Η γη στενάζει άκαρπη.
Μήτρες βουβές, σαν πετρωμένα χωράφια,
κρατούν τον σπόρο ανενεργό.
Ο ουρανός κλείνει τις πύλες του,
κι η ελπίδα καπνός που χάνεται.
Θεέ μου, τα γόνατα μου βαραίνουν από ντροπή.
Κάθε θυσία μου μένει άκαρπη,
κι η καρδιά μου ραγίζει σαν ξερό ξύλο.
Μήτρα μου, άδεια σπηλιά.
Μάτια μου, βουρκωμένα από προσμονή.
Και όμως, νιώθω φλόγα να καίει
στην πιο κρυφή μου σιωπή.
Αναμονή…
Σαν νύχτα πριν την αυγή.
Σαν έρημος πριν το νερό.
Σαν άγγελος που κρατάει κλεισμένο το μήνυμα.
Άννα, άκου·
ο στείρος κόρφος σου θα βλαστήσει.
Ιωακείμ, σήκωσε το κεφάλι·
η ντροπή σου σβήνει.
Θα γεννηθεί παιδί,
και δεν θα ’ναι παιδί,
αλλά θρόνος φωτός.
Κοιλιά μου, που ήσουν κενό,
φλέγεσαι τώρα σαν θάλασσα που κυοφορεί μαργαριτάρι.
Αίμα μου, που ήσουν στάχτη,
κύλησες σαν ποταμός και πότισες τον κόσμο.
Στα χέρια μου δεν κρατώ πια ντροπή·
κρατώ την αυγή της σωτηρίας.
Χαίρε, Παρθένε, φώς που σκίζει τον χρόνο!
Χαίρε, Κόρη, που αλλάζεις τον νόμο της φύσης!
Η Εύα παύει να κλαίει·
η κατάρα λιώνει σαν χιόνι στον ήλιο.
Μέσα μου φρουρώ το Μαργαριτάρι το άφθαρτο.
Στο στήθος μου δέχομαι τον Σπόρο το ζωοποιό.
Ανοίγω·
κιθάρα γίνομαι στα χέρια του ανέμου,
και ψάλλω τον ερχομό.
Σήμερα οι πύλες του ανέσπερου φωτός ανοίγουν.
Η πύλη της ανατολής,
η κλειστή και άβατη στους θνητούς,
αναγνωρίζεται μόνο από τον Θεό.
Ο Λόγος ετοιμάζει τη σάρκα του.
Η γη ανασαίνει ξανά.
Η φύση και η χάρη
σμίγουν σαν νύφη με νυμφίο.
Σαν ποταμός φωτός
υψώνουμε τη φωνή μας:
Χαίρε, Μητέρα της Ζωής·
Χαίρε, Αυγή της Χαράς·
Χαίρε, Γέννηση του Ανέσπερου Ήλιου.
Δόξα στον Θεό,
που από σιωπή έφερε ύμνο,
κι από έρημο άνθισε Παράδεισος!
Αλέξανδρος Κούρος
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου