Σαράντος Καργάκος
[...] Ἄγριο μέλλον περιμένει τοῦτα τά δύστυχα παιδιά πού κάνουν τόν ἄγριο καί τόν ἐπιθετικό σέ τοῦτο τόν κακό μας τόν καιρό. Ὅπως ἐνσπείρουν τό φόβο, ἔτσι κι αὐτά θά ζοῦν στή λοιπή τους ζωή μέ τό φόβο. Κι ἄν φθάσουν ψηλά, θά εἶναι συνεχῶς ὑπό φρούρηση. Δέν θά ἔχουν τή χαρά οὔτε ἑνός ἁπλοῦ περιπάτου.[...]
Τό μῖσος κάνει τούς ἀνθρώπους μισούς. Τούς ἀφαιρεῖ τήν ἀνθρωπιά τους. Εἶχα γράψει παλαιά σ’ ἕνα βιβλίο μου προοριζόμενο γιά μαθητές μιά φράση σάν παροιμία: «Ὅταν παίρνεις τό δρόμο τοῦ μίσους, σκάψε δύο λάκκους».
Μέ λίγη σκέψη μπορεῖ κανείς νά βρεῖ τό γιατί. [...]Ἕνας ξένος παρατηρητής μέ γνώσεις ζωονομίας, ἄν ἔκανε ζωοφυσικές ἔρευνες στήν Ἑλλάδα, θά χώριζε τούς Ἕλληνες σέ δύο κατηγορίες: τούς μασῶντες καί τούς ... μισοῦντες. Αὐτή ἡ κατάσταση κάνει κάθε ἄνθρωπο στοχαστικό νά μένει σκυθρωπός βλέποντας τήν κακή πορεία τῶν καιρῶν. Φεύγει ἀπό τή χώρα τό ἀνθηρό ὑλικό καί μᾶς μένουν τά... ἀποκαΐδια.[...]
Μαθαίνουν πολλά τά σύγχρονα παιδιά χάρη στό «λάπτοπ» καί τό «τάμπλετ» ἀλλά ξεχνοῦν ἤ ἀγνοοῦν στοιχειώδεις ἀρχές τῆς Φυσικῆς. Καί μάλιστα τήν πιό βασική: ὅτι ἡ δράση γεννᾶ τήν ἀντίδραση. Εἰδικά αὐτή ἡ τρομοκρατική δράση θά προκαλέσει μιά ἀντιτρομοκρατική ἀντίδραση, πού κατ’ οὐσίαν θά εἶναι καί αὐτή τρομοκρατική. Ἡ διεύρυνση τῆς ἀστυνομεύσεως φέρνει τήν ἀστυνομοκρατία πού εἶναι μιά μορφή ἔννομης τρομοκρατίας.
Ὅταν βλέπω τίς πάνοπλες ἀστυνομικές ὁμάδες μέ τίς περίεργες στολές πού θυμίζουν παλιές ταινίες ἱπποτικές, προσβάλλεται ἡ δημοκρατική μου εὐαισθησία. Νιώθω ὅτι δέν ζῶ σέ κράτος μέ ἐλευθερία καί δημοκρατία. Θυμᾶμαι τίς θλιβερές ἡμέρες τῆς γερμανικῆς Κατοχῆς ὅταν τά Ἔς Ἔς ἔκαναν περιπολία μέ βαριά στολή. [...]
Μετά τήν πτώση τοῦ ἀπριλιανοῦ καθεστῶτος ξεφύτρωσαν σάν μανιτάρια οἱ Μέντορες ἑνός ἀναρχικοῦ, κατεδαφιστικοῦ κινήματος πού διαπότισε ἕνα μεγάλο μέρος τῆς φοιτητικῆς νεολαίας, μιᾶς νεολαίας μέ ἀστικές καί μεγαλοαστικές καταβολές. Παιδιά πλουτοκρατῶν ἐναντίον τῆς πλουτοκρατίας. [...]
Τότε ἄρχισαν νά ἐπιβάλλονται στή ζωή μας νέες κοινωνικές ἀρχές, ὅπως «τά παιδιά ἔχουν πάντα δίκιο» καί τό «ἀπαγορεύεται νά ἀπαγορεύεις». Καί τό πρῶτο πού ἀπαγορεύτηκε ἦταν ἡ τιμωρία εἴτε στό σπίτι, εἴτε στό σχολεῖο, εἴτε στήν κοινωνία. Ἐπικράτησε παντοῦ καί πάντα ἡ παιδοκολακία. Ἔτσι δημιουργήθηκε μιά κοινωνία ἀνοχῆς. Ἀλλ’ ὅταν ἡ κοινωνία ἀνέχεται, τότε ὅποιος ἔχει ροπή πρός τήν ἐκτροπή ἐπωφελεῖται. Ἡ ἀτιμωρησία ἦταν ἡ μεγαλύτερη μωρία. Ἡ ἀνοχή της ἔναντι τῆς ἐκτροπῆς γίνεται τώρα βαριά τιμωρία. [...]
Ὅλοι οἱ νεαροί
κακοποιοί, ὅταν διαπράττουν τό ἔγκλημά τους, γνωρίζουν τί ἀκριβῶς
πράττουν. Οἱ δικαιολογίες τους πώς τάχα «δέν ἤξερα» ἤ ὅτι «παρασύρθηκαν»
καί κυρίως ὅτι «ἡ κοινωνία μέ ἔσπρωξε στό βοῦρκο», θυμίζουν τούς
κλαυθμηρισμούς τοῦ πατροκτόνου πού ζητοῦσε τήν ἐπιείκεια τῶν ἐνόρκων,
ἐπειδή ἦταν... ὀρφανός!
Ἔχω δεῖ τό τοιχογράφημα: «Ἡ βία εἶναι θηλυκό
τοῦ βίος». Ὄντως, ἀλλά ἑνός βίου ἀβίωτου ὄχι μόνο γι’ αὐτόν πού τήν
ὑφίσταται ἀλλά καί γι’ αὐτόν πού τήν ἀσκεῖ.
Εστία, 27/10/17
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου