Ζωντανή Αναμετάδοση Ιερών Ακολουθιών

Πέμπτη 1 Ιανουαρίου 2015

Ἄς μποῦμε ἄφοβα καί στοῦ καινούργιου χρόνου τήν ἄγνωστη περιπέτεια.

2013 03 05 10 32 08  3ac8d30244c147a49189cde3d6287631Σεβ. Μητροπολίτου Πειραιώς
κ. Σεραφείμ
 
Ὁ χρόνος πού φεύγει δέν εἶναι ἕνα ροῦχο πού πάλιωσε πάνω μας καί τό πετᾶμε γιά νά φορέσουμε ἕνα ἄλλο καινούργιο. Ὁ χρόνος πού φεύγει εἶναι ἕνα κομμάτι τοῦ ἑαυτοῦ μας πού ὅλο καί θά τό ξανασυναντοῦμε μπροστά μας, ὄχι μονάχα ὡς ἀνάμνηση νοσταλγική, ἀλλά καί ὡς συνέπεια ἄμεση, ὀργανική, καθοριστική τῆς ζωῆς καί τῆς φυσιογνωμίας μας.
Γι’ αὐτό τό λόγο θά  ‘θελα, ἀρχίζοντας τό 2015 νά μοιρασθῶ πάλι μαζί σας λίγες σκέψεις γιά τή σημασία τοῦ χρόνου. ὡς συντελεστοῦ τῆς χαρᾶς ἤ τῆς δυστυχίας μας, τῆς σωτηρίας ἤ τῆς καταστροφῆς μας.
Οἱ ἀντιλήψεις τοῦ ἀνθρώπου γιά τόν χρόνο καί τήν σπουδαιότητά του φαίνεται ὅτι τελικά μποροῦν νά συνοψισθοῦν σέ δύο κυρίως θεωρήσεις : τήν παγανιστική ἤ εἰδωλολατρική ἀπό τό ἕνα μέρος, καί τήν Χριστιανική ἀπό τό ἄλλο.
Ἀνάμεσα σ’ αὐτές τίς δύο θεωρήσεις κυμαίνονται, μέ μεγαλύτερη ἤ μικρότερη ἀπόσταση, ὅλες οἱ περί χρόνου ἀντιλήψεις τοῦ ἀνθρώπου κάθε ἐποχῆς. Ἄς ἀναλύσουμε λοιπόν πολύ σύντομα τίς δύο αὐτές βασικές θεωρήσεις τοῦ χρόνου, γιά νά δοῦμε ποῦ στέκεται ὁ καθένας μας.
Ἡ παγανιστική ἤ εἰδωλολατρική ἀντίληψη εἶναι ἐκείνη πού εἶχαν οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες γιά τόν χρόνο. Τόν θεωροῦσαν ἀντίδικο τοῦ ἀνθρώπου, ἐχθρό δηλαδή, πού ἀπό τή φύση του εἶναι ἐναντίoν τῆς ζωῆς. Γι’ αὐτό τόν ἐφαντάσθηκαν ὡς πατέρα ἄστοργο πού τρώει τά παιδιά του μόλις τά δεῖ νά μεγαλώνουν. Ἔτσι ὁ χρόνος ἔγινε ὁ μυθικός Θεός Κρόνος! Γιά τόν παγανιστή λοιπόν καί τόν εἰδωλολάτρη χρόνος σημαίνει μονάχα φθορά, γηρατειά, θάνατο. Καί σέ μία τέτοια ἀντίληψη φυσικό εἶναι ὁ ἄνθρωπος νά λέει μέ κυνισμό : «φάγωμε πίωμεν αὔριον γάρ ἀποθνήσκομεν».
Σ’ αὐτή τήν κοντόφθαλμη καί ἀπαισιόδοξη ἀντίληψη τοῦ χρόνου ἀντιπαραθέτει ὁ Χριστιανισμός τήν δική του θεώρηση. Ἄν καί δημιουργήθηκε ἐν χρόνω ὁ ἄνθρωπος καί ὁ κόσμος, ἐν τούτοις ὑπέρκειται τοῦ χρόνου ὁ ἄνθρωπος, γιατί δημιουργήθηκε «κατ' εἰκόνα καί ὁμοίωσιν Θεοῦ», καί ὁ Θεός εἶναι προαιώνιος καί ἄχρονος. Ἄρα ὁ χρόνος γιά τόν Χριστιανισμό δέν εἶναι κάτι ὁπωσδήποτε κακό. Δέν εἶναι φθορά, ἀλλά ὡρίμανση. Καί ὡρίμανση θά πεῖ πορεία πρός τήν σωστή ὥρα. Ὁ χρόνος ἔτσι θεωρούμενος δέν εἶναι ἀπλῶς μέσον, εἶναι πρόσκληση, εὐκαιρία, καιρός.
Θά μπορούσαμε ἑπομένως νά ποῦμε ὅτι χρόνος εἶναι ἡ ἠθικῶς ἄσχετη μαθηματική ροή τῶν στιγμῶν, ἐνῶ καιρός εἶναι ἡ προθεσμία τῆς Θείας Προνοίας, πού ἄν χαθεῖ ἀνεκμετάλλευτη, χάνονται μαζί της «καίρια» πράγματα γιά τόν ἄνθρωπο, δηλαδή κύρια καί οὐσιαστικά, ὄχι δευτερεύοντα καί ἐπουσιώδη. Ὁ καιρός λοιπόν δέν εἶναι τό ἀντίθετο τῆς αἰωνιότητος, ἀλλά ἡ αἰωνιότητα ὡς βιωμένη προθεσμία εὐθύνης.
Γι’ αὐτό ἡ Ἐκκλησία μας ὑπογραμμίζοντας αὐτή τή σωτηριολογική σημασία τοῦ χρόνου ὡς καιροῦ, δέν κάνει τίποτε ἄλλο ἀπό τοῦ νά εἶναι συνεχῶς ἐπίκαιρη, δηλαδή ἐποπτεύουσα τόν καιρό, «ἐξαγοραζόμενη» τόν καιρό καί παροῦσα στήν κλήση τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ὁ μόνος «καιρούς καί χρόνους ἐν τῇ ἰδία ἐξουσία θέμενος». Αὐτή εἶναι ἡ ἔννοια τῶν προτροπῶν τοῦ Ἀποστόλου Παύλου: «ἀδιαλείπτως προσευχεσθε˚ ἐν παντί εὐχαριστεῖτε» (Α΄ Θεσ. 5,17).
Ἡ στάση λοιπόν τοῦ Χριστιανοῦ ἀπέναντι στόν χρόνο εἶναι μιά συνεχής ἀγρύπνια πού ἐκδηλώνεται ὡς προσευχή καί ὡς εὐχαριστία.
Αὐτό τό νόημα εἶχε καί ἡ λειτουργική τάξη τῆς Μονῆς Στουδίου στήν Κωνσταντινούπολη, πού οἱ μοναχοί της ὀνομάσθηκαν «Ἀκοίμητοι», ἐπειδή ἐκ περιτροπῆς ἱερουργοῦσαν στόν Ναό ἀδιαλείπτως, ὥστε νά μή μείνει μήτε κλάσμα δευτερολέπτου σ' ὁλόκληρο τό 24ωρο πού νά μήν ἔχει καθαγιασθεῖ καί μετουσιωθεῖ δοξολογικά.
Ὥς ἄμεσοι λοιπόν ἀπόγονοι αὐτῶν τῶν ἀκοιμήτων φρουρῶν τοῦ χρόνου, ἄς φιλοτιμηθοῦμε κι ἐμεῖς νά γρηγορήσουμε διά βίου πάνω στίς εὐθύνες μας καί νά ἐπικαλεσθοῦμε τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ γιά τόν καινούργιο χρόνο τῆς χρηστότητός Του.
Ὁ καινούργιος χρόνος πού στέκει μπροστά μας βουβός ἀκόμη καί ἀσχημάτιστος, δέν ἔχει ἀπό ἄποψη δομῆς τίποτα καινούργιο. Τίποτα ἀσυνήθιστο ἤ πρωτότυπο γιά νά μᾶς ἐκπλήξει. Χονδρικά ἀποτελεῖται κι αὐτός ἀπό 365 μέρες, 12 μῆνες και 52 ἑβδομάδες. Τόσο ὅμοιος στή δομή του μέ τόν περασμένο, τόσο πιστή ἀντιγραφή τοῦ χθές πού τελικά καταντάει ἀληθινά τό «αὔριο σάν αὔριο νά μήν μοιάζει».
Κι ὅμως εἶναι ἕνας χρόνος λευκός, ἀχρησιμοποίητος, ἀξόδευτος. Εἶναι ἕνας χρόνος καινούργιος. Μοιάζει μέ ζυμάρι στά χέρια μας ἀπ’ τό ὁποῖο θά πλάσουμε κατά βούληση κουλούρια ἤ ψωμιά ἤ παξιμάδια.
Ὅμως ὁ καινούργιος χρόνος πού ἀνοίγεται μπροστά μας δέν εἶναι ἀπλῶς μιά ἀνοιχτή δυνατότητα. Εἶναι καί ἕνα κομμάτι ἱστορία. Καί τήν ἱστορία δέν τήν γράφει ποτέ ὁ ἄνθρωπος μόνος του. Συμπράττει ἀοράτως κι ὁ Θεός. Ἄλλοτε ἐμπνέοντας καί πρωτοστατώντας στού ἀνθρώπου τά ὄνειρα καί τίς ἐπιδιώξεις γιά ἄμεση ἐπιτυχία τῶν εὐγενῶν του στόχων, κι ἄλλοτε ὑποχωρώντας, συγκαταβαίνοντας ἤ ἀνεχόμενος τήν ἐλεύθερη ἐπιλογή ἀπό τόν ἄνθρωπο τοῦ κακοῦ ὥστε νά διδαχθεῖ ὁ ἄνθρωπος καί κατά τρόπο ἔμμεσο, δηλαδή κι ἀπό τίς ἀποτυχίες καί τά δεινά του, ὥστε νά γίνει σοφώτερος, ταπεινότερος καί σπλαχνικώτερος.
Σημασία λοιπόν δέν ἔχει μονάχα τί ἐμεῖς προγραμματίζομε, ὀνειρευόμαστε καί φιλοδοξοῦμε γιά τόν καινούργιο χρόνο, ἀλλά καί τί ὁ Θεός μέ τήν ἄπειρη σοφία Του μᾶς ἐπιφυλάσσει σιωπηλά μέσα στόν χρόνο αὐτό.
Ἡ συνεργασία λοιπόν Θεοῦ καί ἀνθρώπου βρίσκεται πάντα στό βάθος κάθε ἱστορικοῦ γεγονότος. Μόνο στήν ἁμαρτία ἐνεργεῖ μόνος του καί ἀνεξάρτητος ὁ ἄνθρωπος καί κάνοντας κακή χρῆσι τῆς θεοσύστατης ἐλευθερίας του. Ὅμως καί ἐκεῖ δέν εἴμαστε ξεχασμένοι καί μόνοι, ἀλλά μᾶς παρακολουθεῖ ἡ ἀνύστακτη στοργή Του μέ ἐπιείκεια, ἕτοιμη νά συγχωρήσει καί νά περισυλλέξει μέ τήν πρώτη κραυγή τῆς μετανοίας μας κάθε μας ναυάγιο.
Μ' αὐτή λοιπόν τή βεβαιότητα ὅτι ὁ Θεός δέν ἀπουσιάζει οὔτε δευτερόλεπτο ἀπό τήν Ἱστορία, ἄς μποῦμε ἄφοβα καί στοῦ καινούργιου χρόνου τήν ἄγνωστη περιπέτεια.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου