Ἦταν
κόρη τοῦ ἀθηναίου φιλοσόφου Λεοντίου καὶ γεννήθηκε τὸ 401 μ.Χ. Σπούδασε
κατὰ τὸν καλύτερο τρόπο τὴ γραμματική, τὴ ρητορικὴ καὶ τὴ φιλοσοφία.
Ὅταν πέθανε ὁ Λεόντιος, ἄφησε ὅλη τὴν περιουσία του στοὺς γιούς του, καὶ
σ’ αὐτὴν ἄφησε μόνο 100 χρυσὰ νομίσματα. Ὅταν, λοιπόν, ᾖλθε στὴν
Κωνσταντινούπολη γιὰ νὰ διεκδικήσει τὰ κληρονομικά της δικαιώματα,
παντρεύτηκε τὸν Θεοδόσιο τὸν Β’, μέσῳ τῆς ἀδελφῆς του Πουλχερίας, ποὺ
εἶχε κατενθουσιαστεῖ ἀπὸ τὰ σπάνια χαρίσματα τῆς ἀθηναίας κόρης.
Ἔτσι
βαπτίστηκε χριστιανὴ καὶ πῆρε τὸ ὄνομα Εὐδοκία, ἀπὸ Ἀθηναΐδα ποὺ τὴν
ἔλεγαν πρῶτα.
Ἡ Εὐδοκία ἀπὸ τὴ φύση της γυναῖκα σεμνή, δὲν ἀνακατεύθηκε
καθόλου μὲ τὶς βασιλικὲς ὑποθέσεις. Τὴν εἵλκυσε περισσότερο ἡ ἀλήθεια
τοῦ Χριστοῦ, γι’ αὐτὸ καὶ ἐπεδίωξε νὰ ἐπισκεφθεῖ τοὺς Ἁγίους Τόπους.
Ὅταν ὁ σκοπός της πραγματοποιήθηκε, αἰσθάνθηκε τὴν ψυχή της νὰ
φτερουγίζει στὸν θρόνο τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἐπιστροφή της, ὅμως, στὴ Βασιλεύουσα,
ἐπεφύλασσε ἐκπλήξεις. Οἱ σχέσεις της μὲ τὸν Θεοδόσιο ψυχράνθηκαν, λόγω
συκοφαντιῶν. Γι’ αὐτό, μὲ τὴν ἄδεια του ἐπέστρεψε στὴν Ἱερουσαλήμ, ὅπου
ἵδρυσε πολλὰ μοναστήρια. Καὶ μὲ προσευχή, μελέτη καὶ «ἐν πάσῃ εὐσεβείᾳ
καὶ σεμνότητι», τελείωσε τὴν ζωή της.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου