Ο θησαυρός της εικόνας
του Θεού
«του Αγίου Πνεύματος καθαρόν οικητήριον»
Μια μεγάλη πνευματική μορφή τιμά σήμερα η Εκκλησία μας, τον όσιο
Ευθύμιο το μεγάλο. Πρόκειται για τόσο σημαντική προσωπικότητα, ώστε η
Εκκλησία έχει επιλέξει συγκεκριμένο αποστολικό ανάγνωσμα για να τιμήσει
τη μνήμη της. Λίγα λόγια πρώτα για το πρόσωπο του.
Η μορφή του Μ. Ευθυμίου
Όπως αναφέρει ο ιερός Συναξαριστής, ο Ευθύμιος ο Μέγας γεννήθηκε το
έτος 377 μ.Χ., στη Μελιτηνή της Αρμενίας «εκ Παύλου και Διονυσίας
ευγενών γονέων εκ στειρωτικής και ακάρπου γαστρός». Οι γονείς του
πάντοτε παρακαλούσαν τον Θεό για την απόκτηση ενός τέκνου. Ήταν επόμενο η
γέννησή του να προκαλέσει μεγάλη ευθυμία σ’ αυτούς. Γι’ αυτό και πήρε
το όνομα Ευθύμιος.
Σε νεαρή ηλικία, 28 ετών, συγκαταλέγεται στην τάξη
των κληρικών, χειροτονηθείς σε πρεσβύτερο. Το πνευματικό του ανάστημα
τον οδήγησε να δέχεται «την επιμέλεια των ιερών ασκητηρίων και
μοναστηρίων», μεταξύ της Ιερουσαλήμ και της Νεκράς Θάλασσας. Φλογερός
αγωνιστής της πίστης, αντιστάθηκε με σθεναρότητα στους μονοφυσίτες,
μένοντας προσηλωμένος στις Οικουμενικές Συνόδους της Εφέσου (431μ.Χ) και
της Χαλκηδόνας (451μ.Χ.).
Απέσπασε μάλιστα από την πλάνη της μεγάλης
αυτής αίρεσης και την αυτοκράτειρα Ευδοκία. Απέκτησε μεγάλη φήμη για την
καθαρότητα και αυστηρότητα του βίου του, όπως επίσης και για τα μεγάλα
θαυμαστά γεγονότα που επιτελούσε. Όλη η ζωή του οσίου Ευθυμίου ήταν μια
αδιάκοπη «πείνα και δίψα» για την αγάπη του Θεού. Τα πνευματικά
ανεβάσματά του τον έσπρωχναν και προς την αγάπη των συνανθρώπων του. Με
την αγάπη του Χριστού αγκάλιαζε τους ανθρώπους και τους βοηθούσε να
ξεπερνούν τις παγίδες του κακού, οι οποίες συνιστούν και τη μεγαλύτερη
πληγή της κοινωνίας.
Ο μακάριος Ευθύμιος όταν έφθασε στην ηλικία των 97
ετών εκδήμησε προς Κύριο, επί της βασιλείας του Λέοντος του Μεγάλου,
στις 20 Ιανουαρίου, του έτους 473μ.Χ. Η βιογραφία του, γραμμένη από τον
Κύριλλο Σκυθοπολίτη, θεωρείται από τις πιο αξιόλογες και αξιόπιστες
συγγραφές της βυζαντινής αγιολογίας.
Οι χριστιανοί της Κορίνθου
Στο αποστολικό ανάγνωσμα της ημέρας, ο απόστολος Παύλος απευθύνεται
στους χριστιανούς της Κορίνθου και προσπαθεί με την ιδιαίτερη
ποιμαντική του μέριμνα να τους βοηθήσει να ξεπεράσουν τις αδυναμίες τους
και πιο πολύ το διαχωρισμό τους σε φατρίες, ως απότοκο των εγωιστικών
τους διαθέσεων. Ακριβώς, έβλεπε πόσο επικίνδυνες ήταν για να προκαλέσουν
διάσπαση της αγάπης και της ενότητας της Εκκλησίας. Αισθανόταν ότι
τέτοιου είδους διαχωρισμοί και διασπάσεις αλλοιώνουν την ίδια την αγάπη
που προσφέρεται από τον Θεό.
Σ’ αντίθεση με ό,τι έκαναν οι Κορίνθιοι, ο
απόστολος συμβουλεύει ν’ αφήνει ανοικτή την καρδιά του ο άνθρωπος για ν’
ακτινοβολεί η αγάπη του Χριστού και να φωτίζεται απ’ αυτή. Βεβαιώνει
ότι η επίγνωση της αλήθειας του Χριστού συνδέεται με την ίδια την ύπαρξή
μας, όταν αυτή είναι δεκτική της κοινωνίας της αγάπης του Θεού, που
φωτίζει και τη λογική του ανθρώπου «εις το αυγάσαι τον φωτισμόν του
ευαγγελίου της δόξης του Χριστού» (Β΄ Κορ. δ΄4).
Με άλλα λόγια,
επιβάλλεται όπως έχουμε ανοικτή τη διάθεση της καρδιάς μας (εδώ
παρεμβάλλεται η λειτουργία του αυτεξουσίου), για να αξιοποιούμε τα
δωρηθέντα χαρίσματα στην προοπτική της κοινωνίας αγάπης του Χριστού.
Μόνο σ’ αυτή τη διάσταση ξεπερνιούνται τα προβλήματα των διαιρέσεων,
αφού ο άνθρωπος παύει να κυριαρχείται από τους όποιους εγωισμούς που
εμφιλοχωρούν στην καρδιά του και αφήνει τον εαυτό του να εισέλθει στον
χώρο της παρουσίας του Θεού, ως δυνατότητα αγάπης και κοινωνίας.
«Εν οστρακίνοις σκεύεσιν»
Ο απόστολος Παύλος γνώριζε καλά τη σχέση που υπάρχει ανάμεσα στο
«θησαυρό της εικόνος του Θεού» στον άνθρωπο και στα «οστράκινα σκεύη»
της ψυχοσωματικής υπόστασής του. Γι’ αυτό και ο Ιωάννης ο Χρυσόστομος
σχολιάζει σχετικά με την αναφορά του Παύλου: «Το εύθραυστον της θνητής
φύσεως αινιττόμενος έλεγε και το της σαρκός ημών ασθενές εμφαίνων». Ο
άρρηκτος δεσμός ανάμεσα στα δύο αυτά μεγέθη φανερώνει ακριβώς τη
δυνατότητα του ανθρώπου ν’ ανάγει την φθοροποιό θνητότητα της
«οστράκινης φύσης» του στην αιώνια ζωή διά της μετοχής του σ’ αυτήν.
Από τη στιγμή που ο άνθρωπος αποδέχεται να συνεργαστεί με τον Θεό στο
σχέδιο για τη σωτηρία του, τότε το «οστράκινο σκεύος» ζωοποιείται με τη
διοχέτευση των άκτιστων ενεργειών του. Έτσι, υπερβαίνεται η κατά φύση
φθορά που χαρακτηρίζει το βιολογικό είδος. Αντίθετα, στη φάση της
αμαρτίας, εγκλωβίζεται ο άνθρωπος σ’ αυτές τις φθοροποιές δυνάμεις, με
ανάλογο ασφυκτικό περιορισμό της ύπαρξής του.
Αγαπητοί αδελφοί, ο απόστολος Παύλος βλέπουμε να ευαισθητοποιείται
στην φάση που τα πνευματικά του παιδιά και στη συγκεκριμένη περίπτωση οι
Κορίνθιοι βρίσκονται σε κατάσταση αστοχίας ως προς την πνευματική τους
πορεία. Τους συμβουλεύει ν’ ανοίξουν τους ορίζοντες της καρδιάς τους
στην προοπτική της αγάπης και της κοινωνίας με τον Χριστό.
Το βάθος του
πνευματικού αγώνα και της άσκησης εστιάζεται ακριβώς στην υπέρβαση της
φθαρτότητας και της θνητότητας της ανθρώπινης φύσης και στον εγκεντρισμό
της στην αιώνια παρουσία του Θεού. Σ’ αυτήν ακριβώς τη διάσταση,
φανερώνεται και το μεγαλείο του οσίου Ευθυμίου. Αναγνωρίζοντας το
ανάστημά του μέσω της πνευματικής του άσκησης, η Εκκλησία τον τιμά
ιδιαιτέρως και προβάλλει το ιερό παράδειγμά του προς μίμηση στους
ανθρώπους. Αυτό το παράδειγμα καλούμαστε κι εμείς ν’ ακολουθήσουμε στη
ζωή μας.
Xριστάκης Ευσταθίου, θεολόγος
Πηγή: Εκκλησία της Κύπρου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου