Ἄγνωστος συγγραφεύς
Ἐάν ἡ ἀγάπη πρός τόν Θεό εἶναι ἡ τήρησις τῶν ἐντολῶν Του, ὅπως ὁ Χριστός εἶπε «εἰ ἀγαπᾶτε με τάς ἐντολάς τάς ἐμᾶς τηρήσατε» ἐγώ ὄχι μόνο δέν τηρῶ τάς ἐντολάς Του, ἀλλ’ οὔτε καμμιά προσπάθεια καταβάλλω νά κατορθώσω τήν τήρησή τους. Ἔτσι εἶναι ἀπόλυτη ἀλήθεια, τήν ὁποία εὔκολα συμπεραίνει κανείς, ὅτι δέν ἀγαπῶ τόν Θεόν. Ἐπάνω σ’ αὐτό ὁ Μέγας Βασίλειος λέει: Ἡ ἀπόδειξις ὅτι ὁ ἄνθρωπος δέν ἀγαπᾶ τόν Θεό καί τόν Χριστόν, ἔγκειται εἰς τό γεγονός ὅτι δέν τηρεῖ τάς ἐντολάς του.
Δέν ἀγαπῶ οὔτε τόν πλησίον μου. Ἐάν ἀγαποῦσα τόν πλησίον μου, θά ἦτο δυνατόν νά σκεφθῶ καί νά ἀπόφασίσω νά δώσω καί τήν ζωήν μου γι’ αὐτόν, ἐάν θά ὑπῆρχε ἀνάγκη. Ὄχι, ὅμως, αὐτό μόνον δέν κάνω, ἀλλ’ οὔτε καί τήν παραμικρή θυσία εἶμαι διατεθειμένος νά ὑποστῶ γι’ αὐτόν. Ἐάν ἀγαποῦσα τόν πλησίον μου, σύμφωνα μέ τήν ἐντολήν τοῦ Εὐαγγελίου, οἱ λύπες του θά ἦσαν καί δικές μου λύπες καί οἱ χαρές του θά ἀντανακλοῦσαν εἰς τό πρόσωπό μου, ὅπως εἰς τό δικό του. Ἀντι-θέτως, ὅμως, εὐχαριστοῦμαι νά ἀκούω διάφορα ἄσχημα πράγματα γι’ αὐτόν, ἀντί νά λυποῦμαι καί νά πονῶ. Τό κάθε κακό τυχόν πού ἀκούω γιά τόν πλησίον μου, ὄχι μόνον δέν τό σκεπάζω μέ ἀγάπη, ἀλλά τό διατυμπανίζω ὅπου μπορῶ μέ ἐσωτερικήν ἱκανοποίηση. Ἡ εὐτυχία τοῦ πλησίον μου, ἡ τιμή του, τά ἀγαθά του δέν μέ εὐφραίνουν, μοῦ δίνουν δέ ἀντιθέτως τό συναίσθημα τῆς ἀδια-φορίας. Τέλος, ὄχι λίγες φορές, καταλαμβάνουν τήν ψυχή μου περιφρόνηση καί φθόνος γιά τόν πλησίον μου.
Δέν ἔχω θρησκευτική πίστη. Οὔτε εἰς τήν ἀθανασίαν, οὔτε εἰς τό Εὐαγγέλιο, διότι ἐάν ἤμουν τέλεια πεπεισμένος καί ἐπίστευα χωρίς ἀμφιβολία ὅτι μετά ἀπό τόν τάφο ξανοίγεται ἡ αἰώνιος ζωή καί ἡ ἀνταπόδοσις τῶν πεπραγμένων αὐτοῦ τοῦ κόσμου, θά ἐσκε-πτόμουν συνεχῶς αὐτό, χωρίς ἀνάπαυλα. Ἡ ἰδέα τῆς ἀθανασίας θά μέ συνέτριβε κυριολεκτικά καί θά ἐζοῦσα αὐτήν τήν πρόσκαιρη ζωή σάν ἕνας ξένος καί παρεπίδημος, που ἔχει πάντα εἰς τόν νοῦ του τήν φροντίδα νά ἀξιωθεῖ κάποτε νά φθάσει εἰς τήν γλυκειά του πατρίδα. Ἀντίθετα, ὅμως, ἐγώ οὔτε κάν σκέπτομαι γιά τήν αἰωνιότητα καί συμπεριφέρομαι εἰς τήν ζωή μου σάν νά πιστεύω ὅτι τό τέλος τοῦ παρόντος βίου εἶναι καί τό τέρμα τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεώς μου. Μέσα μου φωλιάζει ὑποσυνείδητα ἡ σκέψις πού συνοψίζεται εἰς τό : ποιός ξέρει καί ποιός εἶδε τά μετά θάνατον;
Ὅταν μιλῶ γιά τήν ἀθανασία, τό μυαλό μου συμφωνεῖ μ’ ἐκείνην, ἐνῶ ἡ καρδιά μου πολύ ἀπέχει ἀπό τοῦ νά εἶναι πεπεισμένη γι’ αὐτήν. Ὅλη αὐτή ἡ ἀπιστία μου ἀποδεικνύεται ἀπό τίς πράξεις μου καί ἀπό τήν συνεχεῖ φροντίδα νά ἱκανοποιῶ τήν ζωή τῶν αἰσθήσεων. Ἐάν ἡ διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου εἶχε κυριαρχήσει εἰς τή καρδιά μου μέ τήν ἀνάλογη πίστη, θά εἶχα καταλυφθεῖ ἀπ’ τό Λόγο τοῦ Θεοῦ καί θά τόν ἐμελετοῡσα, θἄβρισκε δέ ἡ ἀφοσίωσις καί ἡ προσοχή τήν κατοικία της εἰς τήν ψυχή μου. Ἡ προσοχή, ἡ εὐσπλαγχνία, ἡ ἀγάπη πού κρύπτονται μέσα εἰς Αὐτόν θά μέ ὡδηγοῦσαν εἰς τήν χαρά καί τήν εὐτυχία τῆς μελέτης τοῦ Νόμου τοῦ Θεοῦ νύκτα καί ἡμέρα. Εἰς τήν μελέτην αὐτήν θά εὕρισκα τροφή πνευματική, τόν ἐπιούσιον ἄρτον τῆς ψυχῆς μου καί ἡ καρδία μου θά παρεκινεῖτο εἰς τήν τήρησή του.
Τίποτα εἰς τόν κόσμον αὐτόν δέν θἆταν δυνατό νά μέ ἀποτρέψει ἀπ’ τήν ἐφαρμογή της εἰς τήν ζωή μου. Ἀντιθέτως, ὅμως, ὅταν κάθε τόσο διαβάζω ἤ ἀκούω τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ, ἄν ἡ ἀνάγκη ἤ ἡ ἀγάπη πρός τή γνώση μέ ὠθοῦν πρός τοῦτο, τόν παρακολουθῶ χωρίς τήν δέουσα προσοχή καί τόν εὑρίσκω τίς περισσότερες φορές καταθλιπτικό ἤ χωρίς σπουδαῖο ἐνδιαφέρον. Συνήθως φθάνω εἰς τό τέλος τῆς μελέτης του χωρίς σπουδαία ὡφέλεια καί πάντα πρόθυμος νά τόν ἀλλάξω μέ ἐλαφρά ἀναγνώσματα πού μοῦ εἶναι πολύ ἐνδιαφέροντα καί μέ εὐχαριστοῦν.
4. Εἶμαι πλήρης ἀπό ὑπερηφάνεια καί φιλαυτία. Ὅλες μου οἱ ἐνέργειες τό βεβαιώνουν. Βλέποντας κάτι καλό εἰς τόν ἑαυτόν μου, ἐπιθυμῶ νά τό κάνω ἐμφανές ἤ νά ὑπερηφανευθῶ γι’ αὐτό μπροστά σέ ἄλλους ἀνθρώπους ἤ νά τό θαυμάσω μόνος μου ἐσωτερικῶς. Ἄν καί ἐπιδεικνύω μίαν ἐξωτερική ταπεινοφροσύνη, τήν ἀποδίδω σέ ἀποτελεσματικότητα τῆς ἰδικῆς μου δυνάμεως, θεωρῶ δέ τόν ἑαυτόν μου ἤ ἀνώτερον ἀπό τούς ἄλλους, ἤ τουλάχιστον ὄχι χειρότητό τους. Ὅταν ἀνακαλύπτω ἕνα σφάλμα μου προσπαθῶ νά τό δικαιολογήσω καί νά τό σκεπάσω, λέγοντας: Τί νά κάνω; Ἔτσι εἶμαι φτιαγμένος, ἤ δέν πειράζει, κανείς δέν θά μέ παρεξηγήσει. Θυμώνω μέ ὅσους δέν δείχνουν ἐκτίμηση πρός τό πρόσωπό μου καί τούς πιστεύω ὅτι εἶναι ἄνθρωποι πού δέν ἠμπο-ροῦν νά ἐκτιμήσουν τήν ἀξία τοῦ ἄλλου. Ἀγάλλομαι γιά τά χαρίσματά μου, καί ὅλες μου τίς πτώσεις τίς θεωρῶ ἐντελῶς προσωπικό μου ζήτημα. Ἐνῶ εἶμαι μεμψίμοιρος, εὑρίσκω εὐχαρίστησιν εἰς τίς ἀτυχίες τῶν ἐχθρῶν μου. Ὅταν ἀγωνίζωμαι γιά κάτι καλό τό κάνω μέ τόν σκοπό ἤ νά κερδίσω ἐπαίνους, ἤ νά δώσω κάποια ἐλαστικότητα εἰς τόν πνευματικό μου ἑαυτό, ἤ νά πάρω μιά πρόσκαιρη παρηγορία.
Μέ μιά λέξη, συνεχῶς κατασκευάζω ἕνα εἴδωλο τοῦ ἑαυτοῦ μου πρός τό ὁποῖον ἀποδίδω ἀδιάκοπες τίς ὑπηρεσίες μου, φροντίζοντας μέ κάθε τρόπο γιά τήν εὐχαρίστησή μου καί τήν καλλιέργεια τῶν παθῶν καί τῶν ἐπιθυμιῶν μου. Πράττοντας ὅλα αὐτά ἀναγωρίζω τόν ἑαυτόν μου νά εἶναι γεμᾶτος ἀπό ὑπερηφάνεια, ἀπό διάφορες σαρκικές ἐπιθυμίες, ἀπό ἀπιστίαν, ἀπό ἔλλειψιν ἀγάπης πρός τόν Θεό καί ἀπό κακία πρός τόν πλησίον μου. Ποιά κατάσταση θά μποροῦσε νά ὑπάρξει πιό ἁμαρτωλή ἀπό αὐτήν; Ἡ κατάστασις τῶν πνευμάτων τοῦ σκότους πρέπει νά εἶναι καλύτερη ἀπό τήν ἰδικήν μου. Ἐκεῖνα, ἄν καί δέν ἀγαποῦν τόν Θεό, ἄν καί μισοῦν τούς ἀνθρώπους καί τροφή τους εἶναι ἡ ὑπερηφά-νεια, μ’ ὅλα ταῦτα πιστεύουν εἰς τόν Θεό καί φρίττουν. Ἐγώ ὅμως; Μπορῶ νά βρεθῶ σέ χειρότερη κόλασιν ἀπ’ αὐτήν πού ἀντιμετωπίζω; Πῶς δέ δέν θά λάβω τήν πιό αὐστηρή τιμωρία γιά τήν ἀνόητη καί ἀπρόσεκτη ζωή μου, τήν ὁποίαν ἀναγνωρίζω ὅτι ζῶ;
Διαβάζοντας ὅλον αὐτόν τόν τύπον τῆς ἐξομολογήσεως πού μοῦ ἔδωσεν ὁ ἱερεύς, τρομοκρατημένος ἐσκέφθηκα καί εἶπα μέσα μου: «Θεέ καί Κύριε! Τί φοβερά ἁμαρτήματα ὑπάρχουν κρυμμένα μέσα μου καί μέχρι τώρα δέν τά εἶχα ἀνακαλύψει!». Ἡ ἐπιθυμία νά καθαρισθῶ ἀπό αὐτά μέ ἔκαναν νά ἱκετεύσω αὐτόν τόν μεγάλον ἐξομολόγο νά μέ διδάξει πῶς νά γνωρίσω τήν αἰτίαν ὅλου αὐτοῦ τοῦ κακοῦ καί πῶς νά θεραπεύσω ἀπ’ αὐτό τόν ἑαυτόν μου. Ἔτσι ὁ ἅγιος αὐτός πνευματικός ἄρχισε νά μέ καθοδηγεῖ λέγοντας: Παιδί μου καί ἀδελφέ μου, ἡ αἰτία τῆς ἐλλείψεως ἀγάπης πρός τόν Θεό εἶναι ἔλλειψις πίστεως. Ἡ ἔλλειψις αὐτή τῆς πίστεως εἶναι ἡ αἰτία τῆς ἐλλείψεως τῆς πεποιθήσεως καί ἡ αἰτία τοῦ τελευταίου αὐτοῦ, εἶναι ἡ ἀποτυχία μας ὡς πρός τήν ἀναζήτηση τῆς ἀληθινῆς καί ἁγίας γνώσεως καί ἡ ἀδιαφορία μας ὡς πρός τήν ἀναζήτηση τοῦ φωτός τοῦ πνεύματος. Μέ μιά λέξη ἄν δέν πιστεύεις δέν μπορεῖς νά ἀγαπᾶς... Μέ τήν ἁγιαστική μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καί μέ τήν ἀπόκτηση πείρας, πρέπει νά γεννηθεῖ εἰς τήν ψυχή σου μία δίψα, μιά ἀκατάσχετη ἐπιθυμία, κάτι σάν θαῦμα, τό ὁποῖον θά σοῦ φέρει μιάν ἀσίγαστη ἐπιθυμία νά μάθεις, ὅσο μπορεῖς πιό πολύ, πιό τέλεια, πιό βαθειά, ὅ,τι περιβάλλει ὅλους μας...
Φαντάζομαι τώρα πώς θά κατάλαβες ὅτι ἡ αἰτία τῶν ἁμαρτημάτων, τά ὁποῖα ἐδιάβασες προηγουμένως, εἶναι ἡ ἀδράνεια τῆς ψυχῆς μας γιά σκέψεις ἐπάνω σέ πνευματικά πράγματα, ἀδράνεια πού ξηραίνει τά συναισθήματα καί τήν ἀνάγκη τῆς ψυχῆς γιά παρόμοιες πνευματικές ἐντρυφήσεις. Ἐάν θέλεις νά μάθεις πῶς θά νικήσεις αὐτήν τήν αἰτία τοῦ κακοῦ, φρόντισε νά ἀποκτήσεις μέ ὅλη σου τήν δύναμη τήν φώτιση τοῦ πνεύματος, τήν φώτιση τῆς ψυχῆς, μέ ἐπιμελῆ καί ἁγιαστική μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, μέ τήν μελέτη τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, μέ τίς συμβουλές πνευματικῶν ἀνθρώπων καί μέ συζητήσεις μέ ἄτομα πού εἶναι σοφοί καί γεμᾶτοι ἀπό Χριστό... Ἄς κάνουμε τήν προσπάθεια αὐτή καί ἄς προσευχώμεθα, ὅσο συχνότερα μποροῦμε μέ τά λόγια: Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, κάνε μας νά σέ ἀγαπήσουμε τόσον, ὅσο πρίν γνωρίσουμε Σένα, ἀγαπούσαμε τήν ἁμαρτία.
Δέν ἀγαπῶ οὔτε τόν πλησίον μου. Ἐάν ἀγαποῦσα τόν πλησίον μου, θά ἦτο δυνατόν νά σκεφθῶ καί νά ἀπόφασίσω νά δώσω καί τήν ζωήν μου γι’ αὐτόν, ἐάν θά ὑπῆρχε ἀνάγκη. Ὄχι, ὅμως, αὐτό μόνον δέν κάνω, ἀλλ’ οὔτε καί τήν παραμικρή θυσία εἶμαι διατεθειμένος νά ὑποστῶ γι’ αὐτόν. Ἐάν ἀγαποῦσα τόν πλησίον μου, σύμφωνα μέ τήν ἐντολήν τοῦ Εὐαγγελίου, οἱ λύπες του θά ἦσαν καί δικές μου λύπες καί οἱ χαρές του θά ἀντανακλοῦσαν εἰς τό πρόσωπό μου, ὅπως εἰς τό δικό του. Ἀντι-θέτως, ὅμως, εὐχαριστοῦμαι νά ἀκούω διάφορα ἄσχημα πράγματα γι’ αὐτόν, ἀντί νά λυποῦμαι καί νά πονῶ. Τό κάθε κακό τυχόν πού ἀκούω γιά τόν πλησίον μου, ὄχι μόνον δέν τό σκεπάζω μέ ἀγάπη, ἀλλά τό διατυμπανίζω ὅπου μπορῶ μέ ἐσωτερικήν ἱκανοποίηση. Ἡ εὐτυχία τοῦ πλησίον μου, ἡ τιμή του, τά ἀγαθά του δέν μέ εὐφραίνουν, μοῦ δίνουν δέ ἀντιθέτως τό συναίσθημα τῆς ἀδια-φορίας. Τέλος, ὄχι λίγες φορές, καταλαμβάνουν τήν ψυχή μου περιφρόνηση καί φθόνος γιά τόν πλησίον μου.
Δέν ἔχω θρησκευτική πίστη. Οὔτε εἰς τήν ἀθανασίαν, οὔτε εἰς τό Εὐαγγέλιο, διότι ἐάν ἤμουν τέλεια πεπεισμένος καί ἐπίστευα χωρίς ἀμφιβολία ὅτι μετά ἀπό τόν τάφο ξανοίγεται ἡ αἰώνιος ζωή καί ἡ ἀνταπόδοσις τῶν πεπραγμένων αὐτοῦ τοῦ κόσμου, θά ἐσκε-πτόμουν συνεχῶς αὐτό, χωρίς ἀνάπαυλα. Ἡ ἰδέα τῆς ἀθανασίας θά μέ συνέτριβε κυριολεκτικά καί θά ἐζοῦσα αὐτήν τήν πρόσκαιρη ζωή σάν ἕνας ξένος καί παρεπίδημος, που ἔχει πάντα εἰς τόν νοῦ του τήν φροντίδα νά ἀξιωθεῖ κάποτε νά φθάσει εἰς τήν γλυκειά του πατρίδα. Ἀντίθετα, ὅμως, ἐγώ οὔτε κάν σκέπτομαι γιά τήν αἰωνιότητα καί συμπεριφέρομαι εἰς τήν ζωή μου σάν νά πιστεύω ὅτι τό τέλος τοῦ παρόντος βίου εἶναι καί τό τέρμα τῆς ἀνθρωπίνης ὑπάρξεώς μου. Μέσα μου φωλιάζει ὑποσυνείδητα ἡ σκέψις πού συνοψίζεται εἰς τό : ποιός ξέρει καί ποιός εἶδε τά μετά θάνατον;
Ὅταν μιλῶ γιά τήν ἀθανασία, τό μυαλό μου συμφωνεῖ μ’ ἐκείνην, ἐνῶ ἡ καρδιά μου πολύ ἀπέχει ἀπό τοῦ νά εἶναι πεπεισμένη γι’ αὐτήν. Ὅλη αὐτή ἡ ἀπιστία μου ἀποδεικνύεται ἀπό τίς πράξεις μου καί ἀπό τήν συνεχεῖ φροντίδα νά ἱκανοποιῶ τήν ζωή τῶν αἰσθήσεων. Ἐάν ἡ διδασκαλία τοῦ Εὐαγγελίου εἶχε κυριαρχήσει εἰς τή καρδιά μου μέ τήν ἀνάλογη πίστη, θά εἶχα καταλυφθεῖ ἀπ’ τό Λόγο τοῦ Θεοῦ καί θά τόν ἐμελετοῡσα, θἄβρισκε δέ ἡ ἀφοσίωσις καί ἡ προσοχή τήν κατοικία της εἰς τήν ψυχή μου. Ἡ προσοχή, ἡ εὐσπλαγχνία, ἡ ἀγάπη πού κρύπτονται μέσα εἰς Αὐτόν θά μέ ὡδηγοῦσαν εἰς τήν χαρά καί τήν εὐτυχία τῆς μελέτης τοῦ Νόμου τοῦ Θεοῦ νύκτα καί ἡμέρα. Εἰς τήν μελέτην αὐτήν θά εὕρισκα τροφή πνευματική, τόν ἐπιούσιον ἄρτον τῆς ψυχῆς μου καί ἡ καρδία μου θά παρεκινεῖτο εἰς τήν τήρησή του.
Τίποτα εἰς τόν κόσμον αὐτόν δέν θἆταν δυνατό νά μέ ἀποτρέψει ἀπ’ τήν ἐφαρμογή της εἰς τήν ζωή μου. Ἀντιθέτως, ὅμως, ὅταν κάθε τόσο διαβάζω ἤ ἀκούω τόν Λόγο τοῦ Θεοῦ, ἄν ἡ ἀνάγκη ἤ ἡ ἀγάπη πρός τή γνώση μέ ὠθοῦν πρός τοῦτο, τόν παρακολουθῶ χωρίς τήν δέουσα προσοχή καί τόν εὑρίσκω τίς περισσότερες φορές καταθλιπτικό ἤ χωρίς σπουδαῖο ἐνδιαφέρον. Συνήθως φθάνω εἰς τό τέλος τῆς μελέτης του χωρίς σπουδαία ὡφέλεια καί πάντα πρόθυμος νά τόν ἀλλάξω μέ ἐλαφρά ἀναγνώσματα πού μοῦ εἶναι πολύ ἐνδιαφέροντα καί μέ εὐχαριστοῦν.
4. Εἶμαι πλήρης ἀπό ὑπερηφάνεια καί φιλαυτία. Ὅλες μου οἱ ἐνέργειες τό βεβαιώνουν. Βλέποντας κάτι καλό εἰς τόν ἑαυτόν μου, ἐπιθυμῶ νά τό κάνω ἐμφανές ἤ νά ὑπερηφανευθῶ γι’ αὐτό μπροστά σέ ἄλλους ἀνθρώπους ἤ νά τό θαυμάσω μόνος μου ἐσωτερικῶς. Ἄν καί ἐπιδεικνύω μίαν ἐξωτερική ταπεινοφροσύνη, τήν ἀποδίδω σέ ἀποτελεσματικότητα τῆς ἰδικῆς μου δυνάμεως, θεωρῶ δέ τόν ἑαυτόν μου ἤ ἀνώτερον ἀπό τούς ἄλλους, ἤ τουλάχιστον ὄχι χειρότητό τους. Ὅταν ἀνακαλύπτω ἕνα σφάλμα μου προσπαθῶ νά τό δικαιολογήσω καί νά τό σκεπάσω, λέγοντας: Τί νά κάνω; Ἔτσι εἶμαι φτιαγμένος, ἤ δέν πειράζει, κανείς δέν θά μέ παρεξηγήσει. Θυμώνω μέ ὅσους δέν δείχνουν ἐκτίμηση πρός τό πρόσωπό μου καί τούς πιστεύω ὅτι εἶναι ἄνθρωποι πού δέν ἠμπο-ροῦν νά ἐκτιμήσουν τήν ἀξία τοῦ ἄλλου. Ἀγάλλομαι γιά τά χαρίσματά μου, καί ὅλες μου τίς πτώσεις τίς θεωρῶ ἐντελῶς προσωπικό μου ζήτημα. Ἐνῶ εἶμαι μεμψίμοιρος, εὑρίσκω εὐχαρίστησιν εἰς τίς ἀτυχίες τῶν ἐχθρῶν μου. Ὅταν ἀγωνίζωμαι γιά κάτι καλό τό κάνω μέ τόν σκοπό ἤ νά κερδίσω ἐπαίνους, ἤ νά δώσω κάποια ἐλαστικότητα εἰς τόν πνευματικό μου ἑαυτό, ἤ νά πάρω μιά πρόσκαιρη παρηγορία.
Μέ μιά λέξη, συνεχῶς κατασκευάζω ἕνα εἴδωλο τοῦ ἑαυτοῦ μου πρός τό ὁποῖον ἀποδίδω ἀδιάκοπες τίς ὑπηρεσίες μου, φροντίζοντας μέ κάθε τρόπο γιά τήν εὐχαρίστησή μου καί τήν καλλιέργεια τῶν παθῶν καί τῶν ἐπιθυμιῶν μου. Πράττοντας ὅλα αὐτά ἀναγωρίζω τόν ἑαυτόν μου νά εἶναι γεμᾶτος ἀπό ὑπερηφάνεια, ἀπό διάφορες σαρκικές ἐπιθυμίες, ἀπό ἀπιστίαν, ἀπό ἔλλειψιν ἀγάπης πρός τόν Θεό καί ἀπό κακία πρός τόν πλησίον μου. Ποιά κατάσταση θά μποροῦσε νά ὑπάρξει πιό ἁμαρτωλή ἀπό αὐτήν; Ἡ κατάστασις τῶν πνευμάτων τοῦ σκότους πρέπει νά εἶναι καλύτερη ἀπό τήν ἰδικήν μου. Ἐκεῖνα, ἄν καί δέν ἀγαποῦν τόν Θεό, ἄν καί μισοῦν τούς ἀνθρώπους καί τροφή τους εἶναι ἡ ὑπερηφά-νεια, μ’ ὅλα ταῦτα πιστεύουν εἰς τόν Θεό καί φρίττουν. Ἐγώ ὅμως; Μπορῶ νά βρεθῶ σέ χειρότερη κόλασιν ἀπ’ αὐτήν πού ἀντιμετωπίζω; Πῶς δέ δέν θά λάβω τήν πιό αὐστηρή τιμωρία γιά τήν ἀνόητη καί ἀπρόσεκτη ζωή μου, τήν ὁποίαν ἀναγνωρίζω ὅτι ζῶ;
Διαβάζοντας ὅλον αὐτόν τόν τύπον τῆς ἐξομολογήσεως πού μοῦ ἔδωσεν ὁ ἱερεύς, τρομοκρατημένος ἐσκέφθηκα καί εἶπα μέσα μου: «Θεέ καί Κύριε! Τί φοβερά ἁμαρτήματα ὑπάρχουν κρυμμένα μέσα μου καί μέχρι τώρα δέν τά εἶχα ἀνακαλύψει!». Ἡ ἐπιθυμία νά καθαρισθῶ ἀπό αὐτά μέ ἔκαναν νά ἱκετεύσω αὐτόν τόν μεγάλον ἐξομολόγο νά μέ διδάξει πῶς νά γνωρίσω τήν αἰτίαν ὅλου αὐτοῦ τοῦ κακοῦ καί πῶς νά θεραπεύσω ἀπ’ αὐτό τόν ἑαυτόν μου. Ἔτσι ὁ ἅγιος αὐτός πνευματικός ἄρχισε νά μέ καθοδηγεῖ λέγοντας: Παιδί μου καί ἀδελφέ μου, ἡ αἰτία τῆς ἐλλείψεως ἀγάπης πρός τόν Θεό εἶναι ἔλλειψις πίστεως. Ἡ ἔλλειψις αὐτή τῆς πίστεως εἶναι ἡ αἰτία τῆς ἐλλείψεως τῆς πεποιθήσεως καί ἡ αἰτία τοῦ τελευταίου αὐτοῦ, εἶναι ἡ ἀποτυχία μας ὡς πρός τήν ἀναζήτηση τῆς ἀληθινῆς καί ἁγίας γνώσεως καί ἡ ἀδιαφορία μας ὡς πρός τήν ἀναζήτηση τοῦ φωτός τοῦ πνεύματος. Μέ μιά λέξη ἄν δέν πιστεύεις δέν μπορεῖς νά ἀγαπᾶς... Μέ τήν ἁγιαστική μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καί μέ τήν ἀπόκτηση πείρας, πρέπει νά γεννηθεῖ εἰς τήν ψυχή σου μία δίψα, μιά ἀκατάσχετη ἐπιθυμία, κάτι σάν θαῦμα, τό ὁποῖον θά σοῦ φέρει μιάν ἀσίγαστη ἐπιθυμία νά μάθεις, ὅσο μπορεῖς πιό πολύ, πιό τέλεια, πιό βαθειά, ὅ,τι περιβάλλει ὅλους μας...
Φαντάζομαι τώρα πώς θά κατάλαβες ὅτι ἡ αἰτία τῶν ἁμαρτημάτων, τά ὁποῖα ἐδιάβασες προηγουμένως, εἶναι ἡ ἀδράνεια τῆς ψυχῆς μας γιά σκέψεις ἐπάνω σέ πνευματικά πράγματα, ἀδράνεια πού ξηραίνει τά συναισθήματα καί τήν ἀνάγκη τῆς ψυχῆς γιά παρόμοιες πνευματικές ἐντρυφήσεις. Ἐάν θέλεις νά μάθεις πῶς θά νικήσεις αὐτήν τήν αἰτία τοῦ κακοῦ, φρόντισε νά ἀποκτήσεις μέ ὅλη σου τήν δύναμη τήν φώτιση τοῦ πνεύματος, τήν φώτιση τῆς ψυχῆς, μέ ἐπιμελῆ καί ἁγιαστική μελέτη τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ, μέ τήν μελέτη τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, μέ τίς συμβουλές πνευματικῶν ἀνθρώπων καί μέ συζητήσεις μέ ἄτομα πού εἶναι σοφοί καί γεμᾶτοι ἀπό Χριστό... Ἄς κάνουμε τήν προσπάθεια αὐτή καί ἄς προσευχώμεθα, ὅσο συχνότερα μποροῦμε μέ τά λόγια: Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, κάνε μας νά σέ ἀγαπήσουμε τόσον, ὅσο πρίν γνωρίσουμε Σένα, ἀγαπούσαμε τήν ἁμαρτία.
Πηγή: agiazoni.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου