Στο
σταυροδρόμι της ιστορίας και της θεολογίας, όπου το υπαρξιακό δράμα του
ανθρώπου συναντά το άρρητο μυστήριο της Αληθείας, η Α' Οικουμενική
Σύνοδος της Νικαίας (325 μ.Χ.) δεν αποτελεί απλώς ένα εκκλησιαστικό
γεγονός.
Είναι ο καθρέφτης του οντολογικού τραύματος που προκαλεί η
αίρεση και η θεραπευτική χειρονομία της Εκκλησίας να αποκαταστήσει τη
διάρρηξη του είναι.
Η σύνοδος αυτή δεν υπήρξε μία
απλή διαλεκτική αντιπαράθεση περί όρων· υπήρξε η αγωνία του όλου σώματος
της Εκκλησίας να διασώσει την Πίστη όχι ως νοησιαρχική κατασκευή, αλλά
ως μετοχή στο είναι του Θεού.
Η παρούσα γραφή
επιχειρεί να ανιχνεύσει την αίρεση ως οντολογικό αδιέξοδο και να φωτίσει
το πνευματικό και υπαρξιακό βάθος των αποφάσεων της Νικαίας.
Δεν
πρόκειται για ιστοριογραφική αναδιήγηση, αλλά για θεολογική και
φιλολογική εμβάθυνση στην πάλη της Εκκλησίας με το ψεύδος που απειλεί να
διαρρήξει το ίδιο το θεμέλιο της σωτηρίας: την ενανθρώπηση του Θεού.
Η αίρεση δεν είναι απλώς μία εσφαλμένη διδασκαλία, αλλά μία ρήξη στην ίδια τη σχέση του ανθρώπου με τον Θεό και τους άλλους.
Η
λέξη «αἵρεσις» υποδηλώνει την εκλογή, την αποκοπή από το Όλον, μία
ατομικιστική προτίμηση εις βάρος της καθολικότητας της Αληθείας.
Δεν
είναι τυχαίο ότι οι Πατέρες της Εκκλησίας δεν απαντούν στις αιρέσεις
απλώς με λογικά επιχειρήματα· τις αντικρούουν με την ίδια την εμπειρία
της Ζωής εν Χριστώ.
Ο Άρειος, η κεντρική μορφή της
αίρεσης που οδήγησε στη Νίκαια, δεν αποδέχεται τον Υιό ως ομοούσιο με
τον Πατέρα, δηλαδή αρνείται την απόλυτη μετοχή του Θεού στην ανθρώπινη
ιστορία· εισάγει ξανά το δηλητήριο του δυϊσμού, της απόστασης, της
αδυναμίας του Θεού να γίνει αληθινά ένας από εμάς.
Η
άρνηση αυτή όμως δεν πλήττει απλώς ένα δογματικό άρθρο· συνθλίβει το
ευαγγέλιο της σωτηρίας, καθιστώντας τον Θεό απρόσιτο, τον Χριστό απλώς
ένα ηθικό πρότυπο και τον άνθρωπο τελικά έρμαιο του μηδενός.
Η αίρεση είναι έτσι οντολογικό αδιέξοδο: μετατρέπει την ελευθερία σε απομόνωση, τη σχέση σε αυταρχία, την πίστη σε ιδεολογία.
Η
απάντηση της Εκκλησίας στην αίρεση δεν είναι εξουσιαστική: Είναι
λειτουργική· προέρχεται από τη βίωση της Αλήθειας εν Αγίω Πνεύματι.
Η Σύνοδος της Νικαίας δεν συγκλήθηκε για να επιβάλει, αλλά για να διασώσει.
Οι
(318) Πατέρες δεν εμφανίζονται ως νομικοί, αλλά ως φορείς της εμπειρίας
του Αναστημένου. Η σύνταξη του Όρου περί της Ομοουσιότητος δεν είναι
φιλοσοφικό τέχνασμα· είναι η έκφραση του εκκλησιαστικού βιώματος, ότι ο
Υιός είναι «φῶς ἐκ φωτός, Θεὸς ἀληθινὸς ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ».
Η Νίκαια διατυπώνει την Πίστη ως ζωή· υπερασπίζεται τη δυνατότητα του ανθρώπου να θεωθεί.
Αν
ο Χριστός δεν είναι Θεός αληθινός, τότε η σωτηρία είναι ένα ψέμα, αν
δεν έγινε αληθινά άνθρωπος, τότε η ανθρώπινη φύση παραμένει αιχμάλωτη.
Η
Σύνοδος, μέσα από τη θεολογική της ακρίβεια, διασώζει την ελπίδα της
ύπαρξης, γι’ αυτό και ο λόγος της είναι απλός, σχεδόν λειτουργικός·
απηχεί το «Πιστεύω» της κοινής συνείδησης των πιστών, το οποίο αργότερα
ενσωματώνεται στη Λειτουργία όχι ως δόγμα αλλά ως ύμνος.
Στον
αντίποδα της αίρεσης, που αποπειράται να εξαντλήσει το μυστήριο σε
λογικά σχήματα, η Πίστη της Εκκλησίας παραμένει μυσταγωγική. Δεν είναι
ορθολογική αποδοχή, αλλά εμπιστοσύνη· όχι επινόηση, αλλά αποκάλυψη.
Ο Ορθόδοξος λόγος για τον Θεό είναι πάντοτε αποφατικός· γνωρίζει ότι δεν εξαντλεί το Μυστήριο, το υποδέχεται με σιγή και δέος.
Η Νίκαια καθορίζει τα όρια της πίστεως, όχι για να περιορίσει, αλλά για να προστατεύσει.
Δεν θεολογεί με αυθάδεια· θεολογεί επειδή είναι ανάγκη να διασωθεί η εμπειρία.
Το δόγμα δεν είναι δεσμωτήριο· είναι τα σύνορα του Παραδείσου.
Η Πίστη δεν είναι ιδεολογία· είναι η είσοδος στο Άγιον.
Η
ιστορική μνήμη της Νικαίας είναι πάντοτε ζωντανή· όχι γιατί αποτελεί
θρίαμβο της ορθότητας, αλλά γιατί φανερώνει την αλήθεια της ενότητας.
Η αίρεση, τότε και σήμερα, είναι έκφραση του ατόμου που υπερέχει της Εκκλησίας, του λογισμού που παραγνωρίζει τη Χάρη.
Η
Σύνοδος δεν είναι απλώς ένα γεγονός του παρελθόντος· είναι υπόμνηση ότι
η Πίστη δεν ανήκει στους ισχυρούς της διανόησης, αλλά στους ταπεινούς
της καρδιάς.
Στο τέλος, η Νίκαια μάς διδάσκει ότι η
Αλήθεια είναι Πρόσωπο· δεν κατασκευάζεται, αποκαλύπτεται, δεν
επιβάλλεται, αλλά προσφέρεται.
Ο Χριστός, είναι η μία και μόνη απάντηση στο αδιέξοδο της αίρεσης, στο αδιέξοδο του ανθρώπου χωρίς Θεό.
Καθώς τελούμε τη Θεία Λειτουργία και ψάλλουμε το Σύμβολο της Πίστεως, η Νίκαια δεν είναι μακριά.
Είναι
παρούσα στο βλέμμα του παιδιού που σταυροκοπιέται, στον ηλικιωμένο που
ψιθυρίζει «Πιστεύω», στον ιερέα που ανυψώνει τον άρτο και τον οίνο,
γιατί όπου η Πίστη ζει, η αίρεση σιωπά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου