Υπάρχει ένας δρόμος που μυρίζει βάγια και αίμα. Ένας δρόμος στρωμένος με ευχές και με κατάρες.
Είναι ο δρόμος που πατά η Αλήθεια, όταν εισέρχεται στην καρδιά της υποκρισίας.
Είναι ο δρόμος του Ωσαννά.
Κυριακή των Βαΐων: Η πόλη των προφητών σείεται από χαρμόσυνες ιαχές.
«Ωσαννά τῷ Υἱῷ Δαυίδ!» φωνάζει ο όχλος, κι ας μην γνωρίζει τι σημαίνει αυτό το όνομα.
Τα παιδικά χέρια κρατούν κλαδιά ελιάς, σύμβολα ειρήνης, ενώ τα ενήλικα μάτια αστράφτουν από προσδοκία, από ανάγκη για έναν επίγειο βασιλιά. Ο Χριστός δεν μπαίνει στην Ιερουσαλήμ ως κατακτητής.
Δεν κατεβαίνει με ίππους και ρομφαίες.
Έρχεται επί πώλου όνου, ταπεινός, ο ανυψωμένος μέσα στην ταπείνωση Του.
Και όμως, τον υποδέχονται με θριαμβικά επιφωνήματα.
Η Δόξα Του, όμως, είναι προσωρινή, δανεική, εξαρτημένη από τη βραχύβια πίστη της μάζας.
Κι εκεί αρχίζει το δράμα.
Όχι το δράμα του Θεού, αλλά του ανθρώπου.
Ο Χριστός δεν μεταβάλλεται.
Ο ίδιος που δέχεται το "Ωσαννά", δέχεται και το "Σταύρωσον Αυτόν" χωρίς να εκπλαγεί.
Γιατί γνωρίζει καλά την καρδιά του ανθρώπου: εύθραυστη, ασταθή, επιρρεπή στην λήθη και στην προδοσία.
Εκείνοι που σήμερα Τον επευφημούν, αύριο θα ζητούν το αίμα Του.
Η λαϊκή αποθέωση γίνεται μέσα σε λίγες μέρες λαϊκός λιθοβολισμός.
Η φωνή του όχλου αλλάζει τόνο, αλλά όχι φύση: πάντοτε θορυβώδης, πάντοτε τυφλή.
Ποια είναι η ρίζα αυτής της μετάλλαξης;
Μήπως είναι η απογοήτευση ότι ο Μεσσίας δεν ήρθε να σώσει την Ιερουσαλήμ από τους Ρωμαίους, αλλά να ελευθερώσει την ψυχή από τα δεσμά της αμαρτίας;
Μήπως είναι η τρομάρα μπροστά στην Αλήθεια, που δεν συμβιβάζεται με κανένα ανθρώπινο σύστημα εξουσίας;
Ο Χριστός δεν κολακεύει.
Δεν υπόσχεται ευκολίες.
Και το πλήθος που ήθελε άρτο και θαύματα, αδυνατεί να ακολουθήσει έναν Μεσσία που οδηγείται εθελοντικά στον Σταυρό.
Η τραγωδία της Μεγάλης Εβδομάδας δεν είναι μονάχα θεϊκή.
Είναι βαθιά ανθρώπινη.
Είναι η αποκάλυψη της ικανότητας μας να προδίδουμε το Θείο την ίδια στιγμή που το υμνούμε.
Είναι το πικρό καθρέφτισμα της ψυχής μας, που αγαπά τον Χριστό όταν Τον καταλαβαίνει, και Τον σταυρώνει όταν Εκείνος ξεπερνά τα μέτρα της.
Μα, μέσα από αυτή την άρνηση, ανατέλλει η πιο μεγάλη ελπίδα.
Ο Χριστός δεν παύει να πορεύεται τον δρόμο Του, ακόμη και όταν κανείς δεν τον ακολουθεί.
Δεν ζητάει την επιδοκιμασία του όχλου, αλλά την σωτηρία του κάθε προσώπου.
Και εκεί, στον Γολγοθά, με τα χέρια ανοιγμένα, συγχωρεί εκείνους που φώναξαν «Σταύρωσον».
Ο Ωσαννά γίνεται σταυρική προσφορά· η δόξα του Θεού αποκαλύπτεται όχι στην αποδοχή αλλά στην αγάπη Του προς τον απορριμμένο.
Αυτός είναι ο δρόμος του Ωσαννά: ένας δρόμος που μας περνά από την επιφάνεια της ευλάβειας στο βάθος της αλήθειας.
Μας καλεί να εγκαταλείψουμε τον θόρυβο του πλήθους και να συναντήσουμε τον Θεό στη σιωπή του Σταυρού.
Και τότε, ίσως, ο ψίθυρος της Ανάστασης να ακουστεί και στη δική μας καρδιά.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου