Η ιστορία της ανθρωπότητας διαμορφώνεται μέσα από ρήγματα και συγκρούσεις, μέσα από θυσίες και εναντιώσεις. Σ' αυτό το παλίμψηστο της ύπαρξης, οι Άγιοι Απόστολοι προβάλλουν όχι απλώς ως ιστορικά πρόσωπα ή θεολογικά σύμβολα, αλλά ως «σημείο αντιλεγόμενο»· ως εκείνο το σημείο τομής όπου η θεία κλήση προσκρούει στην ανθρώπινη σκληρότητα και η αλήθεια γίνεται αφορμή διχασμού μέσα στον εθνικό και πολιτισμικό κόσμο.
Η ίδια η λέξη «ἀπόστολος» ἀποστέλλω, δηλαδή στέλνω με αποστολή, περιέχει μια δραματική ένταση: ο απεσταλμένος δεν είναι απλώς αγγελιαφόρος αλλά φέρει εντός του μια αποκαλυπτική πρόκληση· ένα μήνυμα που διαρρηγνύει τις σταθερές του κόσμου.
Γι’ αυτό και ο κόσμος, στον οποίο απευθύνονται, δεν είναι ποτέ ουδέτερος· βρίσκεται πάντα σε κρίση. Δεν είναι απλώς εθνικός, με την έννοια της διαφορετικής πολιτισμικής ταυτότητας, αλλά βαθύτατα κοσμικός· δηλαδή δέσμιος του εγώ, του φόβου και του θανάτου.
Οι
Απόστολοι δεν είναι οι φιλόσοφοι του κόσμου ούτε οι μύστες μιας
ανώτερης γνώσης· δεν κρατούν ράβδους σοφίας αλλά σταυρούς μαρτυρίου. Κι
όμως, ακριβώς εκεί, στην αποδοχή της ήττας του εαυτού, γεννάται η
αλήθεια: γιατί ο λόγος τους δεν έχει να πείσει λογικά, αλλά να
διαπεράσει υπαρξιακά· να αγγίξει την καρδιά, όχι να νικήσει το νου.
Η
θεολογία τους είναι θεολογία του προσώπου· όχι αφηρημένη ιδεολογία ή
σύστημα, αλλά βίωμα κοινοτικό, σχέσης, αγαπητικής ελευθερίας. Όταν ο
Παύλος ομολογεί «ζω δε ουκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός», δεν αρνείται
την ατομικότητα αλλά τη μεταμορφώνει. Η συνείδηση δεν καταργείται, αλλά
ανασταίνεται· η προσωπικότητα δεν αφανίζεται, αλλά πληρούται από την
παρουσία του Άλλου.
Η ψυχολογία του Αποστόλου είναι ψυχολογία μαρτυρική. Βιώνει την αποξένωση, τη σύγκρουση, την εγκατάλειψη, τη συκοφαντία. Αλλά δεν εκδικείται, δεν ανταποδίδει· αγαπά. Κι αυτό το ήθος της συγχώρεσης, της άκρας ταπείνωσης, είναι η πιο ριζική επανάσταση μέσα στον εθνικό κόσμο, που εμφορείται από την υπερηφάνεια του ισχυρού και την καχυποψία του ξένου.
Ο εθνικός κόσμος ο κόσμος της προγονολατρείας, της ιδεολογικής εθνικής καθαρότητας και του πολιτισμικού ναρκισσισμού, βλέπει τους Αποστόλους ως ξένους, ανώφελους, επικίνδυνους. Δεν τους χωρά το εθνικό φρόνημα, γιατί φέρουν την καθολικότητα του προσώπου· δεν τους ανέχεται η πολιτισμική αυτάρκεια, γιατί φέρουν τον σταυρό της σχέσης με τον Θεό και τον άλλο· δεν τους αναγνωρίζει η κοσμική εξουσία, γιατί υπακούουν σε Βασιλεία «οὐκ ἐκ τοῦ κόσμου τούτου».
Αλλά ακριβώς εδώ συντελείται
το θαύμα: το «καθ’ ὅλου» νικά το μερικό, ο Απόστολος γίνεται γέφυρα
ανάμεσα σε Γη και Ουρανό, ανάμεσα σε γλώσσες και λαούς, ανάμεσα σε
εχθρούς. Ο λόγος του, φωτισμένος από την Πεντηκοστή, δεν ζητεί να
επιβληθεί αλλά να ενώσει· όχι να αλλοιώσει τον πολιτισμό, αλλά να τον
μεταμορφώσει· όχι να καταλύσει τον εθνισμό, αλλά να τον διανοίξει στην
καθολικότητα της αγάπης.
Σε μια εποχή όπου η εθνική
ταυτότητα παλινδρομεί μεταξύ αμυντικής οχύρωσης και αμήχανης αποδόμησης,
οι Άγιοι Απόστολοι προσφέρουν ένα άλλο πρότυπο· ένα πρότυπο ριζωμένο
στην παράδοση, αλλά ελεύθερο από την ιδεολογική της απολίθωση· ένα
πρότυπο που ενώνει χωρίς να ομογενοποιεί, που σώζει χωρίς να καταργεί,
που φωτίζει χωρίς να κατακαίει.
Είναι πράγματι σημείο
αντιλεγόμενο. Γιατί ο κόσμος δεν αντέχει τη χάρη· δεν αντέχει την
αλήθεια που δεν εκβιάζει, τη δύναμη που εκπορεύεται από την αδυναμία,
την εξουσία που προσφέρεται ως διακονία.
Όμως, μέσα
από την αντιλογία και την απόρριψη, αναδεικνύεται το πραγματικό τους
μεγαλείο: ως φλόγες που δεν καταναλώνουν αλλά ζωοποιούν· ως άγγελοι "εν
χρόνω"· ως πρόσωπα που διά του μαρτυρίου μετέχουν της Αναστάσεως.
Οι
Άγιοι Απόστολοι δεν ήρθαν να κατακτήσουν τον κόσμο, αλλά να τον
λυτρώσουν. Δεν ήρθαν να οικοδομήσουν βασίλεια, αλλά να σπείρουν την
Εκκλησία. Και μέσα στην ταπεινή τους κίνηση, στην παραδοξότητα της
διακονίας τους, γεννιέται το αληθινό φώς εκείνο που «ἐν τῇ σκοτίᾳ
φαίνει, καὶ ἡ σκοτία αὐτὸ οὐ κατέλαβεν».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου