Ζωντανή Αναμετάδοση Ιερών Ακολουθιών

Τετάρτη 26 Μαρτίου 2025

Από τα κατορθώματα των ηρώων μας.

 Μπορεί να είναι εικόνα 2 άτομα και πλεούμενο 

 

Ρώτησαν τον Κανάρη:
– Πως τον έκανες τον άθλο Ναύαρχε;Κι αυτός απάντησε:
– Να, ξύπνησα εκείνο το πρωί και είπα:
Απόψε Κωσταντή, θα πεθάνεις για την Ελλάδα!

Η ζωή μου ‘δωσε μεγάλες δόξες κι άλλες τόσες πίκρες, καθώς έζησα για να δω πέντε από τα παιδιά μου να πεθαίνουν.
Πικράθηκα κι όταν είδα αγωνιστές της επανάστασης πάμφτωχοι να ζητιανεύουν, να ξεχνιούνται ολότελα ή ακόμα χειρότερα να καταδιώκονται.
Τρανό παράδειγμα ο γκαρδιακός μου φίλος,
ο Θόδωρος Κολοκοτρώνης.

* * *

Όταν σκοτώθηκε ο γιος της Μπουμπουλίνας , κοίταξε τον Ουρανό και είπε:
«Εσύ μοῦ τόν ἔδωσες Κύριε. Ἐσύ μοῦ τόν πῆρες γιά τήν πατρίδα.
Στη συνέχεια όταν επισκέφτηκε τους Έλληνες μαχητές, τους είπε το εξής ΣΥΓΚΛΟΝΙΣΤΙΚΟ;
Έχασα τον σύζυγό μου. Ευλογητός Ο Θεός!
Ὁ πρεσβύτερος υιός μου έπεσε με τα άπλα ανά χέρας. Ευλογητός Ο Θεός!
Ὁ δεύτερος και μόνος υιός μου, δεκατετραετής την ηλικίαν, μάχεται μετά των Ελλήνων και πιθανώς να εύρη ένδοξων θάνατον. Ευλογητός Ο Θεός!
Υπό την σημαίαν του Σταυρού θα ρεύση επίσης το αίμα μου. Ευλογητός Ο Θεός!
Αλλά θα νικήσωμεν ή θα παύσωμεν μεν ζώντες, αλλά θα έχωμεν την παρήγορον ἰδέαν, ότι εν τω κόσμῳ δέν αφήσαμεν όπισθεν ημών δούλους τους Έλληνας!

* * *

Ένα πρωί οι Έλληνες πολιορκητές είδαν έκπληκτοι τους Τούρκους να είναι σκαρφαλωμένοι πάνω στα αρχαία μνημεία και με τα σπαθιά τους να τα καταστρέφουν. Έστειλαν μια αντιπροσωπεία που ρώτησε τους πολιορκημένους γιατί κάνουν τέτοιο κακό και οι Τούρκοι τους απάντησαν ότι τους είχε τελειώσει το μολύβι με το οποίο έφτιαχναν τις σφαίρες για τα καριοφίλια τους. Επειδή λοιπόν ο εσωτερικός αρμός κάθε αρχαίας κολώνας στηριζόταν με μολύβι που είχαν τοποθετήσει εκεί οι τεχνίτες, οι Τούρκοι διέλυαν τις κολώνες για να εξοικονομήσουν λίγες μολυβένιες σφαίρες.

Οι Έλληνες τότε, συμφώνησαν ομόφωνα να στείλουν βαρέλια με μολύβι στους Τούρκους, για να πάψουν αυτοί να καταστρέφουν τα αρχαία μνημεία. Οι Έλληνες προτίμησαν να δώσουν στους βαρβάρους τις σφαίρες με τις οποίες θα τους σκότωναν, παρά να δουν τον Παρθενώνα να καταστρέφεται μπροστά στα μάτια τους.»

* * *

“Είχα δυο αγάλματα” σημειώνει ο Μακρυγιάννης, “περίφημα, μια γυναίκα κι ένα βασιλόπουλο, ατόφια – φαίνονταν οι φλέβες, τόση εντέλειαν είχαν. Οταν χάλασαν τον Πόρο, τα ’χαν πάρει κάτι στρατιώτες, και στ’ Αργος θα τα πουλούσαν κάτι Ευρωπαίων· χίλια τάλαρα γύρευαν… Πήρα τους στρατιώτες, τους μίλησα: Αυτά, και δέκα χιλιάδες τάλαρα να σας δώσουνε, να μην το καταδεχτείτε να βγουν από την πατρίδα μας. Γι’ αυτά πολεμήσαμε”.

* * *



Ο λόγος του Γέρου του Μοριά στην Πνύκα προς τους νέους είναι σάλπισμα, φιλολογικό μνημείο σαν το Ευαγγέλιο και αποτελεί την αιωνία δική μας παρακαταθήκη.

«Να αποστρέφεστε», λέγει, «τη διχόνοια για να έχετε την ομόνοια». Και συνεχίζει: «Εις εσάς μένει να ιάσετε τον τόπο, οπού ημείς ελευθερώσαμε».

Έλεγε: «Να έχετε ως θεμέλια της πολιτείας την ομόνοια, τη θρησκεία, την παιδεία και την φρόνιμον ελευθερία…».

«Η δικαία ελευθερία», συνεχίζει, «είναι καλή. Έχει ως φύλακα τον νόμον διατί αυτός προσδιορίζει έως πού πρέπει να είμεθα ελεύθεροι».

Aπευθυνόμενος προς τους νέους, έλεγε: «Να σκλαβωθείτε στα γράμματά σας. Να ζήσετε το επίλοιπο της ζωής σας ελεύθεροι. Η προκοπή σας να μην γίνει σκερπάνι, μόνο διά το άτομό σας».

«Όταν αποφασίσαμε να κάμωμεν την επανάσταση», έλεγε στους νέους, «είχαμε μεγάλη ομόνοια. Ο ένας στον πόλεμο, ο αδελφός έφερνε ξύλα, η γυναίκα του εζύμωνε, το παιδί κουβαλούσε ψωμί και μπαρουτόβολα».

»Εάν αυτή η ομόνοια εβαστούσε ακόμη δύο χρόνους», έλεγε, «ηθέλαμε κυριεύσει την Θεσσαλία, την Μακεδονία και ίσως φτάναμε έως την Κωνσταντινούπολη».

Έλεγε: «O Θεός έδωσε την υπογραφή του, διά την ελευθερία της Ελλάδος, δεν την παίρνει πίσω».

«Οι Έλληνες είναι τρελοί, αλλά έχουν Θεόν φρόνιμον».

Λέγεται ότι μια γυναίκα τον πλησίασε εκεί που περπατούσε και του ζήτησε μια χάρη. «Αφέντη μου, του είπε, κάνε με αυτό το καλό και σκλάβα σου να γίνω». Τότε ο Κολοκοτρώνης αγρίεψε και της λέγει: «Τι λες μωρή ζουρλή; Εμείς για τη λευτεριά πολεμάμε και εσύ θέλεις να γίνεις σκλάβα μου;».

Για όλους αυτούς, πού τούτες τις μέρες θυμούνται να ιστορικολογήσουν φαιδρά για το "επονείδιστο" και γεμάτο ψευτιές και μύθους 1821, μνημονεύω τα λόγια του μετά τα Δερβενάκια. "Ας τους αυτούς, παιδί μου. Είναι πού τόσα χρόνια , έκαμαν φιλίες με τούτους εδώ( και δείχνει τα πτώματα των τούρκων) και τώρα τους κακοφαίνεται πού έχασαν την εξουσία και είναι λεύτερη η πατρίδα".

Αναφέρεται σε ιστορικά κείμενα ότι, όταν ο Κολοκοτρώνης έμπαινε στην Τριπολιτσά, διεπίστωσε ότι το άλογό του, από τα τείχη έως τα σαράγια, δεν επάτησε γη… «Όταν εμβήκα», λέγει ο Κολοκοτρώνης, «εις την Τριπολιτσά, με έδειξαν εις το παζάρι τον πλάτανο οπού εκρέμαγαν τους Έλληνες». Αναστέναξε και είπε: « Άιντε πόσοι από το σόγι μου και από το έθνος μου κρεμάσθηκαν εκεί;» και διέταξε και τον έκοψαν. «Επαρηγορήθηκα και για τον σκοτωμό των Τούρκων. Ως άνθρωπος ελεεινολογούσα τη σφαγή».

Έλεγε: «Μια φορά εβαπτήσθημεν με το λάδι, βαπτιζόμεθα και με μίαν με το αίμα, διά την ελευθερίαν της πατρίδος μου».

* * *

Ο Ν. Σπηλιάδης άμα έφτασε στον Μωριά το 1821 για να λάβη μέρος στην επανάσταση, αν και λόγιος και πολύ μορφωμένος αμέσως έβγαλε τα ψαλιδοκέρια (ευρωπαικά ρούχα) και φόρεσε φουστανέλλα με λοξές λιγοστές, τσαρούχια, τουζλούκια(είδος κάλτσες κουμπωτές), σιάρκα(πανωφόρι ή ταμπάρο) και με'ί΄ντανογίλεκο από σαγάκι φτωχικό( γιλέκο σταυρωτό ως είδος κολόμβιο με μανίκια ριγμένα στης πλάτες αφόρετα).

Μ΄αυτή την χωριάτικη φορεσιά άμα έγινε Γραμματέας της Επικρατείας επί Καποδίστρια στα 1828, σα να λέμε πρωθυπουργός σήμερα, δεχόταν επίσημους ξένους.

Στα 1829 σε μιάν επίσημη υποδοχή ένας Γάλλος ναύαρχος βλέποντας το Σπηλιάδη μαζί με τους άλλους Γραμματείς(υπουργούς) τους φραγκοφορεμένους, ρώτησε ποιός ήταν αυτός ο χωρικός. Και ξαφνίστηκε πολύ περισσότερο άμα τον άκουσε να μιλή γαλλικά και να του λέη πως το φόρεμα δεν κάνει τον άνθρωπο.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου