Ανήμερα
της επετείου της εκδημίας του (28/1) στον κατάμεστο, από τον ιερό Κλήρο
και τον λαό της πόλης, Μητροπολιτικό Ναό του Βόλου τελέστηκε
Αρχιερατική Θεία Λειτουργία και Μνημόσυνο, προεξάρχοντος του Σεβ. Μητροπολίτου Κερκύρας κ. Νεκταρίου, τον οποίο πλαισίωσε ο οικείος Ποιμενάρχης κ. Ιγνάτιος.
Στην ομιλία του ο κ. Νεκτάριος, μεταξύ άλλων, ανέφερε: ««Μνήμη δικαίου μετ’ ἐγκωμίων, καὶ εὐλογία Κυρίου ἐπὶ κεφαλὴν αὐτοῦ. Μακάριος ἄνθρωπος, ὃς εὗρε σοφίαν, καὶ θνητὸς ὃς εἶδε φρόνησιν». (Παροιμ. 10, 6-7).
Στην ομιλία του ο κ. Νεκτάριος, μεταξύ άλλων, ανέφερε: ««Μνήμη δικαίου μετ’ ἐγκωμίων, καὶ εὐλογία Κυρίου ἐπὶ κεφαλὴν αὐτοῦ. Μακάριος ἄνθρωπος, ὃς εὗρε σοφίαν, καὶ θνητὸς ὃς εἶδε φρόνησιν». (Παροιμ. 10, 6-7).
Ὁ σοφός Παροιμιαστής
μᾶς περιγράφει τά συναισθήματα πού συνέχουν τούς ἀνθρώπους γι’ αὐτούς πού ἔχουν
φύγει ἀπό τόν κόσμο χωρίς νά ἔχουν φύγει ἀπό τίς καρδιές ὅσων τούς ἀγάπησαν. Ὁ
κάθε ἄνθρωπος ἀνήκει στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, στήν Ἐκκλησία. Καί εἶναι
ἡ Ἐκκλησία πού διαβλέπει στό πρόσωπο τοῦ καθενός τά χαρίσματα, ὅ,τι τοῦ δόθηκε
ἀπό τόν Θεό καί ὅ,τι μπόρεσε ὁ ἴδιος νά καλλιεργήσει μέ τήν ζωή του. Γι’ αὐτό
καί ἡ Ἐκκλησία θυμᾶται καί μνημονεύει τόν δίκαιο, αὐτόν δηλαδή ὁ ὁποῖος
εὐχαρίστησε τόν Θεό καί μέ τήν πίστη καί μέ τόν τρόπο τῆς ζωῆς του, ἀλλά καί
ἔδωσε στούς ἀνθρώπους μαρτυρία αἰωνιότητας, καλοσύνης καί ἀγάπης, μαρτυρία
Θεοῦ. Δέν τόν θυμᾶται μόνο. Ἀναφέρεται σ’ αὐτόν μέ ἐγκώμια. Δέν εἶναι ἐγκώμια
κολακείας καί ὑπερβολῆς. Πηγάζουν ἀπό τήν χαρά τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ ὅτι ὁ
δίκαιος ἄνθρωπος «ἀγωνίσθηκε τόν καλόν ἀγῶνα. Ἐτέλεσε τόν δρόμον. Τετήρηκε τήν
πίστιν. Καί ἀπόκειται εἰς αὐτόν ὁ τῆς δικαιοσύνης στέφανος» (Β’ Τιμ. 5,
7-8) παρά τοῦ ἀγωνοθέτου Θεοῦ. Καί εἶναι ὁ δίκαιος ἀφορμή γιά κατά Θεόν
καύχησιν. Γιατί δέν δοξάζεται τό πρόσωπο τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά ὁ Θεός
ἡμῶν ὁ ἐν οὐρανοῖς (Ματθ. 5, 16).
Μακάριος
χαρακτηρίζεται ὁ δίκαιος. Εὐτυχής. Διότι βρῆκε τόν σκοπό τῆς ζωῆς. Βρῆκε
τήν σοφία, τόσο τήν κατά Θεόν ὅσο καί τήν κατά κόσμον. Ἀπέκτησε
ἐπίγνωση ὅτι ὑπάρχει ἡ κατά Θεόν φρόνηση, ὄχι μόνο τοῦ νοῦ, ἀλλά καί τῆς
καρδιᾶς. Καί ἔλαβε τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ ἐπί τῆς κεφαλῆς του. Τά
τρία αὐτά σημεῖα δείχνουν τό γιατί ὁ ἄνθρωπος δέν πέρασε μάταια τήν ζωή του, ἀλλά
ἀπέκτησε τήν κατά Θεόν πληρότητα καί μακαριότητα, ὅπως ἐπίσης καί γιατί ἡ
Ἐκκλησία θέλει καί ἐγκωμιάζει τέτοια πρόσωπα.
Μακάριος εἶναι ὁ
δίκαιος πού βρῆκε τήν σοφία. Καί εἶναι δύο εἰδῶν αὐτή ἡ σοφία.
Πρῶτα εἶναι ἡ κατά Θεόν. Ἡ ἄνωθεν κατερχομένη (Ἰακ. 3, 15). Εἶναι ὁ
νοῦς Χριστοῦ. Τό νά γνωρίζει ὁ ἄνθρωπος τό θέλημα τοῦ Θεοῦ. Γιά ποιό λόγο ὁ
Θεός δημιούργησε καί ἀναδημιούργησε τόν κόσμο στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ. Καί νά
ἀναζητεῖ τόσο στίς σχέσεις του μέ τόν συνάνθρωπο, ὅσο καί στήν ἐντός του
πορεία, αὐτό τό θέλημα. Νά προσπαθεῖ νά ἐπιλύσει τίς ὅποιες δυσκολίες ὑπάρχουν
μέ κριτήριο τί θέλει ὁ Θεός. Καί νά διαβλέπει στήν συμπεριφορά τῶν
ἄλλων, στίς ἰδέες τους, στόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο ζοῦνε τήν παρουσία ἤ ὄχι τοῦ
Θεοῦ. Ἐδῶ ἡ σοφία τοῦ Θεοῦ συναντᾶ καί τήν ἀνθρώπινη, τήν κατά κόσμον σοφία. Σημεῖα
αὐτῆς δέν εἶναι μόνο οἱ γνώσεις, οἱ ἐπιστῆμες, ἡ ὁδός τῆς διανοίας. Γιατί ὅλα
αὐτά ἐνίοτε κάνουν τόν ἄνθρωπο νά «φυσιοῖ» (Α’ Κορ. 8,2). Σοφία
ἀληθινή εἶναι ἡ ἐμπειρία τῆς ἀγάπης, ἡ ὁποία «οἰκοδομεῖ» (Α’ Κορ. 8,2).
Ὅταν ὁ ἄνθρωπος ἀπό ἀγάπη γιά τόν Θεό καί τόν πλησίον προπαθεῖ νά διαβλέψει ὅλα
τά καλά πού ὑπάρχουν στίς καρδιές τῶν συνανθρώπων του καί νά ἐνθαρρύνει τό
ἀγαθόν στή ζωή τους. Καί καθίσταται ἔτσι ὁ δίκαιος πού βρῆκε τήν σοφία
καθοδηγητής ἔμπειρος. Καθοδηγητής στήν ἀγάπη. Καθοδηγητής στήν ἑνότητα.
Καθοδηγητής στήν ἀλήθεια. Καί συνδυάζει τήν ὄντως Ἀλήθεια πού εἶναι ὁ Χριστός
μέ τίς μικρότερες ἤ μεγαλύτερες ἀλήθειες τῆς ζωῆς, οἱ ὁποῖες καί αὐτές
ἀντανακλοῦν τήν μεγίστη Ἀλήθεια. Ὅτι ὁ Χριστός βρίσκεται δίπλα μας καί
μᾶς φωτίζει καί μᾶς ἁγιάζει.
Μακάριος εἶναι ὁ
δίκαιος πού γνώρισε τήν φρόνηση. Ἔγινε συνετός. Καί φρόνιμος κατά
Θεόν εἶναι ὅποιος ἀγωνίστηκε, λόγοις καί ἔργοις, ἐναντίον κάθε ἐμποδίου
γιά νά δεῖ τόσο ὁ ἴδιος ὅσο καί ὁ συνάνθρωπός του τόν Χριστό. Καί εἶναι ποικίλα
αὐτά τά ἐμπόδια. Τά πάθη μας. Οἱ ἀλλότριες ἰδέες. Τό φρόνημα τοῦ ἐγωκεντρισμοῦ.
Ὁ ἐγκλωβισμός στά δικαιώματά μας. Ὁ κατά Θεόν φρόνιμος κατέστησε τόν Χριστό
προτεραιότητα τῆς ζωῆς του. Καί ἐνίοτε ἀναδείχθηκε «μωρός» γιά τούς
πολλούς χάριν τοῦ Χριστοῦ (Α’ Κορ. 4, 10). Γιατί
θεώρησε πάντα τά ἀνθρώπινα ὡς σκύβαλα «ἵνα Χριστόν κερδήσῃ» (Φιλιπ. 3,7).
Θυσίασε τό καλό του ὄνομα. Θυσίασε ὅλες τίς κατά κόσμον περγαμηνές του. Δέν
συμβιβάστηκε μέ τήν εὐκαιρία νά γίνεται εὐχάριστος καί ἐπαινετός, ἀλλά προτίμησε
τόν μοναχικό δρόμο τοῦ Σταυροῦ ὑπέρ τοῦ Χριστοῦ. Ἀνέχτηκε τήν συκοφαντία καί
τήν λοιδορία «ἵνα πάντως τινάς σώσῃ» (Α’ Κορ. 9, 10).
Μακάριος εἶναι ὁ
δίκαιος πού ἔλαβε τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ ἐπί κεφαλῆς αὐτοῦ. Αὐτός πού ἔλαβε
τό χάρισμα τῆς διακονίας τῶν πολλῶν. Τό χάρισμα τῆς ἱερουργίας τοῦ μυστηρίου
τῆς σωτηρίας. Τό χάρισμα τῆς ἀναφορᾶς τῶν πάντων στόν Θεό. Τό χάρισμα τῆς
προσευχῆς. Τό χάρισμα τοῦ φωτισμοῦ καί τοῦ ἁγιασμοῦ. Τό χάρισμα τοῦ
εὐαγγελισμοῦ τῆς εἰρήνης. Τό χάρισμα τοῦ λόγου. Τό χάρισμα τοῦ νά εἶναι ὁ
ἐκπρόσωπος τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ. Τό χάρισμα τῆς παρουσίας τοῦ
Ἁγίου Πνεύματος. Τό χάρισμα τοῦ νά φορτώνεται «τό φορτίο τῶν ἄλλων» καί νά τό
ἐναποθέτει στούς πόδας τοῦ Θεοῦ. Τό χάρισμα τῆς ἐμπιστοσύνης τῶν ἀνθρώπων,
διότι βλέπουν ὅτι ἡ εὐλογία δέν ἐγκλωβίζεται στήν κεφαλή, ἀλλά γίνεται
ἀναμμένος λύχνος, ὁ ὁποῖος «τίθεται ἐπί τήν λυχνίαν καί λάμπει πᾶσι τοῖς ἐν τῇ
οἰκίᾳ» (Ματθ. 5, 15).
Μακάριος ὄντως ὁ
δίκαιος αὐτός. Διότι ἠγάπησε καί ἠγαπήθη. «Καί εὐάρεστος γενόμενος Θεῷ, ζῶν
ἀνάμεσά μας, μετετέθη» (Σοφ. Σολομ. 7, 10). Ἡ λύπη εἶναι
ἀνθρώπινη διά τόν ἀπαρφανισμόν μας. Ὅμως δέν καταβάλλει τήν καρδία μας.
Ἀπομένει σέ ἐμᾶς νά τόν μνημονεύουμε ὡς ἕνα ἀπό ἐκείνους πού μᾶς
βοήθησαν νά δοῦμε τήν ὄντως Ἀλήθεια πού εἶναι ὁ Χριστός. Νά τόν δοῦμε ὡς
πνευματικό μας πατέρα, ὁ ὁποῖος μᾶς δίδαξε μέ τούς λόγους καί τά ἔργα του. Καί
ἡ διδαχή παραμένει ζῶσα. Ἐκεῖνος ἀναπαύεται ἐν χώρᾳ ζώντων. Στό σῶμα τοῦ
Χριστοῦ ὅμως, σέ ὅλους ἐμᾶς ἀπομένει ὄχι ἁπλῶς ἡ παράθεσις ἐγκωμίων, ἀλλά ὁ
παραδειγματισμός ἐκ τῆς ζωῆς καί τοῦ ἀγῶνος του. Ὄχι γιά νά τόν θεωρήσουμε
ἀλάθητο καί νά τόν ἀνεβάσουμε τόσο ψηλά ὥστε νά ἰσχυριστοῦμε ὅτι δέν εἶναι γιά
ἐμᾶς. Ἀλλά γιά νά στραφοῦμε πρός Ἐκεῖνον πού μᾶς τόν ἐχάρισε. Τόν
Ζωοδότη Χριστό μας.
Μνημονεύουμε λοιπόν
σήμερα τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλάδος, τοῦ ἀπό
Δημητριάδος πατρός καί ποιμενάρχου ἡμῶν κυροῦ Χριστοδούλου. Τόν
μνημονεύουμε ὡς δίκαιο καί μακάριο. Ζήσαμε κοντά του ἐπί πλεῖστα ἔτη. Γευθήκαμε
τήν διαποίμανση τοῦ τόπου αὐτοῦ ἀλλά καί συμπάσης τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος ἀπό
ἐκεῖνον. Διδαχθήκαμε πολλά. Τήν ἀγάπη γιά τόν Χριστό καί τήν πίστη. Τήν
αὐταπάρνηση καί τήν ἀφιέρωση. Τήν μέριμνα γιά τόν κάθε ἄνθρωπο, ὡς εἰκόνα Θεοῦ.
Τήν λειτουργική ζωή ὡς κατεξοχήν τρόπο κοινωνίας μέ τόν Θεό. Τόν σεβασμό στήν
παράδοση καί τήν ἰδιοπροσωπία μας. Τήν ἀγωνιστικότητα καί τήν ἀποφασιστικότητα.
Τήν καρτερία στίς δοκιμασίες. Τό μελίρρυτον τοῦ λόγου του. Τήν
συγχωρητικότητα τῆς ἀγαπώσης καρδίας του. Τό εὔχαρες τοῦ προσώπου του. Τήν
ἐλπίδα στόν Θεό πού ἀπέπνεε κάθε κίνησή του. Τήν πίστη ὅτι ἡ Ἐκκλησία
εἶναι ἡ ἀπάντηση στά προβλήματα τοῦ κόσμου καί τῶν ἀνθρώπων καί στήν ἀπουσία
νοήματος σέ μία ἐποχή πνευματικοῦ καί ἠθικοῦ ξεπουλήματος, τό ὁποῖο εἶχε
προείδει καί προείπει. Τήν δίψα του γιά μάθηση καί ἀληθινή παιδεία.
Καί πρωτίστως, τήν εὐλογία τοῦ νά σπουδάσουμε τί σημαίνει πνευματικός κόπος καί
ἀγώνας μέσα στήν Ἐκκλησία. Ὅτι τίποτε δέν μᾶς χαρίζεται, ἐάν ἐμεῖς δέν
χαρίσουμε τά χαρίσματά μας στόν Θεό καί στόν πλησίον καί δέν ἐργαστοῦμε
ἀνυστάκτως.
Τόν μνημονεύουμε
λοιπόν σήμερα ὡς δίκαιο καί μακάριο. Γιατί γνώρισε τόν Χριστό ὡς Σοφία καί
Ἀλήθεια καί μᾶς βοήθησε νά Τόν γνωρίσουμε καί ἐμεῖς. Γιατί δέν λύγισε στίς
κατηγορίες τῶν ὅσων τόν εἰρωνεύτηκαν καί τόν ἀπέρριψαν ἀντιμετωπίζοντάς τον ὡς
μωρόν κατά Χριστόν, ἐνῶ ἐργάστηκε ὡς φρόνιμος ἐν Χριστῶ γιά νά μᾶς βοηθήσει νά
ξεδιαλύνουμε τίς σκιές καί τά ἔσοπτρα (Α’ Κορ. 13, 12) πού δέν μᾶς
ἐπιτρέπουν νά προσανατολιστοῦμε στήν αἰωνιότητα. Γιατί μᾶς ἔδειξε τί σημαίνει
νά εἶναι κάποιος ποιμένας, δηλαδή ἡγέτης τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ, αὐτός δηλαδή στόν
ὁποῖο μποροῦμε νά ἔχουμε ἐμπιστοσύνη νά μᾶς ὁδηγήσει στήν πνευματική ὑγεία, νά
μᾶς κάνει νά διακρατήσουμε τά πνευματικά μας πρωτοτόκια καί νά μᾶς ὑπενθυμίσει
ὅτι χωρίς τά τιμαλφῆ τῶν ἀξιῶν μας, πού πηγάζουν ἀπό τήν σχέση μας μέ τόν Θεό
δέν περιμένουμε ἀληθινή προκοπή.
Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος
Χριστόδουλος δικαιώθηκε καί δικαιώνεται καθημερινά στόν τρόπο μέ τόν ὁποῖο
ἔβλεπε τήν ζωή καί τόν κόσμο, ἀλλά καί τήν πορεία τῆς πατρίδας μας καί τοῦ
καθενός μας στήν πραγματικότητα τῆς παγκοσμιοποιήσεως χωρίς Χριστό, χωρίς
ἐλευθερία, χωρίς ἀγάπη, χωρίς στηρίγματα. Ὁ ἴδιος ἔφυγε
ἀπό αὐτήν τήν ζωή πρίν ἀπό ἕξι χρόνια. Μᾶς ἄφησε ὅμως παρακαταθήκη τήν ἀνάγκη
νά δοῦμε μέ ἄλλα μάτια τήν ζωή: αὐτά τοῦ Πνεύματος. Νά μή μείνουμε στά
ἐπιτεύγματα τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλά νά διαλέξουμε τήν ὁδό καί τόν τρόπο τοῦ
Θεανθρώπου. Καί ὅλα αὐτά μέσα στήν ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Ὅλοι ἐμεῖς πού
τιμοῦμε σήμερα τήν μνήμη του ἄς παρακαλοῦμε τόν Θεό νά Τόν ἀναπαύει καί νά
ἀφήνει ἀσίγαστη τήν προφητική του φωνή στό τελευταῖο μήνυμα πού ἀπηύθυνε σέ
ὅλους μας, λίγες ἡμέρες πρίν τήν ἐκδημία του:
«Μακάριοι οἱ ἔχοντες
προοπτική αἰωνιότητας στή ζωή τους. Ἀλλοιῶς εἶναι σάρκες, ἔκδοτοι σέ πάθη
ἀτιμίας, πρόθυμοι γιά κάθε τι πού εὐτελίζει τήν ὕπαρξή μας. Ὁ κόσμος θά ἦταν
διαφορετικός, ἄν κάθε ἄνθρωπος θυμόταν τήν Θεία καταγωγή του καί εὐθυγράμμιζε
τή ζωή του μέ τίς ἀρχές πού ἀπορρέουν ἀπό αὐτή. Ἡ κατάσταση ὅμως δέν ἀλλάζει
μαγικά καί μηχανικά. Χρειάζεται νά πολλαπλασιασθοῦν οἱ ἄνθρωποι πού κάνουν
Ἀντίσταση.Πού παραμένουν πιστοί στίς παραδόσεις μας, στίς ἀξίες μας, στήν
ἱστορία μας καί στούς ἀγῶνες μας. Σταθῆτε ὅλοι ὄρθιοι στίς ἐπάλξεις σας καί μήν
ξεπουλήσετε τά πρωτοτόκιά μας. Διδάξτε στά παιδιά σας τήν ἀλήθεια, ὅπως τήν ἐβίωσαν
οἱ ἀείμνηστοι Πατέρες μας. Ὁ λαός μας ξέρει νά ὑπερασπίζεται τά ἱερά καί τά
ὅσιά του. Τό ἔχει κατ’ ἐπανάληψιν ἀποδείξει. Καί θά τό ἀποδείξει καί πάλι.
Ἀντίσταση καί Ἀνάκαμψη. Γιά νά ξαναβροῦμε ὅ,τι ἔχουμε χάσει, γιά νά
ὑπερασπισθοῦμε ὅ,τι κινδυνεύει» (Μήνυμα Πρωτοχρονιᾶς 2008).
Τοῦ μακαριστοῦ
Χριστοδούλου, Θεοπροβλήτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος,
πνευματικοῦ πατρός καί συλλειτουργοῦ ἡμῶν γενομένου, αἰωνία ἡ μνήμη!».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου