Σήμερα 15 Αὐγούστου 2021 ἐκοιμήθη μία μεγάλη, μά σεμνή καί ἀθόρυβη, μορφή τῆς σύγχρονης Ἑλλάδας καί τῆς Ὀρθόδοξης Ἐκκλησίας, ὁ Γεώργιος Πέτρου Πατρῶνος, Ὁμότιμος Καθηγητής τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν, Ἄρχοντας Διδάσκαλος τοῦ Εὐαγγελίου τῆς Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας.
Ἦταν κορυφαῖος, ἀξεπέραστος, χαρισματικός δάσκαλος πού σέ συνέπαιρνε μέ τήν ἁπλότητα καί τήν ἀμεσότητα τοῦ λόγου του. Μύησε στή Θεολογική ἐπιστήμη χιλιάδες νέους ἐπιστήμονες, κληρικούς καί λαϊκούς, στή Θεολογική Σχολή τῆς Ἀθήνας καί, ταυτόχρονα, ἐπί σειρά ἐτῶν, δίδαξε στήν Ἀνωτέρα Ἐκκλησιαστική Σχολή Ἀθηνῶν καί σέ πλῆθος ἄλλες Σχολές, Φροντιστήρια Κατηχητῶν καί Ἱερατικές Συνάξεις πολλῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων στήν Ἑλλάδα καί στό ἐξωτερικό, ἐνῶ ποτέ δέν ἔπαψε νά διακονεῖ μέ τίς γνώσεις καί τήν ἐμπειρία του Κατηχητικές Ὁμάδες, Ἐνοριακές Συνάξεις, πολιτιστικούς Συλλόγους κ.λπ.
Γεννήθηκε στό Λέχοβο τῆς Δυτικῆς Μακεδονίας τόν χειμῶνα τοῦ 1935. Μεγάλωσε μέ πολύ δύσκολες συνθῆκες σέ μία ἐξαιρετικά ταραγμένη περίοδο τῆς ἑλληνικῆς ἱστορίας. Τό σπίτι του πυρπολύθηκε ἀπό τούς Γερμανούς, κινδύνευσε κατά τόν ἐμφύλιο, ὁ πατέρας του φυλακίστηκε ἀδίκως καί ὁ ἴδιος ἔζησε στίς παιδουπόλεις τῆς Θεσσαλονίκης. Τελείωσε τό Δημοτικό Σχολεῖο τοῦ χωριοῦ του καί μέ μύριες στερήσεις τό Γυμνάσιο Καστοριᾶς.
Ἡ πρώτη του ἐπαφή μέ τή διδασκαλία ἦρθε ἐνῶ ἀκόμη ἦταν μαθητής στό Γυμνάσιο. Δραστήριος, φιλομαθής, ἔξυπνος, μέ θάρρος καί ἐντυπωσιακή προσωπικότητα πρωτοστατοῦσε στήν κίνηση τῶν Κατηχητικῶν τῆς Καστοριᾶς, διοργανώνοντας διάφορες δράσεις καί ἀναλαμβάνοντας νά κάνει κατηχητικά μαθήματα στούς συμμαθητές του.
Ἄν καί μᾶλλον ἡ κλίση του ἦταν πρός τίς θετικές ἐπιστῆμες, ἀποφάσισε νά γίνει θεολόγος ἐντασσόμενος, παράλληλα, ὡς δόκιμο μέλος, στήν ἀκμάζουσα τότε Ἀδελφότητα Θεολόγων «Ἡ Ζωή», ἐργαζόμενος σκληρότατα στά γραφεῖα καί στό κατηχητικό ἔργο καθ᾿ ὅλη τήν παραμονή του σέ αὐτή.
Στίς ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ ᾿60 ἀποχώρησε ἀπό τήν Ἀδελφότητα. Θέλησε νά ἐνισχύσει τίς προσπάθειες τῆς ἱεραποστολῆς στήν Ἀφρική. Μέ αὐτή τήν προοπτική ἔφυγε γιά μεταπτυχιακές σπουδές στήν Ἀγγλία ὅπου παρέμεινε ἀπό τό 1963 μέχρι τό τέλος τοῦ 1965 ἐντρυφώντας στό πεδίο τῆς Ἱεραποστολικῆς καί τῶν Βιβλικῶν Σπουδῶν, ἐργαζόμενος ἐντατικότατα στίς βιβλιοθῆκες τῶν Σχολῶν, στίς ὁποῖες σπούδαζε, καί συγκεντρώνοντας ὑλικό γιά διδακτορική διατριβή μέ προσανατολισμό στά θέματα τοῦ ἀποστολικοῦ κηρύγματος.
Ἤδη ἀπό ἐκείνη τήν περίοδο εἶχε στραφεῖ στήν ἔρευνα τῆς Ἐσχατολογίας, ἑνός πεδίου πού στή Δυτική Εὐρώπη ἦταν στό ἐπίκεντρο τοῦ ἐνδιαφέροντος, ἐν ἀντιθέσει πρός τήν Ἑλλάδα καί, γενικότερα, τόν Ὀρθόδοξο κόσμο πού ἦταν ἄγνωστο καί στό ὁποῖο ἔγινε ὁ εἰσηγητής τῆς σχετικῆς προβληματικῆς. Μέ μιά φράση οἱ ἐσχατολογικές σπουδές στήν Ἑλλάδα χωρίζονται στήν πρό καί μετά τόν Πατρῶνο ἐποχή.
Τόν Δεκέμβριο τοῦ 1965 διέκοψε τίς σπουδές του στήν Ἀγγλία καί παρουσιάστηκε στήν Καστοριά, ὅπου διορίσθηκε Καθηγητής στή Μέση Ἐκπαίδευση. Τά τέσσερα χρόνια πού παρέμεινε στή θέση αὐτή ἄφησε εὐδιάκριτο τό ἀποτύπωμά του, ὄχι μόνο στό σχολεῖο καί στόν μαθητικό χῶρο, ἀλλά σέ ὁλόκληρη τήν τοπική κοινωνία διοργανώνοντας τίς περίφημες Μαθητικές Διαλέξεις, στίς ὁποῖες παρουσίαζε σειρά συγχρόνων κοινωνικῶν, λογοτεχνικῶν, πολιτιστικῶν, θεολογικῶν καί ἄλλων θεμάτων, μέ προοδευτικό πνεῦμα καί σεβασμό στόν ἀκροατή. Τό ἀποτέλεσμα ἦταν οἱ διαλέξεις τοῦ νεαροῦ θεολόγου Πατρώνου νά ἀποτελοῦν τό πολιτιστικό γεγονός τῆς πόλεως καί ὁ ἴδιος, δίχως νά τό ἐπιδιώκει, νά βρίσκεται στό ἐπίκεντρο τῆς προσοχῆς.
Κατά τή διάρκεια τῆς θητείας του στό Γυμνάσιο Καστοριᾶς ξεκίνησε νέο κύκλο μεταπτυχιακῶν σπουδῶν στό Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης ἀξιοποιώντας τήν ἐμπειρία καί τό ὑλικό πού εἶχε συγκεντρώσει στήν Ἀγγλία.
Τό 1970, ἔγγαμος πλέον, κατέβηκε στήν Ἀθήνα ἐργαζόμενος δίπλα στόν Καθηγητή Σάββα Ἀγουρίδη, τόν ὁποῖο σεβόταν καί τιμοῦσε μέχρι τό τέλος. Τό 1975 ἀναγορεύθηκε διδάκτωρ μέ διατριβή πού πραγματεύεται τό θέμα Ἱστορία καί Ἐσχατολογία στή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ (ἀπετέλεσε τομή στή σχετική ἔρευνα) καί τό ἑπόμενο ἔτος διορίσθηκε ἐπιμελητής. Ἐπίκουρος ἔγινε τό 1984, Ἀναπληρωτής τό 1987 καί Τακτικός τό 1991. Ἀφυπηρέττησε τό 2002.
Κατά τήν πανεπιστημιακή θητεία του διακρίθηκε γιά τήν ἱκανότητα τῆς διδασκαλίας, τήν εὐθύτητα καί τήν εὐγένειά του. Ἦταν πολύ ἀγαπητός στούς φοιτητές, προσηνής, φιλικός, πάντοτε μέ τό χαμόγελο καί τόν καλό λόγο.
Ὀξυδερκής ἑρμηνευτής, ἀκούραστος ἐρευνητής, πολυγραφότατος μελετητής. Τά βιβλία του εἶναι δεκάδες, τά ἄρθρα του ἑκατοντάδες, τά κηρύγματα καί οἱ ὁμιλίες του χιλιάδες. Ἔχεις τήν αἴσθηση ὅτι ποτέ δέν ἔλεγε ὄχι σέ κανέναν ἀποδεχόμενος ἀμέτρητες προσκλήσεις σέ συνέδρια, ἱερατικές συνάξεις, κύκλους μελέτης Ἁγίας Γραφῆς, ἐνοριακές συντροφιές, φροντιστήρια κατηχητῶν, παρέες φίλων καί παλαιῶν μαθητῶν του.
Τό γραφεῖο του ἦταν πάντοτε ἀνοικτό καί γεμᾶτο φοιτητές. Ποτέ δέ κουραζόταν νά μιλᾶ, νά συζητᾶ, νά ἐξηγεῖ… Εἶχε πάθος γιά τή διδασκαλία, ἀπόλυτο σεβασμό στόν συνομιλητή του, ἀνοχή στούς συναδέλφους του καί ἔλεγε μέ θάρρος καί σοβαρότητα τή γνώμη του.
Ἀναμφίβολα, τό πιό δυνατό του σημεῖο ἦταν ἡ διδασκαλία· ἡ παρουσία του στό ἀμφιθέατρο. Τρέχαμε νά τόν ἀκούσουμε μέ πάθος. Σέ κάθε μάθημα περιμέναμε κάτι καινούργιο νά μᾶς πεῖ. Δέν ἔμενε ποτέ στά βιβλία του, τά ὁποῖα ἦταν πρωτότυπα καί πολύ ἐνδιαφέροντα, ἀλλά πάντοτε ἔκανε ἕνα παράλληλο μάθημα στηριγμένο στίς πιό πρόσφατες μελέτες καί στά τελευταῖα συμπεράσματά του. Ἔτσι ὁ φοιτητής ἐπωφελοῦνταν διπλά: στό ἀμφιθέατρο ἀπό τήν προφορική διδασκαλία καί στίς ἐξετάσεις ἀπό τή μελέτη τοῦ συγγράμματος.
Τά θέματά του ἦταν πάντοτε σύγχρονα καί ἄκρως ἐνδιαφέροντα: ἱεραποστολή, σχέσεις δύο φύλων, γάμος καί ἀγαμία, ἡ θεολογία στήν καθημερινότητά μας, ἐσχατολογία καί ἱστορία, ἱστορία τῆς Καινῆς Διαθήκης κ.λπ.
Τό ἴδιο ἀκριβῶς καί στό μεταπτυχιακό! Στίς συναντήσεις ἔνιωθες ὅτι βρισκόσουν σέ μία ὄμορφη παρέα, ὅπου αἰσθανόσουν ἄνετα οἰκεῖα καί ἀνθρώπινα, ἀλλά ταυτόχρονα ἐνώπιόν σου ἀνοιγόταν ἕνα ἐντατικό ἐργαστήρι μελέτης, πεδίο συζητήσεων καί συνεχοῦς ἀνταλλαγῆς ἀπόψεων καί θέσεων. Ὁ Πατρῶνος ἔβαζε βαθμούς, ὅπως σέ ὅλους ἦταν γνωστό, ἀλλά στό τέλος τοῦ ἑξαμήνου, μαζί μέ τόν βαθμό, εἶχες ἀποκτήσει πολλά περισσότερα μέ ἀνθρώπινο τρόπο, δίχως καλά καλά νά τό καταλάβεις, σχεδόν χωρίς νά τό ἐπιδιώξεις…
Γι᾿ αὐτόν τόν λόγο γεμίζαμε, ἐπί δεκαετίες, κατά χιλιάδες τά ἀμφιθέατρα καί τόν ἀκούγαμε κρεμασμένοι ἀπό τά χείλη του.
Σημαντικότατο διδακτικό, κατά κυριολεξία ἱεραποστολικό, ἔργο ἀνέπτυξε στήν Ἀφρική, ὅπου διακόνησε σέ συνεργασία μέ τόν Ἀναστάσιο Γιαννουλᾶτο, σημερινό Ἀρχιεπίσκοπο Ἀλβανίας. Τό πέρασμά του ἀπό ἐκεῖ ἦταν καθοριστικό γιά τόν ἴδιο. Ἐφάρμοσε στήν πράξη ὅσα διάβαζε, ὅσα εἶχε μελετήσει, ὅσα γνώριζε ὅτι ἀποτελοῦν τήν καρδιά τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας. Ἦταν ὅμως καθοριστικό καί γιά ὅσους κατήχησε, γιά ὅσους γνώρισε, γιά ὅσους τόν ἄκουσαν νά μιλᾶ καί νά παρουσιάζει μία Ἐκκλησία τῆς ἀγάπης καί τοῦ σεβασμοῦ.
Ὁ ἄμβωνας, ἡ ἕδρα ἦταν τό σπίτι του. Ἦταν ὁ φυσικός του χῶρος. Τά διακόνησε, μέ τόν ἕνα ἤ τόν ἄλλο τρόπο περισσότερο ἀπό ἑβδομήντα χρόνια μέ πάθος, μέ συνέπεια, μέ σεβασμό στόν ἀκροατή.
Ἐνέπνεε τούς φοιτητές του, συνέπαιρνε τό κοινό του, κρατοῦσε ἀμείωτο τό ἐνδιαφέρον τοῦ ἐκκλησιάσματος.
Παρουσίαζε μία εἰκόνα γιά τή συζυγία καί τήν οἰκογένεια ἐντελῶς διαφορετική ἀπό αὐτή πού οἱ περισσότεροι θεολόγοι καί ἱεροκήρυκες παρουσιάζουν. Μέ ἐπίκεντρο τήν ἀγάπη τοῦ ζεύγους, γιά τήν ὁποία πάντοτε μιλοῦσε ὡς κάτι τό ἱερό, πέρα ἀπό ἀγκυλώσεις καί στείρα ἠθικολογία πού τόσα ἔχει κοστίσει στήν ποιμαντική μας καί τόσα δεινά ἔχει ἐπιφέρει στό ἐκκλησιαστικό σῶμα καί τήν κοινωνία, κατόρθωνε νά μᾶς ἀνοίγει τά μάτια, νά διευρύνει τούς πνευματικούς μας ὁρίζοντες μέ τρόπο ἁπλό, πρακτικό καί ἀνθρώπινο.
Πολλά τοῦ χρωστᾶμε, ὅλοι ἐμεῖς πού εἴχαμε τή χαρά καί τήν τιμή νά μαθητεύσουμε κοντά του καί αὐτές οἱ στιγμές, οἱ πρῶτες μετά τήν ἐκδημία του εἶναι κάπως περίεργες, καθώς κυριαρχοῦν αἰσθήματα, δέν θά ἔλεγα μόνο θλίψεως, μᾶλλον θά ἔλεγα χαρμολύπης. Κι αὐτό διότι σέ ὅλη του τή ζωή ἀγωνίστηκε μέ πίστη στόν Θεό, σεβασμό καί ἀφοσίωση πρός τόν μαθητή/φοιτητή/ἀκροατή, συνέπεια στήν ἀποστολή του, ἀγάπη πρός τήν Παναγία τήν ὁποία θεωροῦσε προστάτιδά του. Καί πράγματι, ὅπως καί ἐκ τῶν ὑστέρων ἀποδεικνύεται ἦταν!
Τόν προστάτευε ἀπό τή γέννησή του, στίς σπουδές του, τόν στήριζε στίς δυσκολίες πού ἀντιμετώπισε καί δέν ἦταν λίγες. Πίσω ἀπό κάθε κρίσιμη καμπή τοῦ βίου του βρισκόταν ἡ Χάρη της. Ἀφηνόταν στά χέρια της μέ ἐμπιστοσύνη κι Ἐκείνη ποτέ δέν τόν ἀπογοήτευσε. Τό ἴδιο συνέβη καί στό τέλος προσφέροντάς του τό ἔσχατο δῶρο: τόν πῆρε μαζί της στούς οὐρανούς κατά τήν Κοίμησή της καί ὁλοκληρώθηκε ἔτσι μία ζωή ἀδιάκοπου ἀγῶνα, συνεχοῦς προσφορᾶς, ἀκάματου μόχθου καί ζωντανῆς ἀγάπης.
Ἂς ἔχει ἀνάπαυση μετά τῶν Ἁγίων!
Ἄς εἶναι ἐλαφρύ τό χῶμα τῆς πατρίδας του πού θά τόν σκεπάσει!
Ἑλ. Ζαρίφη καί Ἀθ. Μουστάκης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου