Αρχιμανδρίτης Ανανίας Κουστένης
Χρόνια πολλά σε όσους και όσες εορτάζουν και τιμούν και φέρουν τα oνόματά των μεγάλων μας αγίων. Να έχουν και έχουμε όλοι την ευχή τους, την προστασία τους, την πρεσβεία τους και, προπαντός και κυρίως, να παρακαλούν και να ικετεύουν τον αναστάντα Χριστό μας να μας στέλνει ειρήνη και αγάπη και ομόνοια και ενότητα και στην Ελλάδα μας αλλά και στην οικουμένη ολόκληρη.
Και να αναδεικνύει ο Κύριος τέτοιους άρχοντες, τέτοιους προστάτες, τέτοιους μεγάλους Πατέρες και Μητέρες, που τόσο πολύ πια έχομε ανάγκη.
Γιατί εκείνοι στη δεδομένη στιγμή και στη δύσκολη ώρα αποτέλεσαν τα δύο χέρια του Χριστού, που αγκάλιασαν εμπράκτως την οικουμένη. Γιατί και οι δυο αυτοί μεγάλοι άγιοι επηρέασαν τις ιδέες, τις αντιλήψεις, τα πρόσωπα και τα πράγματα της εποχής τους υπέρ του καλού, υπέρ της καλοσύνης, υπέρ της Εκκλησίας.
Γι αυτό και η Εκκλησία του Χριστού τους ανακήρυξε ισαποστόλους, ίσους με τους αποστόλους, και τους εστεφάνωσε βασιλείς… -τι σημαίνει βασιλεύς; Βάσις και λεώς: η βάση του λαού- και πατέρες της οικουμένης… Τι σημαίνει πατήρ; Αυτός που τρέφει… πατέω-πατώ, στ’ αρχαία σημαίνει τρέφω.
Εστήριξαν λοιπόν και έθρεψαν την οικουμένη. Γι’ αυτό και η Εκκλησία από τότε μέχρι σήμερα και μέχρι τη συντέλεια του αιώνος θα τους τιμά, θα τους μεγαλύνει, θα τους προβάλλει, θα παίρνει τα ονόματά τους.
Γιατί ο λαός μας ο ένθεος, ο ταπεινωμένος πολλές φορές και καταφρονεμένος από τους άρχοντές του και από τους εκμεταλλευτές του διαισθάνεται ότι οι άγιοι Κωνσταντίνος και Ελένη, έξω από βασιλείες και έξω από τα σχήματα αυτού του κόσμου που τόσο πολύ μας ξεγελούν, υπήρξαν για την ορθόδοξη Ελλάδα και για την ειδωλολατρική Ελλάδα και την οικουμένη ολόκληρη, οι άνθρωποί του, οι κατάδικοί του άνθρωποι!
Εκείνοι που τα θυσίαζαν όλα για το κοινό καλό, για το καλό όλων, ορθοδόξων και μη, πιστών και απίστων. Γι’ αυτό, σαν εκοιμήθη το έτος 337, 21 προς 22 Μαΐου, ο Μέγας και ισαπόστολος βασιλεύς Κωνσταντίνος -η μητέρα του είχε πεθάνει δέκα ακριβώς χρόνια ενωρίτερα- οι άνθρωποι δεν ήξεραν τι να κάνουν. Τα έχασαν πια!
Έχασαν τον οδηγό τους, έχασαν τον πατέρα τους, έχασαν την αγάπη τους, έχασαν το απάγκιο τους, έχασαν το δίκαιο άνθρωπο, γι’ αυτό και έκλαιγαν απαραμύθητα, σημειώνει ο ιστορικός Ευσέβιος Καισαρείας, στον “Βίον Κωνσταντίνου”.
Και δεν είχαν πού να πάνε και σε ποιον να πάνε να τους παρηγορήσει.
Γι’ αυτό και τον κατέταξαν με τους αγίους και όπως ακούσαμε στο ωραίο δοξαστικό των αποστίχων μεταξύ άλλων για τον Μεγάλο Κωνσταντίνο: “Ου η λάρναξ ιάσεις βρύει», του οποίου η λάρνακα, το σκήνωμά του βγάζει ιάσεις, θεραπείες. Τόσο μεγάλος άγιος είναι.
Κι όμως στην εποχή μας σχεδόν αγνοείται και όχι μόνον… αλλά πολεμείται και βάλλεται. Και μάλιστα, το έχω πει και άλλη φορά πατέρες και αδελφοί μου, βάλλεται και από ορθοδόξους και μάλιστα θεολόγους! Και μάλιστα και εγγραμμάτους πολλές φορές.
Βάλλεται ο Κωνσταντίνος ο Μέγας. Βάλλεται, ενώ θα έπρεπε να τον ευγνωμονούν, να προσευχόμεθα σ’ αυτόν, να τον παρακαλούμε να δίνει με τις πρεσβείες του ο Χριστός ειρήνη στον κόσμο, υγεία και το μέγα έλεος, που είναι η σωτηρία μας και η κληρονομία του παραδείσου.
…Έμαθε καθώς ήτο εκεί αυτοκράτωρ στη Δύση, στας
Βρετανικάς νήσους, ότι οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες Μαξέντιος και Μαξιμιανός
φέρονται πάρα πολύ άσχημα στους υπηκόους του.
Τόσο πολύ, που ο λαός είναι έτοιμος να επαναστατήσει, να εκραγεί και να τα κάνει γης Μαδιάμ. Και τότε θεόθεν κινηθείς, παρακινημένος απ’ το Θεό, εξεστράτευσε εναντίον της Ρώμης να ελευθερώσει αυτήν από τους τυράννους. Γι’ αυτό και σήμερα ακόμη, όπου της γης, οι τύραννοι τα βάζουν με τον Κωνσταντίνο. Μαρξιστές και άλλοι… Γιατί ο Κωνσταντίνος τους χάλασε την πιάτσα.
Ελευθέρωσε την ανθρωπότητα από τυράννους. Έφτανε λοιπόν στη Ρώμη, πλησίαζε και κει βλέπει το καταμεσήμερο στον ουρανό το σημείον του Τιμίου και ζωοποιού Σταυρού. Έναν σταυρό φτιαγμένο με αστέρια και να γράφει κάτω «Εν Τούτω Νίκα», μ’ αυτό να νικάς. Τα έχασε! Τι ήταν αυτό; Θεοπτία, αποκάλυψη, κάλεσμα, απόδειξη Θεού: Και όπως λέει η Φιλοκαλία, θεοπτία έχουν οι κεκαθαρμένοι, οι άγιοι δηλαδή, και οι απλοί, οι αθώοι και οι καλοσυνάτοι άνθρωποι.
Απλός και αθώος ήτο και ο Μέγας Κωνσταντίνος! Γι αυτό είχε θεοπτία, είχε αποκάλυψη και το βράδυ στον ύπνο του, συνεχίζει και συμπληρώνει ο Ευσέβιος Καισαρείας, είδε το χριστό Κυρίου, τον Ιησού Χριστό μας, τον Κύριο και εκείνος τον συνεβούλευσε τι να κάνει στο εξής: Να φτιάξει ένα λάβαρο, ένα σταυρό μεγάλο και να προπορεύεται του στρατεύματος και να ακολουθεί το στράτευμα και θα τους νικήσει όλους. Πήρε θάρρος τότε ο Μέγας Κωνσταντίνος! Πήρε θάρρος μεγάλο. Και επί το έργον… από την επόμενη ακριβώς ημέρα έφτιαξε τον Τίμιο και ζωοποιό Σταυρό και προεπορεύετο. Το έβλεπαν λοιπόν οι στρατιώτες και εμψυχώνονταν, τον έβλεπαν και οι ειδωλολάτρες και οι άπιστοι και εφοβούντο. Τον έβλεπαν και από το αντίπαλο στρατόπεδο πολλοί αγαθοί και πολλοί χριστιανοί στρατιώτες και έφευγαν από το στράτευμα το εχθρικό και αυτομολούσαν στο στράτευμα του Μεγάλου Κωνσταντίνου.….»
…Ο Κωνσταντίνος εσεβάσθη το αυτεξούσιο, εσεβάσθη την ελευθέρια, εσεβάσθη το δώρο του Θεού. Και είπε στο Διάταγμα των Μεδιολάνων, στη συμφωνία θα λέγαμε καλύτερα, που έκαμε με το Λικίνιο, ότι όλοι οι άνθρωποι είναι ελεύθεροι να πιστεύουν όπου θέλουν και όπως θέλουν. Τι ωραίο που είναι! Αρκεί όμως να μη βλάπτουν τον άλλον. Είναι σημαντικό αυτό! Διότι η ελευθερία μας σταματάει και το αυτεξούσιον μας σταματάει εκεί όπου αρχίζει η ελευθερία και το αυτεξούσιον του άλλου. Μα εδώ είναι η μαγκιά της δημοκρατίας!
Να είσαι στα όρια σου και όχι να βγαίνεις έξω από τα όριά σου, για να δημιουργήσεις πρόβλημα μεγάλο και να μην έχουμε τι να σε κάνουμε. Έτσι είναι, αδελφοί μου, έτσι είναι το ωραίο! Στα μέτρα σου! Γιατί κι ο άλλος έχει ελευθερία, κι ο άλλος έχει αυτεξούσιο, κι ο άλλος έχει το θείο δώρο. Ε, τι να τον κάνουμε λοιπόν τον άλλον; Στο όνομα της δικής μας ελευθερίας να τον ταλαιπωρήσουμε, ή να τον εξοντώσουμε;
Τι ωραία το έλεγε και ο Σενέκας, ο φιλόσοφος, ο δάσκαλος του Νέρωνος… Να μην είσαι, λέει, ούτε τύραννος, ούτε δούλος του άλλου. Το καταλαβαίνετε αυτά; Τι ωραίο είναι! Ούτε δούλος, ούτε τύραννος του άλλου. Εμ, θέλει αρετή και τόλμη… Αληθινή δημοκρατία έχουνε μόνο οι άγιοι και οι σοφοί άνθρωποι. Οι
άλλοι λέμε δημοκρατία, όταν δεν μας αγγίζει. Όταν μας αγγίξει κι εμάς,
τότε έξω η δημοκρατία. Λέμε να έχουμε όλοι τα ίσα. Όταν όμως μας
ζητήσουν κάτι, λέμε όχι για μας…
[…]
Για να επανέλθουμε λίγο τώρα. Θρησκευτική ελευθερία και ανεξιθρησκία,
έργο κυρίως του Μεγάλου Κωνσταντίνου και το πρώτο άρθρο της Εκκλησίας
μας. Η Εκκλησία η Ορθόδοξη στηρίζεται στο θέλω του ανθρώπου. Πρέπει να
θέλει ο άλλος να κάμει κάτι. Και θυμάμαι το γέροντα Πορφύριο που έλεγε,
εγώ βρε δε μιλάω σε κανέναν για το Χριστό, εάν δεν θέλει, εάν δεν μου το
ζητήσει. Και δεν το έλεγε εγωιστικά αλλά από σεβασμό της ελευθερίας των
άλλων. Εγώ προσεύχομαι γι αυτούς, τους κάνω και θαύματα ακόμη, αλλά δεν
τους μιλάω. Θέλω να ανοίξει η ψυχή τους και να μου το ζητήσουνε…
[…]
Ο Άγιος Κωνσταντίνος ήτο άπλός, ήτο αγαθός, ήτο αθώος, ήτο ευθύς, ήτο άδολος. Ήτο άνθρωπος Του Θεού. Και γι’ αυτό το πνεύμα Του Θεού τον εφώτισε και τον εδίδαξε και τον οδήγησε. …Γι’ αυτό, κι όπως λέει ο σερ Στήβεν Ράνσιμαν, τότε ο Κωνσταντίνος εστράφη κατ’ ανατολάς για να συνεννοηθεί – πολύ σπουδαίο – και για να ζήσει. Και μετέφερε την πρωτεύουσα στην Ανατολή, οδηγημένος από άγγελον Κυρίου και την έκτισε εκεί που βρίσκεται μέχρι σήμερα και που φέρει και θα φέρει ακόμη κατ πάντοτε το όνομά του. Κωνσταντίνου Πόλις.
Και ο Χριστός τον οδήγησε πώς να την κτίσει και τι να κάνει. Κι ακόμη του είπε να την αφιερώσει στην Παναγία. Γι’ αυτό από τότε η Κωνσταντινούπολις και μέχρι σήμερα είναι της Θεοτόκου η πόλις. Κι εκείνη είναι η Υπέρμαχος Στρατηγός. Γι’ αυτό η Πόλις είναι και Θεοσκέπαστη και Θεοφρούρητη.
Και όταν ο Κύριος εβουλήθη να τουρκέψει η Πόλις, είπε στην Παναγιά και στους Αγίους ότι είναι θέλημά του η Πόλις να τουρκέψει. Κι είπε στην Παναγιά να μην την προστατεύει, κι η Παναγία, ξέρετε τι κανε; Κάθησε κι έκλαιγε. «Κλαίει πικρά η Παναγιά», λέει και το τραγουδάκι το δημοτικό, «Κι ο Μιχαήλ κι ο Γαβριήλ την επαρηγορούσαν:
«Σώπασε κυρά Δέσποινα και μην πολλά δακρύζεις πάλι με χρόνια με καιρούς πάλι δικά μας θα ‘ναι».
Ήταν θέλημα του Κυρίου. Να τουρκέψει η Πόλις. Και πού ξέρομε, τότε, αν πάλι δεν θα ‘ναι θέλημα Θεού να ξετουρκέψει; Οι
Τούρκοι το ξέρουν, οι ταλαίπωροι κι αυτοί, ότι η Πόλις δεν είναι δική
τους. Την έχουν υφαρπάσει. Δεν τους την παρέδωκε κανείς. Δεν τους την
παρέδωκε. Δεν τους την παρέδωκε.
Όταν ο Άμιλτον, ο Άγγλος ναύαρχος στο μεγάλο εικοσιένα, που ήταν με τα πλοία του στ’ Ανάπλι, είπε στον Κολοκοτρώνη να τα βρείτε με τους Τούρκους, να τα φτιάξετε με τους Τούρκους – το ίδιο μας λένε οι Φράγκοι και σήμερα και όχι μόνο οι Φράγκοι – και τι του λέει ο Θεοδωράκης; «Άκουσε, ναύαρχέ μου, ο τελευταίος βασιλιάς μας, ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, έπεσε μαχόμενος. Και δεν παρέδωκε την Πόλη. Ο πόλεμος συνεχίζεται».
Πού είν’ αυτοί οι άνθρωποι; Πού είν’ αυτοί οι άνθρωποι; Ο πόλεμος συνεχίζεται. Κι αν δεν μας έτρωγε η διχόνοια, κι αν δεν μας χάλαγαν οι μπαρμπέρηδες που ‘ρθαν απ’ έξω, οι Μαυροκορδάτοι και οι υπόλοιποι, κι αν δεν εγίνοντο και κάποια άλλα ατυχήματα, για τις αμαρτίες μας και πάλι, όπως λέει ο Θοδωράκης ο Κολοκοτρώνης, θα είχαμε πάρει και τη Βασιλεύουσα…
Αποσπάσματα από το βιβλίο του Αρχιμανδρίτη, π. Ανανία Κουστένη, “Λόγοι”, τόμος Β’, και το κεφάλαιο “Οι Άγιοι Ισαπόστολοι Κωνσταντίνος και Ελένη” (εκδόσεις Αρμός).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου