Ζωντανή Αναμετάδοση Ιερών Ακολουθιών

Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2014

«Συνομιλία ψυχής και νου». (Μέρος 2ο)

          

40b2ede91799 edited
Αγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ

ΝΟΥΣ: Πράγματι, η καρδιά δεν αντιστέκεται για πολύ στον λογισμό. Στον καλό και θεάρεστο λογισμό, ωστόσο, υποτάσσεται για μια στιγμή και μετά επαναστατεί. Επαναστατεί με τόση δύναμη, με τόση ορμητικότητα, με τόση βιαιότητα, που σχεδόν πάντοτε με νικά.
Και αφού με νικήσει, αρχίζει να γεννά μέσα μου τις πιο άπρεπες παραστάσεις, που αποκαλύπτουν τα κρυμμένα πάθη.
Τι να πω για τους λογισμούς μου; Η σύγχυση και η φθορά, που μου προξένησε η αμαρτία, είχαν ως συνέπεια τη μεγάλη αστάθεια των λογισμών.
Έτσι, για παράδειγμα, το πρωί γεννιούνται μέσα μου οι γνωστοί καλοί λογισμοί για την πνευματική ζωή, για τον επίπονο ασκητικό αγώνα, για τις συνθήκες του επίγειου βίου, για την αιωνιότητα. Αυτοί οι λογισμοί φαίνονται τότε ουσιώδεις, σημαντικοί. Αλλά ξαφνικά, το μεσημέρι η και νωρίτερα, εξαφανίζονται από κάποιαν απροσδόκητη συνάντηση και δίνουν τη θέση τους σε άλλους, που γίνονται κι αυτοί με τη σειρά τους δεκτοί ως αξιοπρόσεκτοι. Το βράδυ, από νέες αφορμές και με νέες δικαιολογίες, εμφανίζονται και κυριαρχούν άλλοι λογισμοί. Άλλοι, πάλι, που με παραμόνευαν καλά κρυμμένοι στη διάρκεια της ημέρας, παρουσιάζονται ξαφνικά μπροστά μου, μέσα στη σιωπή της νύχτας, και με συνταράζουν με τη σαγηνευτική και συνάμα θανάσιμη απεικόνιση της αμαρτίας.
Μάταια διδάχθηκα από τον λόγο του Θεού να δέχομαι ως ορθούς εκείνους μόνο τους λογισμούς στους οποίους εσύ, ψυχή, ανταποκρίνεσαι με βαθιά ειρήνη, ταπεινοφροσύνη και αγάπη προς τον πλησίον. Μάταια γνωρίζω καλά πως όλοι οι λογισμοί, μ ὁποιοδήποτε προσωπείο δικαιοσύνης κι αν εμφανίζονται, όταν σου προξενούν δυσφορία, ταραχή η σύγχυση, όταν ακολουθούνται από την εκδήλωση της παραμικρής σκληρότητας μάσα σου, είναι ξένοι προς την αλήθεια, είναι εντελώς απατηλοί και ολέθριοι. Ναι, μάταιη είναι η γνώση μου, μάταια κατέχω αυτό το ασφαλές κριτήριο της αλάθητης διακρίσεως του καλού από το κακό στον κόσμο των πνευμάτων!
Εξαιτίας της ασύλληπτης ασθένειάς μου, που την αντιλαμβάνομαι μόνο εμπειρικά, δεν μπορώ να απαλλαγώ από τους θανατηφόρους λογισμούς της αμαρτίας. Δεν μπορώ να τους πνίξω, δεν μπορώ να τους διώξω, όταν αρχίζουν να βράζουν μέσα μου σαν τα σκουλίκια, δεν μπορώ να τους αποκρούσω, όταν ρίχνονται πάνω μου σαν τους ληστές, σαν τα άγρια κι αιμοβόρα θηρία. Με αιχμαλωτίζουν, με κρατούν σε σκληρή δουλεία, με ταλαιπωρούν, με βασανίζουν. Κάθε ώρα είναι έτοιμοι να με εξοντώσουν, να προκαλέσουν τον αιώνιο θάνατό μου.
Για το μαρτύριο, στο οποίο μας υποβάλλουν οι λογισμοί, δεν είμαι μόνο εγώ που σε πληροφορώ, ψυχή. Σε πληροφορεί ακόμα και το σώμα μας, που είναι ασθενικό και αδύναμο, επειδή ακριβώς πληγώθηκε επανειλημμένα από τα βέλη και τα ξίφη της αμαρτίας.
Κι εσύ, ψυχή, φαρμακωμένη με το φαρμάκι του αιώνιου θανάτου, καταθλίβεσαι. Ζητάς παρηγοριά, μα πουθενά δεν τη βρίσκεις. Μάταια ελπίζεις να παρηγορηθείς από μένα. Γιατί κι εγώ θάφτηκα μαζί μ ἐσένα στον στενόχωρο και σκοτεινό τάφο της αγνωσίας, της άγνοιας του Θεού. Η σχέση μας με τον αληθινό Θεό, σχέση σαν με ένα νεκρό και ανύπαρκτο ον, αποτελεί αδιάψευστη απόδειξη της δικής μας νεκρώσεως.
ΨΥΧΗ: Μ ἔκανες ν ἀπελπιστῶ! Αν εσύ, νου, που είσαι η ανώτερη πνευματική μου, δύναμη, το μάτι μου και ο οδηγός μου, αν εσύ, που είσαι το φως μου, ομολογείς πως έχεις βυθιστεί στο σκοτάδι, τότε τι να περιμένω από τις άλλες δυνάμεις μου, τις δυνάμεις που υπάρχουν και στα άλογα ζώα; Τι να περιμένω από τη βούληση και την επιθυμία μου η από τον φυσικό θυμό και τον ζήλο μου, που, για να ενεργήσουν διαφορετικά από τις αντίστοιχες δυνάμεις των κτηνών και των δαιμόνων, πρέπει να βρίσκονται κάτω από τη δική σου καθοδήγηση;
Μου είπες ότι, παρ ὅλη την αδυναμία σου, παρ ὅλη τη ζόφωσή σου, παρ ὅλη τη νέκρωσή σου, ο λόγος του Θεού ενεργεί ακόμα πάνω σου και σε κάθε περίπτωση σου παρέχει τη δυνατότητα να ξεχωρίζεις, μολονότι πολύ δύσκολα, το καλό από το κακό. Συμμετέχω κι εγώ σ αὐτή τη δυνατότητα! Έτσι, όταν αρχίζω να αισθάνομαι ταραχή και σύγχυση, αντιλαμβάνομαι ότι βρίσκομαι σε λάθος δρόμο. Αντιμετωπίζω, λοιπόν, με δυσπιστία την εσωτερική μου αυτή κατάσταση• την απεχθάνομαι και αγωνίζομαι να την αποδιώξω ως αφύσικη και εχθρική.
Απεναντίας, όταν εσύ στέκεσαι έστω και για μικρό χρονικό διάστημα, σαν σε γνώριμη και στοργική αγκαλιά, σε λογισμούς καλούς, σε λογισμούς που προέρχονται από τον λόγο του Θεού, ω, τι παρηγοριά αισθάνομαι τότε! Πως δοξολογώ τον Θεό από τα βάθη του είναι μου, από τους θησαυρούς της καρδιάς μου! Τι ευλάβεια με κυριεύει μπροστά στο μεγαλείο του Θεού, όταν Εκείνος αποκαλύπτεται σ ἐμένα, έναν τιποτένιο κόκο σκόνης μέσα στο τεράστιο και ποικιλόμορφο σύμπαν! Τι μακάρια ειρήνη, σαν αύρα του παραδείσου, αρχίζει να φυσά μέσα μου και να με δροσίζει μέσα στον καύσωνα! Τι γλυκά και ιαματικά δάκρυα γεννιούνται στην καρδιά, ανεβαίνουν στο κεφάλι και τρέχουν στ ἀναψοκοκκινισμένα μάγουλα από τα μάτια! Τι βλέμμα ταπεινό και πράο αγκαλιάζει όλους και όλα με ηρεμία και αγάπη!
Τότε εξαφανίζεται ο εσωτερικός πόλεμος! Τότε νιώθω πως η φύση μου θεραπεύεται! Τότε οι δυνάμεις μου, που είχαν διασπαστεί από την αμαρτία, ενώνονται πάλι μεταξύ τους αλλά και μ ἐσένα και με το σώμα σ ἕνα ενιαίο σύνολο. Τότε αισθάνομαι το έλεος του Πλάστη προς το πεσμένο πλάσμα Του. Τότε κατανοώ απόλυτα τη σημασία της λυτρώσεως και τη δύναμη του Λυτρωτή, που με θεράπευσε με τον παντοδύναμο και ζωογόνο λόγο Του. Πιστεύω και ομολογώ τον Κύριο! Βλέπω και την ενέργεια του προσκυνητού Παναγίου Πνεύματος, που εκπορεύεται από τον Πατέρα και στέλνεται από τον Υιό! Βλέπω την ενέργεια του Θεού-Πνεύματος, δια του Θεού-Λόγου, να φανερώνει τη θεότητά Του με τη δημιουργική Του δύναμη, με την οποία αποκαθιστά το συντριμμένο σκεύος στην αρχική του ολοκληρία και ωραιότητα σαν να μην είχε ποτέ συντριβεί.
Νου μου, στρέψου στον λόγο του Θεού, από τον οποίο λάβαμε αναρίθμητα αγαθά, αλλά τα χάσαμε από ραθυμία και ψυχρότητα. Από τα ανεκτίμητα πνευματικά δώρα του Θεού προτιμήσαμε τα απατηλά, τα ψεύτικα δώρα της αμαρτίας και του κόσμου, που ήταν γεμάτα φαρμάκι. Νου μου, στρέψου στον λόγο του Θεού! Εκεί ψάξε την παρηγοριά που σου ζητώ! Αβάσταχτη είναι η θλίψη μου την ώρα τούτη. Φοβάμαι μην πέσω στην τελειωτική καταστροφή, την απελπισία.
ΝΟΥΣ: Ο λόγος του Θεού, ψυχή, λύνει την απορία μας με τον πιο ικανοποιητικό ορισμό. Πολλοί άνθρωποι, ωστόσο, όταν άκουσαν τον λόγο του Πνεύματος, τον παρανόησαν με τον σαρκικό τους λογισμό και είπαν: «Σκληρός είναι αυτός ο λόγος ποιός μπορεί να τον ακούει;»4. Άκου, λοιπόν, ψυχή μου, τι είπε ο Κύριος: « Όποιος θελήσει να σώσει τη ζωή του, θα τη χάσει• κι όποιος χάσει τη ζωή του για μένα, θα τη σώσει»5. « Αυτός που αγαπά τη ζωή του, θα τη χάσει• αυτός, όμως, που δεν λογαριάζει τη ζωή του στον κόσμο αυτό, θα τη φυλάξει για την αιώνια ζωή»6.
ΨΥΧΗ: Πρόθυμη είμαι να χάσω τη ζωή μου, αν το προστάζει ο Θεός. Αλλά πως να πεθάνω, αφού είμαι αθάνατη; Δεν γνωρίζω κάτι που θα μπορούσε να μου στερήσει τη ζωή.
ΝΟΥΣ: Μη νομίζεις, ψυχή, πως ο Χριστός παραγγέλλει να πεθάνεις μόνο εσύ. Όχι! Το ποτήρι του θανάτου πρέπει να το μοιραστώ μαζί σου, πίνοντας μάλιστα πρώτος ως κύριος αίτιος της κοινής μας πτώσεως. Η αποφυγή του ποτηριού αυτού συνεπάγεται όλεθρο, θάνατο πρόσκαιρο και αιώνιο.
Ο θάνατος, που μας ζητάει ο Κύριος, δεν συνίσταται στην εξόντωση της υπάρξεώς μας, αλλά στην εξόντωση του εγωισμού, που τον ταυτίσαμε με τη ζωή μας. Ο εγωισμός είναι στρεβλή αγάπη του πεσμένου ανθρώπου προς τον ίδιο του τον εαυτό. Ο εγωισμός θεοποιεί τη μεταπτωτική ψευδώνυμη σοφία του και προσπαθεί πάντοτε να ικανοποιεί το μεταπτωτικό θέλημά του, που κατευθύνεται από το ψεύδος. Ως προς τη σχέση του με τον πλησίον, ο εγωισμός εκδηλώνεται είτε με αντιπάθεια είτε με ανθρωπαρέσκεια, δηλαδή με κάποιο πάθος. Αλλά και τα εγκόσμια πράγματα τα κακομεταχειρίζεται, τα χρησιμοποιεί με εμπάθεια. Όπως η αγάπη δένει σε τέλειο σύνολο όλες τις αρετές7 και αποτελεί την τέλεια εκπλήρωσή τους, έτσι κι ο εγωισμός δένει όλα τα πάθη και αποτελεί την τέλεια εκπλήρωσή τους.
Για να θανατώσω τον εγωισμό μου, πρέπει ν ἀπαρνηθῶ όλους «τους απατηλούς και κούφιους συλλογισμούς της ανρθώπινης σοφίας, που στηρίζονται σε ανθρώπινες παραδόσεις και σε μια εσφαλμένη πίστη στα στοιχεία του κόσμου»8. Πρέπει ν ἀποκτήσω βαθιά συναίσθηση της πνευματικής μου φτώχειας. Και, γυμνός μέσα σ αὐτή τη φτώχεια, λουσμένος στα δάκρυα του πένθους, μαλακωμένος με την πραότητα, την καθαρότητα και το έλεος, να δεχθώ τον τρόπο σκέψεως που ευδόκησε να χαράξει πάνω μου το δεξί χέρι του Λυτρωτή μου. Κι αυτό το χέρι είναι το Ευαγγέλιο.
Όσο για σένα, ψυχή, πρέπει ν ἀπαρνηθεῖς το θέλημά σου, έστω κι αν αυτή η απάρνηση σου φαίνεται βαριά, έστω κι αν στα αισθήματα και τις τάσεις της καρδιάς σου δεν βρίσκεις κανένα σφάλμα, κανένα κακό. Αντί για το δικό σου θέλημα, να κάνεις το θέλημα του Χριστού, του Θεού και Σωτήρα μας, κι ας είναι αυτό σκληρό για την εγωιστική σου καρδιά!
Να λοιπον, ποιό θάνατο ζητάει από μας ο Θεός: Μας ζητάει να θανατώσουμε εκούσια τον θάνατο που ζει μέσα μας, και να λάβουμε ως δώρο την ανάσταση και τη ζωή που ξεχύνεται από τον Κύριο Ιησού.
ΨΥΧΗ: Αποφασίζω ν ἀποκτήσω αυταπάρνηση! Και μόνο από τα λόγια σου γι αὐτήν, άρχισα κιόλας να αισθάνομαι χαρά και παρηγοριά. Ας αφήσουμε τη ζωή που γεννά την απελπισία. Ας δεχθούμε τον θάνατο που εγγυάται τη σωτηρία.
Οδήγησέ με, νου, στα ίχνη των θελημάτων του Θεού. Κι εσύ μείνε σταθερά προσκολλημένος στον Λόγο εκείνο που είπε για τον εαυτό Του: « Όποιος μένει ενωμένος μαζί μου κι εγώ μαζί του, αυτός δίνει πολύ καρπό, γιατί χωρίς εμένα δεν μπορείτε να κάνετε τίποτα»9.
Αμήν.
Τω Θεώ πρέπει κάθε δόξα τιμή και προσκύνηση,
τώρα και πάντοτε και στους αιώνες των αιώνων.
Αμήν!


Αγίου Ιγνατίου Μπριαντσανίνωφ, Από το βιβλίο: “ΑΣΚΗΤΙΚΕΣ ΕΜΠΕΙΡΙΕΣ” τομ. γ
Εκδόσεις: Ι. Μ. Παρακλήτου Ωρωπός Αττικής

1Β Πέτρ. Γ : 10.
2Βλ. Οσίου Καλλίστου Καταφυγιώτη, Περί θείας ενώσεως και βίου θεωρητικού, γ .
3Καποιος γέροντας ρώτησε τον όσιο Σισώη τον Μέγα: “Πως λέει ένας ψαλμός ότι είναι τα είδωλα;”. Και ο γέροντας απάντησε: “ Η Γραφή λέει για τα είδωλα ότι στόμα έχουν αλλά δεν μιλούν, μάτια έχουν αλλά δεν βλέπουν, αυτιά έχουν αλλά δεν ακούνε (βλ. Ψαλμ. 134 : 16-17). Έτσι οφείλει να είναι και ο μοναχός. Λέει, επίσης, η Γραφή ότι τα είδωλα είναι σιχαμερά (βλ. Δευτ. 27 : 15). Έτσι και ο μοναχός ας θεωρεί τον εαυτό του ένα σίχαμα”. (Βλ. Το Μέγα Γεροντικόν, τ. Δ , κεφ. ΙΕ , 164).
4Ιω. στ : 60.
5Ματθ. Ι : 39.
6Ιω. ιβ : 25.
7Βλ. Κολ. Γ : 14.
8Κολ. Β : 8.
9Ιω. Ιε : 5.
 
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου