Δεν είναι λέξη, μα φώς που λείπει,
στο σκοτάδι, όταν η νύχτα απλώνει,
κι η πόρτα ανοιχτή περιμένει
να δει ποιός θα περάσει και δεν ζητάει.
Είναι το βλέμμα που δεν αφήνει το βάρος
να πέσει στην καρδιά του ξένου,
και το χέρι που δίδει χωρίς να μετράει,
όταν η σιωπή γίνεται λόγος αληθινός.
Ένας δρόμος χάνεται στη θάλασσα,
μα το φιλότιμο είναι η πυξίδα,
εκεί που η θύμηση δεν διαψεύδει,
και η ανιδιοτέλεια στέκεται χωρίς όνομα.
Στην άκρη του κόσμου, ο ήλιος πέφτει,
μα το ψωμί μοιράζεται χωρίς ντροπή,
και το χέρι που απλώνεται δεν είναι φτωχό,
απλά ελεύθερο να δώσει, χωρίς να αναστενάξει.
Στην πλατεία, το άδειο βλέμμα
αγγίζει την ύπαρξη που πέρασε,
και το γέλιο που έφυγε σαν θρόισμα
είναι το φιλότιμο που ξεχνά την ανάγκη.
Κι όταν ο καιρός σταματήσει για μια στιγμή,
εκείνος που έφυγε με τον άνεμο,
θα 'χει αφήσει πίσω του την αίσθηση
πως το «ευχαριστώ» δεν είναι παρά μία φυγή.
Μα η νύχτα είναι πυκνή και βαρειά,
και το φιλότιμο περπατάει σιωπηλά,
σαν το χέρι που δίνει χωρίς να ζητά,
σαν το βλέμμα που δεν βλέπει, αλλά αγαπά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου