Ο
θείος αυτός πατέρας, καταγόταν από την Ασία και ανετράφη από παιδί στην
βασιλική αυλή της Κωνσταντινούπολης. Τελείωσε τις σπουδές του στη
φιλοσοφία, ρητορική και φυσική. Στη λογική, κατά την αποφοιτήριο διάλεξή
του ενώπιον του αυτοκράτορα και των αξιωματούχων, ο πρύτανης του
πανεπιστημίου ανεφώνησε με θαυμασμό ότι αν ήταν παρών και ο ίδιος
Aριστοτέλης θα τον επαινούσε.
Μετά
τις σπουδές του όμως, απέρριψε τη προσφορά υψηλών αξιωμάτων του
αυτοκράτορα, εγκατέλειψε τα βασίλεια και από είκοσι χρονών ασκήτευσε στο
Άγιον Όρος. Πρώτα στην Λαύρα του Βατοπεδίου κατόπιν στη Λαύρα του
Αθανασίου καθώς και στην ερημική τοποθεσία Γλωσσία, σημερινή Προβάτα.
Αναχώρησε από το Όρος για τα Ιεροσόλυμα, αλλά στην Θεσσαλονίκη είδε σε
όραμα τον Άγιο Δημήτριο που του απαίτησε να μείνει και να μονάσει εκεί
κοντά. Μόνασε τότε στη Βέροια και τριάντα χρονών έγινε ιερέας. Εκεί
πλήθη μοναχών και λαϊκών προσέτρεχαν να τον συμβουλευθούν. Μετά πέντε
χρόνια και λόγω εισβολής των Σέρβων επέστρεψε στον Άθωνα σε κοντινό κελί
της Μεγίστης Λαύρας, όπου έφθασε σε μεγάλα ύψη φωτισμού και εκεί σε
όραμα έλαβε εντολή να ασχοληθεί με δογματικά θέματα. Κατόπιν λόγω της
φήμης του αναγκάσθηκε να γίνει ηγούμενος για ένα χρόνο στη μονή
Εσφιγμένου. Αργότερα έγινε και αρχιεπίσκοπος Θεσσαλονίκης για δώδεκα
χρόνια, αλλά μόνο στα μισά παρέμεινε λόγω περιπετειών, από τη δράση του,
μέχρι και φυλακής.
Παραστάθηκε στις συγκροτηθείσες συνόδους του 1341 και 1347 και πολέμησε τις κακοδοξίες των δυτικόφρονων Βαρλαάμ και Ακινδύνου.
Έγραψε πολλά θεολογικά συγγράμματα ιδιαίτερα δογματικά για να καταπολεμήσει τους αιρετικούς, όπως περί του Αγίου Πνεύματος, καθώς και επιστολές στους αντιησυχαστές, επίσης διάφορα ομολογιακά κείμενα. Είναι ο θεολόγος της χάριτος, του ακτίστου φωτός.
Έγραψε πολλά θεολογικά συγγράμματα ιδιαίτερα δογματικά για να καταπολεμήσει τους αιρετικούς, όπως περί του Αγίου Πνεύματος, καθώς και επιστολές στους αντιησυχαστές, επίσης διάφορα ομολογιακά κείμενα. Είναι ο θεολόγος της χάριτος, του ακτίστου φωτός.
Μετά
στασιμότητα πολλών αιώνων ο Γρηγόριος πέτυχε να ανανεώσει την θεολογική
ορολογία και να δώσει νέες κατευθύνσεις στη θεολογική σκέψη. Ξεκίνησε
από προσωπικές εμπειρίες και απέδειξε ότι το έργο της θεολογίας είναι
ασύγκριτα ανώτερο από της φιλοσοφίας και επιστήμης. Αξιολογεί την έξω
σοφία ως περιορισμένη, αναφέροντας δύο γνώσεις, την θεία και την
ανθρώπινη και δύο Θεϊκά δώρα, τα φυσικά για όλους και τα υπερφυσικά ή
πνευματικά που δίδονται όποτε θέλει ο Θεός και μόνο στους καθαρούς και
αγίους, στους τελείους. Η θεολογία ολοκληρώνεται δια της θεοπτίας.
Οι
αντίπαλοι του Παλαμά πίστευαν στο χωρίο του Ιωάννου ότι «τον Θεόν
ουδείς εώρακε πώποτε» και κατηγορούσαν τους μοναχούς που είχαν θεοπτία,
ως ομφαλοσκόπους. Ο Γρηγόριος αντέτεινε ότι ο Κύριος είπε: «οι καθαροί
στην καρδία τον Θεόν όψονται» (Ματθ. 5,8). Θεμελιώδης προσφορά του
Γρηγορίου στην θεολογία είναι η διάκριση στην ουσία και ενέργεια του
Θεού. Η ύπαρξη του Θεού συνίσταται σε δύο. Στην ουσία Του, η οποία είναι
άκτιστη, ακατάληπτη και αυθύπαρκτη και ονομάζεται κυριολεκτικά θεότης
(εδώ αναφέρεται το ουδείς εώρακε) και στις ενέργειές Του, οι λεγόμενες
ιδιότητες ή προσόντα που είναι μεν άκτιστες, αλλά καταληπτές. Άλλο
λοιπόν η θεότης και άλλο η βασιλεία, η αγιότης κ.λ.π.Ο άνθρωπος είναι μίγμα δύο διαφόρων κόσμων και συγκεφαλαιώνει όλη την κτίση. Ακολουθώντας την Πατερική γραμμή σε σύγκριση με τη πλατωνική και βαρλααμική ανθρωπολογία, θεωρεί ότι το σώμα του ανθρώπου δεν είναι πονηρό, αλλά αποτελεί κατοικία του νου, αφού μάλιστα καθίσταται και του Θεού κατοικία, έτσι μαζί με τη ψυχή καθιστά τον άνθρωπο ενιαίο και αδιάσπαστο σύνολο. Η αναγέννηση του ανθρώπου γίνεται με το βάπτισμα και η ανακαίνιση με την θεία Ευχαριστία. Είναι τα δύο θεμελιώδη μυστήρια, της θείας οικονομίας.
Το ουσιωδέστερο στοιχείο της διδασκαλίας του αγίου Γρηγορίου Παλαμά συνίσταται στην ανύψωση του ανθρώπου υπεράνω αυτού του κόσμου. Η εμπειρία της θεώσεως είναι δυνατή από εδώ με την παράδοξο σύνδεση του ιστορικού με του υπεριστορικού. Το φως που είδαν οι μαθητές του Χριστού στο Θαβώρ, το φως που βλέπουν οι καθαροί ησυχαστές σήμερα και η υπόστασις των αγαθών του μέλλοντος αιώνος αποτελούν τις τρείς φάσεις ενός και του αυτού πνευματικού γεγονότος, σε μια υπερχρόνια πραγματικότητα.
Προβάλλει λοιπόν η Εκκλησία την μνήμη του στη δεύτερη Κυριακή, ως συνέχεια, τρόπον τινά και επέκταση της πρώτης Κυριακής, της Ορθοδοξίας. Η μνήμη του αγίου Γρηγορίου Παλαμά είναι ένα είδος δευτέρας «Κυριακής της Ορθοδοξίας»
Κοιμήθηκε σε ηλικία 63 χρονών στις 14 Νοεμβρίου από ασθένεια και αγιοποιήθηκε σύντομα. Το ιερό του λείψανο σώζεται σήμερα στη μητρόπολη της Θεσσαλονίκης.
Ἀπολυτίκιον. Ἦχος πλ. δ’.Ὀρθοδοξίας
ὁ Φωστήρ, Ἐκκλησίας τὸ στήριγμα καὶ διδάσκαλε, τῶν Μοναστῶν ἡ καλλονή,
τῶν Θεολόγων ὑπέρμαχος ἀπροσμάχητος, Γρηγόριε Θευματουργέ, Θεσσαλονίκης
τὸ καύχημα, κῆρυξ τῆς χάριτος, ἱκέτευε διὰ παντός, σωθῆναι τὰς ψυχὰς
ἡμῶν.
Κοντάκιον. Ἦχος πλ. δ’. Τῇ ὑπερμάχω.
Τὸ τῆς σοφίας ἱερὸν καὶ θεῖον ὄργανον
Θεολογίας τὴν λαμπρὰν συμφώνως σάλπιγγα
Ἀνυμνοῦμέν σε Γρηγόριε θεορρῆμον·
Ἀλλ’ ὡς νοῦς Νοΐ τῷ πρώτῳ παριστάμενος
Πρὸς αὐτὸν τὸν νοῦν ἡμῶν Πάτερ ὁδήγησον,Ἵνα κράζωμεν, χαῖρε κῆρυξ τῆς χάριτος.
Μεγαλυνάριον.Χαίροις
Ἐκκλησίας θεῖος φωστήρ, καὶ Θεσσαλονίκης ποιμενάρχης ὁ εὐκλεής· χαίροις
τοῦ ἀκτίστου, φωτὸς πάνσοφον στόμα, Γρηγόριε παμμάκαρ, πιστῶν ἑδραίωμα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου