της Γαλάτειας Γρηγοριάδου-Σουρέλη
Περπάτησε μαζί μας η κυρά…Μια φορά κι ένα καιρό ήταν μια
ηλιογέννητη καλότυχη βασιλοπούλα, που ζούσε μέσα στα βελούδα, στα μετάξια και
στα όνειρα…
Ρηγούλα το όνομα της που πα να πει βασιλοπούλα. Παλάτι της το
αρχοντικό των Μπενιζέλων. Νανούρισμα να κοιμηθεί το καλότυχο, ο «μαρμαρωμένος
βασιλιάς». Έτσι θα μπορούσε να αρχίσει κανείς να ιστορεί το βίο της Αγίας Φιλοθέης,
της Κυράς.
Οι χρόνοι που γεννήθηκε η Ρηγούλα ήταν οι χρόνοι που «όλα τα σκιαζε
η φοβέρα και τα πλάκωνε η σκλαβιά». Ήτανε τότες οι χρονιές που «σβυσμένες όλες οι
φωτιές οι πλάστρες μες στη χώρα». Ήτανε τότες που ο Σταυρός πολεμούσε με το
μισοφέγγαρα.
Μεγάλο το έχει του γονιού κι η μόνη κληρονόμος η Ρηγούλα. Πρέπει λοιπόν,
ανάλογα στο γένος και στα πλούτη της, να μορφωθεί η μοναχοκόρη των Μπενιζέλων. Και
μεγαλώνει, βασιλοπούλα ίδια, η Ρηγούλα, και φτάνει η στιγμή που οι γονείς όλου
του κόσμου ονειρεύονται να παντρευτεί! Κακοπαντρεύεται όμως η μοσχοθυγατέρα και
στον τρίτο χρόνο πεθαίνει ο άντρας της. Μα κι οι γονείς της πέθαναν κι αυτοί
και μένει έτσι ολομόναχη στον κόσμο.
Τη θλίψη της, την πίκρα της, όμως, η Ρηγούλα, την κάνει
κινητήρια δύναμη. Η πίστη της νερό φουσκωμένο, μπόλικο, τρέχει και πριν να φανεί
ένας Κοσμάς Αιτωλός, πριν έρθει ο Ευγένιος Βούλγαρης ο Μηνιάτης, πρώτη αυτή πιάνει
το ασύλληπτο πως όποιος χαθεί για την Ορθοδοξία πρέπει να θεωρηθεί χαμένος για
το Γένος.
Πετάει με απόφαση τα ρούχα της Αθηναίας κυράς η Μπενιζέλου, μαζί πετάει
και το όνομα της, το Ρηγούλα. Φοράει τα ρούχα της καλογριάς, φορεί κι ένα καινούργιο
όνομα: Φιλοθέη η Αθηναία. Και η μεγάλη περιουσία των Μπενιζέλων χρησιμοποιείται
για να χτιστεί ο Παρθενώνας της Φιλοθέης. Στην αρχή έχει πλάι της τις υπηρέτριες
του πατρικού της, τις μαθαίνει τέχνη και
γράμματα.
Σιγά σιγά στην καρδιά της Τουρκοκρατούμενης Αθήνας δημιουργείται μια
Πρόνοια που όμοια της και πλάι της μονάχα η Βασιλειάδα μπορεί να σταθεί. Διακόσιες
κοπέλες, από τα πρώτα σπίτια της Αθήνας, αφήνουν μισοτελειωμένα τα προικόπανα
κι έρχονται πλάι στην Κυρά.
Γιατί, η Κυρά ονομάζουν οι Αθηναίοι την καλόγρια τους. Φτιάχνει
το πρώτο γηροκομείο της Αθήνας πλάι στο μοναστήρι κι ανάβει έτσι το πρώτο φώς
μες στην Αθήνα. Για τα παιδιά πάλι που θα κρατήσουν όλο το βάρος του Ελληνισμού
και της Ορθοδοξίας, άλλο κτίριο, να μάθουν τέχνη, γράμματα, να μάθουν πως είναι
Χριστιανοί και Έλληνες.
Και μόλις μπαίνουν σε αυλάκι αυτά, σηκώνει τα μανίκια η
Φιλοθέη και φτιάχνει Νοσοκομείο μα και ξενοδοχείο με την παλιά την πρώτη έννοια
της λέξης. Για τους ξένους, τους γυρολόγους που καθώς γύριζαν στον τόπο τους, λέγαν
πως κάτι καινούργιο γίνεται στην Αθήνα. Κι ο οδοιπόρος που πορευότανε κάτω από
το λιοπύρι της Αττικής και ξεραίνονταν τα σωθικά του από την δίψα έβρισκε πηγή
να δροσιστεί από το πηγάδι που άνοιξε η Κυρά έξω από την Αθήνα, το «Ψυχικό».
Την
Κυρά που την ξέρουν πια οι Έλληνες μα και οι Τούρκοι, που ψάχνουν να βρουν
αφορμή να την τσακίσουν την καλογριά.
Και βρήκαν την αιτία: Κάτι Ελληνοπούλες, που τις είχαν αρπάξει
οι αλλόθρησκοι, θέλουν να σώσουν την πίστη τους. Προσπέφτουν στην ηγουμένη. Τις κρύβει η Κυρά, μα πιάνεται από τους
Τούρκους που τη βασανίζουν σκληρά «την πίστη σου ή τη ζωή σου».
Μα άρχοντες
σεβαστοί μιλούν στους Τούρκους κι ημερεύουν έτσι τα αγρίμια. Και λεύτερη η
καλογριά, ξεκινάει να πάει απέναντι στη Τζιά να ετοιμάσει και εκεί μοναστήρι. Εστία
αντίστασης στον κατακτητή και τον αλλόθρησκο. Βράδυ, παραμονή του Διονυσίου του
Αρεοπαγίτη ήτανε, συνάχτηκαν για ολονυχτία οι καλογριές και τότες ήτανε που σπάσανε
τις πόρτες οι αντίχριστοι.
Την πιάσανε, την χτύπησαν τόσο, όσες ήταν και οι
καλωσύνες της και πεθαμένη, πες, την παρατήσανε. Βοτάνια, γιατροσόφια της βάζαν
στις πληγές οι καλογριές μα η βουλή του Θεού ήταν να αναπαυθεί ο εργάτης Του.
Στις 19 Φεβρουαρίου ξεκουράστηκε. Μια φορά και έναν καιρό ήταν
μια ηλιογέννητη καλότυχη βασιλοπούλα, που ζούσε μέσα στα βελούδα, στα μετάξια
και τα όνειρα. Και πούλησε τα βελούδα, τα μετάξια και τα έκανε σπιτικό για τους
κατατρεγμένους.
Μια φορά και έναν καιρό, μαζί μας επερπάτησε μια Γυναίκα, άξια
Γυναίκα να την πεις, μαζί μας επερπάτησε η Οσία Φιλοθέη.
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στο Περιοδικό Πειραϊκή Εκκλησία τον
Φεβρουάριο του 2001
Επιμέλεια: Κώστας Ζουρδός
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου