Ο
άνεμος της Ιστορίας, όταν φυσά πάνω από τις σελίδες των αιώνων,
παρασέρνει άλλοτε ήρωες και άλλοτε προδότες, άλλοτε μάρτυρες και άλλοτε
σφετεριστές.
Μα σπανίως ανατέλλει μια μορφή που να
σμιλεύεται στην αιωνιότητα όχι μόνο ως κοσμικός ηγεμόνας αλλά και ως
προφητικός φορέας μιας νέας πνευματικής εποχής.
Ο
Μέγας Κωνσταντίνος, πρώτος ενδόξως αποκληθείς «Ισαπόστολος», υπήρξε
τέτοια μοναδική προσωπικότητα: ένα όριο μεταξύ παλαιού και νέου κόσμου,
μια γέφυρα ανάμεσα στη ρωμαϊκή κοσμοκρατορία και τη Χριστιανική
Οικουμένη, ένας σταυροφόρος της ειρήνης που εστέφθη με το χρίσμα του
Θείου Προορισμού.
Δεν είναι μόνον η κατάπαυση των
διωγμών που τον ανάγει σε μέγα, ούτε η έκδοση του Διατάγματος των
Μεδιολάνων (313 μ.Χ.) καθαυτή: Είναι ο τρόπος με τον οποίο ενέπνευσε την
Εκκλησία να ανασάνει ελεύθερα· ο τρόπος με τον οποίο μετέτρεψε την
αυτοκρατορική εξουσία από διώκτη σε πρόμαχο της Πίστεως.
Μέσα στο πρόσωπο του Κωνσταντίνου, η Χάρις δεν ήλθε να εξαφανίσει το κράτος, αλλά να το μεταμορφώσει.
Η Ρώμη βαπτίστηκε μέσα στο φώς της Αναστάσεως.
Η
Εκκλησία, μέχρι τότε περιπλανώμενη στις σκιές των κατακομβών,
ξανοίχθηκε πλέον στο φώς των Συνόδων, στα ύψη του δογματικού λόγου και
των συνοδικών διακρίσεων.
Ο Κωνσταντίνος υπήρξε ο πρώτος που αντελήφθη την ανάγκη της ενότητας όχι μόνο πολιτικά αλλά και θεολογικά.
Η
Πρώτη Οικουμενική Σύνοδος της Νικαίας το 325 μ.Χ., υπό την προστασία
του, υπήρξε η σπορά που γέννησε το δένδρο της Ορθοδόξου δογματικής
διατύπωσης.
Ο Κωνσταντίνος δεν ήταν θεολόγος με την πένα, υπήρξε όμως θεολόγος με όραμα.
Δεν επεδίωξε να ελέγξει την Εκκλησία, αλλά να την υπηρετήσει με την αυτοκρατορική του παρουσία.
Η οικουμενικότητα της Πίστεως απαιτούσε την ειρήνευση του σώματος των πιστών, κι ο Μέγας Κωνσταντίνος ενήργησε ως εκείνος ο «κατέχων» που προστάτευσε την αλήθεια από τη σύγχυση. Υπήρξε, θα λέγαμε, ένας άγγελος εν σώματι, φέρων την πανοπλία του Κράτους αλλά και την αύρα της Θείας Πρόνοιας.
Η συνείδηση της Εκκλησίας δεν λησμόνησε ποτέ τη συμβολή του.
Οι ύμνοι, τα συναξάρια, η παράδοση, όλα τον περιβάλλουν με σεπτή ευγνωμοσύνη.
Δεν
τιμάται απλώς ως ευεργέτης, αλλά ως συμμέτοχος στο έργο της Σωτηρίας,
ως θεόσταλτος ηγεμόνας που καθοδήγησε τους λαούς στην αλήθεια του
Χριστού.
Ο Κωνσταντίνος δεν εκχριστιάνισε απλώς τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία· εκκλησιοποίησε την ιστορία.
Από την στιγμή της μεταστροφής του έως την θεμελίωση της Νέας Ρώμης, κάθε βήμα του φέρει τον απόηχο της αιωνιότητας.
Δεν
ήταν τέλειος, άλλωστε η ανθρώπινη φύση δεν επιτρέπει τέτοια αξίωση,
αλλά ήταν εκλεκτός. Και στην οικουμενική συνείδηση παραμένει όχι απλώς
ως βασιλεύς, αλλά ως προτύπωση του βασιλέως των αιώνων.
Η Ιστορία τον αποκάλεσε Μέγα, η Εκκλησία τον αναγνώρισε ως Ορόσημο.
Σ’
εκείνον ενώθηκαν οι δρόμοι του σταυρού και της εξουσίας και στο πρόσωπό
του σμίλεψε η Θεία Οικονομία έναν κοσμοσωτήριο σταθμό: το πολιτικό
στήριγμα της Εκκλησίας εν μέσω του κοσμικού χάους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου