του Σεβ. Μητροπολίτη Γουμενίσσης κ. Δημητρίου
ΜΙΑ ΠΑΡΑΛΛΗΛΗ διαδικασία “ἀτομικοῦ” θαύματος καί “κοινωνικῆς” ἀξιολόγησης μελετώμενη ἀποτυπώνει ἄλλη μιά φορά εἰκονιστικά τήν διαλεκτική μεταξύ τοῦ καινούργιου κόσμου (τῆς βασιλείας τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ) καί τοῦ παλαιούμενου κόσμου (ἀπόρριψης τῆς διά τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ θεοκτιστίας καί τῆς Θεανθρώπινης θεοσωτηρίας).
Ἀποτυπώνει τά μεταξύ τους σύνορα, ἀνάμεσα στά ἀγαθά ἐννοήματα τῶν καρδιῶν καί στίς ἀμετάπειστες ἀνθρώπινες ἀγκυλώσεις.
Ἁπλοί ἀγαθοί λογισμοί βηματίζουν παράλληλα καί τελικά ἐντελῶς ἀσύμπτωτα μέ κάποιων ἄλλων ἀμετακίνητα ἐμμονικά προσχήματα.
“Τυφλός ὤν ἄρτι βλέπω”.
Ὁ βατήρας τῆς (ἐλεύθερης εἴτε μόλις ἐλευθερωμένης ἀπό συμπλέγματα) ἀκούσιας ἀναπηρικῆς ταπείνωσης ἑνός ἀνθρώπου δέν παγιδεύεται στήν ἔκπληξη τῆς κατοπτικῆς ἀρτιθέασης τοῦ κόσμου.
Προχωράει μέ
αὐτοπτικό καθαρό βλέμμα στό ὅραμα καί τήν κοινωνία μέ τόν καθορώμενο
Θεό. Διότι διατηροῦσε μέσα του τήν ἀγαθή προαίρεση τοῦ πιό αὐτονόητου
συλλογισμοῦ: “εἰ μὴ ἦν οὗτος παρὰ Θεοῦ, οὐκ ἠδύνατο ποιεῖν οὐδέν” (Ἰω.
9:33).
Ἦταν ζήτημα
καλοπροαίρετης γνώμης (ἕν οἶδα…), τό ὅτι ἀνέβλεψε καί εἶδε διά πίστεως
τόν Χριστό ὡς “προφήτη” (δηλ. ἀπεσταλμένο παρά τοῦ Θεοῦ/ἐνανθρώπηση) καί
βαθμιδωτά φανερούμενο στόν ἴδιο ὡς “Υἱό τοῦ Θεοῦ” (δηλ. Θεό). Μέ
ἐργαλεῖο προσέγγισης τήν “βαθεῖα καρδιά”, τήν ὁραματικότητα τῆς ταπεινῆς
καί ἀγαθῆς συνείδησης.
Ὁ τυφλός
χρησιμοποιεῖ τό ἴδιο “γλωσσάριο” μέ τούς ἀπιστοῦντες διαλεκτικούς του
(οἶδα-οἴδαμεν), ἀλλά μέ κάθετα διαφορετική “βιωματική ἀναφορά”
(πιστεύω-ἐσμέν).
Ἐκεῖνο τό
ὑποκειμενικό “οἶδα” τοῦ πρώην τυφλοῦ (ἀκόμη καί στήν ἀντικειμενική
διεύρυνση τοῦ “οἴδαμεν ὅτι ἁμαρτωλῶν ὁ Θεός οὐκ ἀκούει”)… ἦταν ἕνα
“οἶδα” ἀνοικτό καί ἕτοιμο νά πιστέψει καί νά προσκυνήσει τόν ὁλοφάνερο
καί θεατό πλέον Υἱό τοῦ Θεοῦ.
Τουναντίον,
σχεδόν ὅλος ὁ ἄλλος κοινωνικός περίγυρος κρατιόταν ἀπό τον συλλογικό
ταυτοτικό ἑαυτό του, ἀπό τήν αὐτασφάλιση τῆς ἀπόρριψης τοῦ
ἀποκαλυπτόμενου Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Ἔστω κι ἄν κρατιόταν ἀπό τό
βιβλικό-ἱστορικό “οἴδαμεν” (ἐκ τοῦ “οἴδαμεν” κρατιόταν κι ὁ Φαρισαϊκός
περίγυρος, καθώς ποτέ δέν εἶχαν ἀντικρίσει αὐτοψεί τόν ἴδιο τόν θεόπτη
Μωυσή).
Τό ἴδιο “γλωσσάρι” ψυχῆς μέ τόν τυφλό (οἶδα-οἴδαμεν) τούς ὁδηγοῦσε πάρα πολύ μακριά ἀπό τόν ὁλοφάνερο Υἱό τοῦ Θεοῦ. Διότι δέν εἶχαν τήν διάθεση, τίς προϋποθέσεις, τήν δεκτικότητα, τήν ταπείνωση, τήν καρδιά νά Τόν ἀποδεχθοῦν.
Ἕνας μόλις
ὀμματωθείς (ἱκανωθείς) τυφλός ἔβλεπε καθαρότερα τήν ὄψη τῆς ἀλήθειας
(τῆς Αὐτοαλήθειας), ἀπ᾽ ὅ,τι οἱ ἐκ γενετῆς βλέποντες.
Καί σ᾽ ἐκεῖνον καί σ᾽ ἐκείνους ἀντιθετικά-διαλεκτικά δικαιωνόταν πλήρως ἡ σωτηριολογική αὐτοπαρουσίαση τοῦ Χριστοῦ, ἡ περίπου εἰσαγωγική τῆς συγκεκριμένης Εὐαγγελικῆς ἀφήγησης «ὅταν ἐν τῷ κόσμῳ ᾧ, φῶς εἰμι τοῦ κόσμου» (Ἰω. 9:5).
Τό ζητούμενο
τῆς πανανθρώπινης χρείας δέν μπορεῖ νά ἐξαντληθεῖ στήν διαφήμιση εἴτε
τῆς αὐτόνομης ἀτομικῆς αὐτοτελειότητας εἴτε μιᾶς ἄλλης συλλογικότερης
διαχείρισης καί τεχνητῆς βελτίωσης τῶν ἀνθρώπινων συνειδήσεων.
Σέ ὅλες τίς ἐκδοχές τῆς ἱστορίας καί μιᾶς πιθανῆς σκηνῆς τεχνητῆς μετα-ἱστορίας, τό ἀνθρώπινο καί παναθρώπινο ζητούμενο (φυτεμένο ἀπό τόν ἴδιο τόν
Ἄκτιστο καί
Σωτήρα μας στό “εἶναι” καί στήν συνειδητότητα τοῦ “εἶναί” μας) θά
παραμείνει ἡ ἀνθρώπινη συνέργεια στήν ἀποδοχή τῆς “ὀμμάτωσης” τῆς
σωματικῆς τυφλότητας ἤ ἀκόμη καί τῆς θεραπείας τῆς καρδιακῆς
“ἐθελοτυφλότητας”.
Εἶναι τό
βαθύτερο συνειδητό (εἴτε καί ἐκ τοῦ ἀσυνειδήτου) πανανθρώπινο
“συλλαλητήριο”, στό ὁποῖο οὕτως ἤ ἄλλως ὡς ἄνθρωποι διά τῶν αἰώνων
συμμετέχουμε.
Μᾶς βοηθάει νά τό ξαναθυμηθοῦμε ἡ Κυριακή τοῦ Τυφλοῦ.
***
ΚΑΘΩΣ
ὁλοκληρώνεται ὁ πασχάλιος ἑορτολογικός κύκλος, τήν τελευταία Κυριακή,
στίς ἐκκλησίες ἀναγινώσκουμε ἀπό τόν εὐαγγελιστή Ἰωάννη τήν ἀφήγηση καί
τήν θεολογία γιά τό θαῦμα πού τέλεσε ὁ Κύριός μας στόν ἐκ γενετῆς τυφλό
(Ἰω. κεφ. 9). Ἀπό τά ἐλαχιστότατα θαύματα πού θέλησε νά καταγράψει ὁ
ἠγαπημένος αὐτόπτης τῆς Ἐσχάτης Ταπεινώσεως στήν ὅλη θεολογική προοπτική
τοῦ (μεταβαπτισματικοῦ) Εὐαγγελίου του!
Στή σκόπιμη ἐκτενέστατη ἀφήγηση τοῦ περιστατικοῦ ἔχουμε ἄλλη μιά αὐτοπαρουσίαση τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ προπαντός στή “δευτερολογία” τοῦ διαλόγου Του μέ τόν ὀμματωθέντα-ἀναβλέψαντα τυφλό, “αὐτόπτη μάρτυρα” καί ὁμολογητή τῆς ἐν Χριστῷ σωτηρίας-ὁλοκληρίας-ἀκεραιώσεως.
Μέ τήν
“ἀνάγνωση” τοῦ συγκεκριμένου εὐαγγελικοῦ Ἀναγνώσματος, ὡσάν νά
ἀνακεφαλαιώνουμε τήν 40ήμερη ψαλμώδηση τῆς “καινῆς πολιτείας”, τοῦ
καινισμοῦ πού ἐγκαινίασε ὑπέρ ἡμῶν ὁ Θεός σαρκωμένος, σταυρωμένος,
ἀναστημένος καί ἀναληφθείς, δηλαδή γενόμενος καί διαρκῶς (ἐκκλησιαστικά)
ἀποκαλυπτόμενος ὡς “ἡ ὁδός και ἡ ἀλήθεια καί ἡ ζωή” πρός τόν Πατέρα,
πρός τήν λυτρωτική πλέον καί τετελειωμένη χριστοσωτηρία τῆς ἐνθεώσεως.
Στήν
συγκεκριμένη Εὐαγγελική ἀφήγηση ἔχουμε ἄλλη μιά πρόγευση τῆς βασιλείας,
τῆς ἀναστάσεως, τῆς ἀφθίτου αἰωνιότητος, ὅπως ξεκίνησε νά ἀποκαλύπτεται
τέλεια στούς ἐθελομετόχους τῆς Ἀναστάσεως καί ὅπως ―ἤδη ἐγκαινιασμένη μέ
τήν ἐνανθρώπηση― θά ἀποκαλυφθεῖ στήν κοινή ἀνάσταση καί τήν
πανανθρώπινη κρίση, στήν ἐκπλήρωση τῆς καταλήξεως τῆς εὐαγγελικῆς αὐτῆς
ἀφηγήσεως: (39… εἰς κρῖμα ἐγὼ εἰς τὸν κόσμον τοῦτον ἦλθον, ἵνα οἱ μὴ
βλέποντες βλέπωσι καὶ οἱ βλέποντες τυφλοὶ γένωνται. 40 καὶ ἤκουσαν ἐκ
τῶν Φαρισαίων ταῦτα οἱ ὄντες μετ’ αὐτοῦ, καὶ εἶπον αὐτῷ· μὴ καὶ ἡμεῖς
τυφλοί ἐσμεν; 41 εἶπεν αὐτοῖς ὁ ᾿Ιησοῦς· εἰ τυφλοὶ ἦτε, οὐκ ἂν εἴχετε
ἁμαρτίαν· νῦν δὲ λέγετε ὅτι βλέπομεν· ἡ οὖν ἁμαρτία ὑμῶν μένει).
Ὁ Κύριος ἐπικαλεῖται ἁπλῶς τούς πρώτους ὡς ἀφορμή, γιά νά καταδείξει τήν ἐθελοτυφλότητα τῆς ψυχικῆς κατάστασης τῶν δευτέρων.
Οἱ ψυχικά-πνευματικά ἐθελοτυφλοῦντες, ἀγκιστρωμένοι στήν πλανεῦτρα ψευδαίσθηση τῶν τυπικῶν θρησκευτικῶν αὐτασφαλίσεων, δέν ὑποπτεύονται κἄν τήν δυναμική τῆς ἀπεγνωσμένης ἐπαιτείας τοῦ θείου ἐλέους, τῆς θείας εὐσπλαχνίας, τῆς θείας χαριτοδοσίας.
Παραμένουν στήν αὐτοχειρία τῆς αὐτοαναφορικότητος, στήν ἐμμονική ἐπικαιροποίηση τῆς ἀρχέγονης ἁμαρτίας.
Περνοῦν δίπλα ἀπό ἄλλη μιά ὁλοφάνερα τρανή πιστοποίηση τῆς θεανθρώπινης παρουσίας.
Καί ὅμως·
ἀφήνονται ἀδιάφοροι γι᾽ αὐτήν, ἀναζητώντας ἕνα κοσμικό “μύθευμα
λύτρωσης”, κάτι ἐντελῶς διαφορετικό ἀπό τήν τέλεια σαρκωμένη ἀπολύτρωση,
ἀπό το μοναδικό Σωτήρα, πρός τόν ὁποῖο ἀποδυσπετοῦν μέ τόση τυφλότητα
ψυχῆς!
Δέν εἶναι
τυχαῖο πώς ἡ εὐαγγελική ἀφήγηση εἶναι τόσο ἐκτενής, τόσο ἐξαντλητική σέ
περιγραφικές λεπτομέρειες, τόσο παραστατική, ἕνας πραγματικός μακρύς
“διάλογος” συνειδήσεων.
Ἀμέτρητων συνειδήσεων (συνειδητοῦ εἴτε ἀσυνειδήτου) ἀνά τούς αἰῶνες καί μέχρι σήμερα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου