Όταν πήγαινα στο δημοτικό σχολείο, το σχολείο ήταν διθέσιο, τώρα είναι κλειστό.
Έξι τάξεις είχαμε δύο δασκάλους. Το σχολείο είχε δύο αίθουσες και σε κάθε αίθουσα κάναμε μάθημα τρεις τάξεις.
Μια μέρα στο μάθημα της ιστορίας ο δάσκαλος έχει σηκώσει μια μαθήτρια να πει μάθημα. Όταν τελείωσε η μαθήτρια, ρωτάει ο δάσκαλος εμάς τους υπόλοιπους άν είχαμε να συμπληρώσουμε κάτι που ίσως να ξέχασε η συμμαθήτριά μας. Σήκωσε ένα κορίτσι το χέρι του και του λέει ο δάσκαλος : Για πες μας Χ……….. (τυχαίο το γράμμα) τι δεν είπε η Κ…..;(πάλι τυχαίο το γράμμα). Και λέει η Χ……… Κύριε ξέχασε να πει το «και». Ξέχασε να πει ένα «και».
Έχουν περάσει 45 χρόνια από τότε και το θυμάμαι σαν να ήταν χθες. Αυτό το «και» έχει στοιχειώσει μέσα μου και με τυραννάει. Γιατί δυστυχώς αυτό το «και» δεν το παρατήρησε μόνο η Χ…….. Αυτό το «και» το παρατηρώ και εγώ στους ανθρώπους. Ψάχνω να βρω το «και» που έχουν ξεχάσει. Δεν με ενδιαφέρει τα άλλα σημαντικά πράγματα που λένε ή κάνουν, εγώ ψάχνω να βρω το «και», την αδυναμία τους, το λάθος τους, το λίγο, το ελάχιστο, το τίποτα.
Με ενοχλεί στον άλλο το λίγο. Βλέπω το δένδρο και χάνω το δάσος. Χίλια καλά να βρω σ’ έναν άνθρωπο, εγώ θα ψάξω να βρω το «και», το ένα, το λάθος και η ζωή μου κατάντησε μίζερη. Σπατάλησα όλη μου τη ζωή ψάχνοντας στους ανθρώπους το «και» κι έχασα τη ζωή.
Θα σας πω και μια ιστορία που άκουσα από άλλον ιερέα. Ήταν ένα ζευγάρι που τσακωνόταν συνέχεια. Είχαν φτάσει ένα βήμα πριν το χωρισμό. Αλλά πριν πάνε στο δικηγόρο αποφάσισαν να δώσουν μια τελευταία ευκαιρία στο γάμο τους και να πάνε σ’ ένα σύμβουλο γάμου. Πήγαν λοιπόν στο σύμβουλο γάμου και αυτός τους δέχθηκε ξεχωριστά έναν-έναν. Πήγε πρώτα ο άνδρας και άρχισε να κατηγορεί τη γυναίκα του. Του λέει ο σύμβουλος:. Πριν μου πεις οτιδήποτε, θα σου κάνω μερικές ερωτήσεις. Για πες μου, η γυναίκα σου δεν έχει κανένα καλό;
Έ, ναι του λέει ο άνδρας, είναι καλή νοικοκυρά, δεν με έχει απατήσει ποτέ, φροντίζει τα παιδιά και συνέχισε και είπε κάποια ακόμα καλά της γυναίκας του. Ο σύμβουλος τα σημείωνε σ’ ένα χαρτί. Του λέει καλά πήγαινε, να δω και τη γυναίκα σου. Μπαίνει μέσα στο γραφείο η γυναίκα και άρχισε να κατηγορεί το σύζυγο. Της λέει ο σύμβουλος: Πρίν μου πεις οτιδήποτε θέλω να σου κάνω κάποιες ερωτήσεις. Ο σύζυγός σου δεν έχει κανένα καλό;
Ναί βέβαια, απαντά η σύζυγος. Είναι εργατικός, δεν είναι τσιγκούνης, νοιάζεται για τα παιδιά, είναι κουβαλητής και συνέχισε να λέει τα καλά του συζύγου της. Ο σύμβουλος τα έγραφε σ’ ένα χαρτί. Φωνάζει και τους δύο μέσα και τους λέει δείχνοντας τα χαρτιά: Αν θέλετε, για αυτά τα τόσα καλά που λέτε ο ένας για τον άλλο εδώ στα χαρτιά, να χωρίσετε, είστε ηλίθιοι.
Ομολογώ ότι εγώ είμαι ο πιο ηλίθιος άνθρωπος του κόσμου, γιατί 56 χρόνια αντί να ψάχνω στους ανθρώπους να δω τα καλά, έψαχνα αυτό το «και», κι έχασα 56 χρόνια ζωής.
π. Παναγιώτης Βαρδουνιώτης – euxh.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου