Οἱ
Ἁγίες Βασίλισσα καὶ Ἀναστασία, οἱ Μάρτυρες τοῦ Χριστοῦ, κατάγονταν ἀπὸ
τὴ Ρώμη καὶ ἦσαν εὐγενεῖς καὶ πλούσιες.
Ὑπῆρξαν μαθήτριες τῶν Ἁγίων
Ἀποστόλων Πέτρου καὶ Παύλου καὶ ἔζησαν κατὰ τοὺς χρόνους τοῦ
αὐτοκράτορος Νέρωνος (54 – 68 μ.Χ.).
Μετὰ τὸν θάνατο τῶν δυὸ Ἀποστόλων
περισυνέλεξαν νύχτα τὰ τίμια λείψανά τους καὶ τὰ κήδευσαν.
Ἔγιναν ὅμως
ἀντιληπτὲς καὶ κατηγορήθηκαν καὶ οἱ ἴδιες στὸν ἀσεβὴ καὶ παράφρονα
Νέρωνα ὡς Χριστιανές.
Αὐτὸς ἀμέσως ἔστειλε στρατιῶτες, οἱ ὁποῖοι τὶς
συνέλαβαν καὶ τὶς ὁδήγησαν ἐνώπιόν του δεμένες μὲ ἁλυσίδες.
Ὁ
αὐτοκράτορας προσπάθησε νὰ τὶς ἐξαναγκάσει μὲ τὴ βία νὰ ἀρνηθοῦν τὸν
Χριστό.
Ἐπειδὴ ὅμως δὲν τὶς ἔπεισε, τὶς ἔκλεισε στὴν φυλακή. Ἀργότερα,
ἀφοῦ τὶς ἔβγαλε ἀπὸ τὴ φυλακή, τὶς τιμώρησε μὲ διάφορους τρόπους.
Ἀπέκοψε τοὺς μαστοὺς καὶ τὶς γλῶσσες τους καί, ἀφοῦ τὶς κρέμασε, τὶς
ἔγδαρε καὶ τὶς κατέκαψε μὲ ἀναμμένες δάδες. Στὸ τέλος δὲ μὲ μαχαίρια
ἀπέκοψε τὶς τίμιες κεφαλές τους καὶ ἔτσι οἱ δύο Ἁγίες ἀξιώθηκαν τῶν
μαρτυρικῶν στεφάνων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου