Σεβ. Μητρ. Χονγκ Κονγκ κ. Νεκτάριος
30 χρόνια μετά την κοίμηση του ιερού Χρυσοστόμου, Αρχιεπίσκοπος στην Κωνσταντινούπολη ήταν ο μαθητής του, Πρόκλος.
Αυτός
έπεισε τον Αυτοκράτορα Θεοδόσιο τον Νεώτερο να φέρει το ιερό λείψανο
του Ιωάννου από τα Κόμανα στην Κωνσταντινούπολη και να αποκαταστήσει την
τιμή και την μνήμη του ιερού Πατρός.
Ο Αυτοκράτορας συμφώνησε κι
έστειλε επίσημη αντιπροσωπεία για να πραγματοποιήσει την ανακομιδή και
την μεταφορά του ιερού λειψάνου.
Οι αυτοκρατορικοί απεσταλμένοι
έφθασαν στα Κόμανα, επισκέφηκαν τον Ναό του Αγίου Βασιλίσκου και
προσπάθησαν να ανοίξουν τον τάφο του Ιωάννου.
Όσο κι αν προσπάθησαν, όσα μέσα κι αν χρησιμοποίησαν, υπήρξε αδύνατο να σηκώσουν την μαρμάρινη πλάκα που σκέπαζε την σαρκοφάγο.
Ο Άγιος δεν ήθελε να δώσει το λείψανό του!
Οι απεσταλμένοι γύρισαν πίσω άπρακτοι και εξιστόρησαν στον Αυτοκράτορα και τον Πατριάρχη τι είχε συμβεί στα Κόμανα.
Ο
Θεοδόσιος κατάλαβε τι ήθελε ο άγιος. Αυτός ο ίδιος, αλλά και όλοι όσοι
επισκέπτονταν τον Ναό των Αγίων Αποστόλων, έβλεπαν ένα φοβερό θέαμα. Ο
τάφος της Αυτοκράτειρας Ευδοξίας, η οποία καταδίωξε με τόση μανία τον
Ιωάννη και τελικά τον οδήγησε στο θάνατο, σειόταν!
Ο Θεοδόσιος
έγραψε μία επιστολή εκ μέρους της νεκρής μητέρας του και ζητούσε
συγγνώμη από τον Άγιο για τα όσα άδικα υπέστη. Ζητούσε το έλεος του
Αγίου για την μητέρα του και τον ίδιο.
Η αντιπροσωπεία πήγε και
πάλι στα Κόμανα. Οι απεσταλμένοι έθεσαν την επιστολή επάνω στον τάφο και
τότε το μαρμάρινο σκέπασμα αμέσως ανασηκώθηκε.
Με χαρά πήραν το τίμιο λείψανο και το έφεραν στην Κωνσταντινούπολη.
Ο Αυτοκράτορας με όλους τους άρχοντες, ο Πατριάρχης με όλο τον κλήρο, και όλος ο πιστός λαός υποδέχθηκαν τον πολύτιμο θησαυρό στο λιμάνι.
Όλοι μαζί σχημάτισαν λιτανεία και πορεύθηκαν πρώτα στον Ναό της Αγίας Ειρήνης και μετά στον Ναό των Αγίων Αποστόλων.
Εκεί ο Αυτοκράτορας σκέπασε το ιερό λείψανο με τον αυτοκρατορικό μανδύα και ο Πατριάρχης Πρόκλος σήκωσε το αδιάφθορο ιερό λείψανο και το τοποθέτησε στον Πατριαρχικό θρόνο.
Τότε όλοι έγιναν μάρτυρες του εξαίσιου θαύματος. Ο Ιωάννης σήκωσε το δεξί του χέρι και ειρήνευσε λέγοντας: Ειρήνη πάσι!
Την μεταφορά του ιερού λειψάνου του Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου την εορτάζουμε στις 27 Ιανουαρίου.
Αυτή η ιστορία από το Συναξάρι, τι άραγε μπορεί να λέει σε εμάς σήμερα;
Είναι μία ιστορία που προκαλεί πρόσκαιρο εντυπωσιασμό; Μία ιστορία που προκαλεί αμφιβολία και σκεπτικισμό ή ακόμα και την χλεύη από αυτούς που κατηγορούν τους χριστιανούς ότι πιστεύουν σε παραμύθια;
Παρατηρώ τους ανθρώπους στον τόπο που βρίσκομαι. Τι άραγε να σημαίνει για αυτούς το μήνυμα του ευαγγελίου του Χριστού που κομίζω σε αυτούς; Αυτοί ενδιαφέρονται για τα χρήματα. Για μια καλή ζωή σε αυτό τον κόσμο. Ποιός μπορεί να τους κατηγορήσει; Ο Θεός και οι θρησκείες δεν είναι μέρος της ζωής τους. Δεν έχουν κάτι ουσιαστικό και απτό να τους προσφέρουν.
Παρατηρώ τους Έλληνες που έρχονται στα μέρη αυτά. Οι παπούδες μας πήγαιναν στην ξενιτιά και το πρώτο μέλημά τους ήταν να φτιάξουν έναν Ναό, να βρουν έναν ιερέα. Σήμερα, αυτό δεν είναι πλέον αυτονόητο για τους Έλληνες. Η Εκκλησία είναι ένα έθιμο για κάποιες γιορτινές μέρες και καμμιά φορά ούτε αυτό συμβαίνει.
Αν τολμήσεις να πεις σε κάποιον να βοηθήσει υλικά την Εκκλησία, τότε θα αντιμετωπίσεις την αδιαφορία, την άρνηση και μερικές φορές και την χλεύη.
Και συνειδητοποιώ ότι πλέον και για εμάς τους Έλληνες, ο Θεός και η Εκκλησία δεν αποτελούν μέρος της ζωής μας. Είμαστε τυπικά χριστιανοί αλλά δεν διαφέρουμε στον τρόπο της ζωής μας από τους Ασιάτες που δεν έχουν γνωρίσει τον Χριστό και την Ορθοδοξία.
Τα σκέπτομαι αυτά και τα αναφέρω διότι έχουν σχέση με το θαύμα που συνέβη στην Κωσταντινούπολη από τον Άγιο Ιωάννη Χρυσόστομο.
Το νεκρό σώμα του Ιωάννη ειρηνεύει από τον Πατριαρχικό θρόνο.
Τι σημαίνει αυτό το θαύμα;
Την εποχή εκείνη με την ειρήνευση του Επισκόπου γινόταν η έναρξη της θείας Λειτουργίας.
Ο Ιωάννης μας διδάσκει: για εμάς τους χριστιανούς τα περί Θεού, πίστεως και ευσεβείας αποκτούν νόημα και αξία μόνο όταν εκκλησιάζονται. Πιστεύω στο Θεό σημαίνει συμμετέχω στην θεία Λειτουργία. Και όλη μου η ζωή ξεκινά και τελειώνει με την θεία Λειτουργία.
Ο πιστός δεν περιμένει να λάβει κάτι. Δίνει. Προσφέρει τις αμαρτίες του. Τα αμαρτωλά του πάθη. Το εγωϊσμό του. Ακόμα και μέρος από τα υλικά του αγαθά. Όλα προσφέρονται στον Χριστό. Κι αυτός ευλογεί την ταπείνωση και την προσφορά μας. Κι αντιπροσφέρει ευλογία, αγιασμό, μεταμορφωμένη ζωή.
Αυτά σημαίνουν κάτι για εμάς; Η πίστη προς τον Θεό είναι για εμάς εκκλησιαστικός τρόπος ζωής; Προσφέρουμε την ζωή μας στο Θεό ή συνεχίζουμε να υπηρετούμε το δικό μας θέλημα και να ακολουθούμε την δική μας αντίληψη περί ζωής;
Αν είμαστε χριστιανοί, γιατί αδικούμε τους άλλους; Γιατί κόβουμε και ράβουμε την διδασκαλία της Εκκλησίας ανάλογα με τα γούστα μας; Γιατί δεν ακολουθούμε το ευλογημένο μονοπάτι της ταπεινώσεως;
Ο Ιωάννης σήμερα διαλύει τις λάθος αντιλήψεις μας. Σκέπτομαι πόσο λάθος αντιμετωπίζουμε το θέμα της ιεραποστολής και του κηρύγματος του Ευαγγελίου. Ιεραποστολή για μερικούς είναι μόνο η κοινωνική και φιλανθρωπική προσφορά. Η θεία Λειτουργία είναι κάτι το αδιάφορο. Ο ιεραπόστολος είναι καλός και άξιος όταν είναι ορφανοτρόφος και πάροχος αγαθών σε πτωχούς. Μας είναι αδιάφορος όταν ιερουργεί το Μυστήριο της Σωτηρίας και της Ευχαριστίας. Τον χλευάζουμε όταν ευαγγελίζεται την καινή ζωή της Αναστάσεως.
Ο Ιωάννης επιβεβαιώνει ποιό πρέπει να είναι το κήρυγμα της Εκκλησίας σήμερα. Πρόσκληση για συμμετοχή στην Λειτουργία. Στο σώμα του Χριστού.
Αν μπορούσαμε να το καταλάβουμε… Να ζήσουμε την εμπειρία…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου