Πάντα κατέβαινε σε λάθος στάση.
Ήταν, λες, γραμμένο στη μοίρα του.
Άλλοι έφταναν στον προορισμό τους με βεβαιότητα, με τη σιγουριά εκείνων που κρατούν έναν χάρτη καλά διπλωμένο στην τσέπη.
Εκείνος όχι.
Άκουγε τη φωνή να αναγγέλλει την επόμενη στάση και, προτού καλά καλά το σκεφτεί, πατούσε το κουμπί της στάσης.
Τα πόδια του τον οδηγούσαν σε δρόμους που δεν είχε σχεδιάσει, σε γειτονιές που δεν ήξερε το όνομά τους.
Άνοιγε
δρόμους σε χώματα αφιλόξενα, ξένος πάντα κι ας ήξερε πως, κάπου σε μια
γωνιά αυτής της πόλης, υπήρχε ένα σπίτι που έγραφε το όνομά του στην
είσοδο.
Ίσως το ήξερε κατά βάθος: οι σωστές στάσεις ήταν για τους άλλους.
Εκείνους που δεν μπέρδευαν το πάθος με την απελπισία, που δεν έπαιρναν το δρομολόγιο του ονείρου για να φτάσουν στην πραγματικότητα. Εκείνος όχι.
Κάθε του ταξίδι ήταν μια σειρά από λάθη με την ευγενική χορηγία της μοίρας.
Κι όμως, όσο κι αν φοβόταν την επόμενη αποτυχία, δεν μπορούσε να μην ανέβει ξανά στο λεωφορείο.
Γιατί βαθιά μέσα του ήξερε πως, κάποια μέρα, σε μια από αυτές τις λάθος στάσεις, θα έβρισκε αυτό που έψαχνε.
Ή τουλάχιστον κάποιον που κατέβαινε για τον ίδιο ακριβώς λόγο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου