχιληστής. Τότε θα ήταν αφύλακτος από την προστασία Της , θα τον σκότωνε για να πάρει την ψυχή του στην κόλαση. Μα η Παναγία τον προστάτευε γιατί έλεγε τους Χαιρετισμούς Της. Μπορεί να ήταν ό,τι ήταν μα τους Χαιρετισμούς δεν τους άφησε ποτέ. Μπορεί η ζωή του να ήταν άσχημη, αλλά χάρη στις μεσιτείες και τις παρακλήσεις της Παναγίας, ο Πανάγιος Θεός του έδωσε την ευκαιρία να σωθεί. Μόλις λοιπόν ο αρχιληστής άκουσε αυτή την ομολογία από τον μάγειρα διάβολο, αμέσως ήρθε εις εαυτόν.
Κατάλαβε τα λάθη και τις αμαρτίες του και εκείνη τη στιγμή
μετανόησε και σώθηκε. Τότε οι υπόλοιποι ληστές, που είδαν μπροστά τους
όλα αυτά, ακολούθησαν το παράδειγμα του αρχηγού τους και μετανόησαν κι
αυτοί. Εξομολογήθηκαν λοιπόν όλοι τα κρίματα τους στον καλόγερο και
σώθηκαν. Σώθηκαν χάρη στις μεσιτείες της Παναγίας μας καταφεύγοντας στο
Έλεος του Θεού μέσα από το μυστήριο της εξομολόγησης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου